Δικηγορικό Γραφείο Ευγενίας Α. Φωτοπούλου
Βασιλίσσης Σοφίας 6 Αθήνα 106 74
Τηλέφωνο: 210 36 24 769, 211 7 80 80 80
210 30 09 019
Email: info@efotopoulou.gr

Αυτοτέλεια μητρικών και θυγατρικών εταιρειών ως προς το νομικό καθεστώς

Σύμφωνα με την υπ’ αρ. 34/2006 γνωμοδότηση του Νομικού Συμβουλίου του Κράτους περί του αν η εταιρεία ΑΤΤΙΚΟ ΜΕΤΡΟ ΕΤΑΙΡΕΙΑ ΛΕΙΤΟΥΡΓΙΑΣ Α.Ε. (ΑΜΕΛ –νυν ΣΤΑΣΥ Α.Ε.), δεν ανήκει στον ευρύτερο δημόσιο τομέα από τη στιγμή που είναι θυγατρική της ΑΤΤΙΚΟ ΜΕΤΡΟ Α.Ε. (η οποία επίσης δεν ανήκει στο δημόσιο τομέα),

το Συμβούλιο γνωμοδότησε ότι πράγματι η θυγατρική ΑΜΕΛ δεν ανήκει στον ευρύτερο δημόσιο τομέα, λόγω του ότι ούτε η μητρική ΑΤΤΙΚΟ ΜΕΤΡΟ Α.Ε. ανήκει. Το αιτιολογικό της γνωμοδότησης ήταν ότι αν ανώνυμη εταιρεία δεν αποτελεί δημόσια επιχείρηση κατά την έννοια του νόμου 3429/2005, είτε γιατί δεν συγκεντρώνει τα χαρακτηριστικά που αυτός θέτει, είτε γιατί ρητώς εξαιρείται της εφαρμογής του, και οι θυγατρικές εταιρείες δεν αποτελούν, επίσης, δημόσιες επιχειρήσεις κατά την έννοια του νόμου αυτού.

Ωστόσο, οι υπ’ αρ. 847/2014 και 848/2014 αποφάσεις του Ειρηνοδικείου Αθηνών (που εκδόθηκαν από υποθέσεις που χειρίστηκε το γραφείο μας) υιοθέτησαν αντίθετη άποψη από το ΝΣΚ, ακολουθώντας γνωμοδότηση των καθηγητών της Νομικής Σχολής του Α.Π.Θ. Ι. Κουκιάδη και Κ. Χρυσόγονου), σύμφωνα με τις οποίες οι θυγατρικές μιας εταιρείας δεν υπάγονται απαραίτητα στο ίδιο νομικό καθεστώς όπως και η μητρική, αλλά οι εφαρμοστέοι κανόνες καθορίζονται εκάστοτε ανάλογα με το αντικείμενο δραστηριοποίησης, τη νομική μορφή, το μέγεθος και άλλα κριτήρια, που κατά περίπτωση θέτει η νομοθεσία.

Ακολουθεί χαρακτηριστικό απόσπασμα των αποφάσεων (που στο βασικό τους κείμενο δεν διαφέρουν μεταξύ τους):

“Οι ενάγοντες προσλήφθηκαν από την εταιρεία “ΑΜ… Α.Ε.”, καθολικός διάδοχος της οποίας είναι η εναγομένη εταιρεία με την επωνυμία “Σ… Α.Ε.”, με συμβάσεις εξαρτημένης εργασίας αορίστου χρόνου και εργάζονται άπαντες με την ειδικότητα του οδηγού συρμών πλην του ογδόου εξ αυτών, που έχε την ειδικότητα του επιβλέποντος λειτουργίας συρμών. Οι όροι εργασίας και αμοιβής τους καθορίζονταν κάθε φορά με Επιχειρησιακή Συλλογική Σύμβαση Εργασίας που υπέγραφε η συνδικαλιστική τους οργάνωση με την εναγόμενη. Συγκεκριμένα, με τον Ν. 1955/1991 «Ίδρυση Εταιρείας με την επωνυμία ΑΤΤΙΚΟ ΜΕΤΡΟ Ανώνυμος Εταιρεία και ρύθμιση συναφών θεμάτων» (ΦΕΚ Α’ 112), ιδρύθηκε στην Αττική η ανώνυμη εταιρεία “ΑΤΤΙΚΟ ΜΕΤΡΟ Α.Ε.”, με σκοπό τη μελέτη, κατασκευή, οργάνωση, διοίκηση, λειτουργία, εκμετάλλευση και ανάπτυξη του δικτύου υπόγειου σιδηρόδρομου (μετρό). Το σύνολο των μετοχών της εν λόγω εταιρείας ανήκει στο Δημόσιο, το οποίο διορίζει και τη διοίκησή της ως ο μοναδικός μέτοχος. Στο άρθρο 1 παρ. 2 του ως άνω νόμου ορίζεται ότι “η εταιρεία λειτουργεί σύμφωνα με τους κανόνες της ιδιωτικής οικονομίας δεν υπάγεται στην κατηγορία των οργανισμών και επιχειρήσεων του ευρύτερου δημόσιου τομέα και δεν εφαρμόζονται σ’ αυτήν οι διατάξεις που διέπουν εταιρείες που άμεσα ή έμμεσα ανήκουν στο Δημόσιο, πλην των ρητά οριζόμενων στον παρόντα νόμο εξαιρέσεων”. Στη συνέχεια, με τον Ν. 2669/1998 “Οργάνωση και λειτουργία των Αστικών Συγκοινωνιών στην περιοχή Αθηνών – Πειραιώς και Περιχώρων” (ΦΕΚ Α’ 283) και συγκεκριμένα με το άρθρο 7 παρ. 2 του νόμου αυτού, ορίστηκε ότι “εντός τριών (3) μηνών από την έγκριση του σχεδίου λειτουργίας η Εταιρεία ΑΤΤΙΚΟ ΜΕΤΡΟ Α.Ε. ιδρύει θυγατρική εταιρεία, με σκοπό τη λειτουργία και εκμετάλλευση των υπό κατασκευή γραμμών 2 και 3 της ΑΤΤΙΚΟ ΜΕΤΡΟ Α.Ε. και κάθε επέκτασης τους καθώς και των εγκαταστάσεων, οχημάτων και των εν γένει υλικών και μέσων”. Με το άρθρο 14 παρ. 3α’ του Ν. 2867/2000 (ΦΕΚ Α’273), η προθεσμία ίδρυσης της εταιρείας παρατάθηκε μέχρι την 31-12-2000. Σε εκτέλεση των παραπάνω διατάξεων ιδρύθηκε η εναγόμενη ανώνυμη εταιρεία με την επωνυμία Α…Λ Α.Ε., η οποία είναι κατά 100% θυγατρική της εταιρείας  ΑΜ…. Α.Ε. και η διοίκησή της διορίζεται από το Δημόσιο, το οποίο αποτελεί και τον μοναδικό της μέτοχο. Όπως προαναφέρθηκε, με τον Ν. 1955/1991 η εταιρεία ΑΜ, μητρική της εναγόμενης Α… Α.Ε. (νυν Σ….. Α.Ε.) εξαιρέθηκε από το δημόσιο τομέα, εξαίρεση όμως που δεν μπορεί να γίνει δεκτό ότι επεκτάθηκε αυτοδίκαια και στην ανωτέρω θυγατρική της Α…..Λ Α.Ε., όπως ισχυρίζονται οι ενάγοντες επικαλούμενοι την υπ’ αριθ. 34/2006 ατομική γνωμοδότηση του ΝΣΚ σύμφωνα με την οποία η εξαίρεση ορισμένης εταιρείας από το δημόσιο επεκτείνεται αυτόματα και στις θυγατρικές της καθώς και στις θυγατρικές που θα συστήσει μελλοντικά, αφού οι θυγατρικές εταιρείες διαθέτουν ίδια και διακριτή, σε σχέση με την μητρική εταιρεία, νομική προσωπικότητα, αποτελούν δηλαδή αυτοτελή νομικά πρόσωπα και η σύνδεση τους με την μητρική εταιρεία περιορίζεται στην χρηματοοικονομική συμμετοχή της τελευταίας και στον εκ μέρους της διορισμό των διοικήσεων των θυγατρικών. Οσοδήποτε στενή σχέση κι αν έχουν, ως συνδεδεμένες επιχειρήσεις η σχέση αυτή πάντως έγκειται αποκλειστικά στην πραγματική (οικονομική και διοικητική) επιρροή της μητρικής επί των θυγατρικών και δεν εκτείνεται και στην νομική εξάρτηση τους με την έννοια της εξάρτησης από τη νομική μορφή και το νομικό καθεστώς της μητρικής. Αποτελεί, άλλωστε, κοινό τόπο ότι οι θυγατρικές μιας εταιρείας δεν υπάγονται απαραιτήτως στο ίδιο νομικό καθεστώς όπως και η μητρική, αλλά οι εφαρμοστέοι κανόνες καθορίζονται εκάστοτε ανάλογα με το αντικείμενο δραστηριοποίησης, τη νομική μορφή, το μέγεθος και άλλα κριτήρια που κατά περίπτωση θέτει η νομοθεσία (βλ. την από 05-10-2010 προσαγόμενη σχετική γνωμοδότηση των καθηγητών της Νομικής Σχολής του Α.Π.Θ. I. Κουκιάδη και Κ. Χρυσόγονου)”.

Εν συνεχεία, αφού γίνεται αναφορά στα πραγματικά περιστατικά της αγωγής και στα αιτήματα των εναγόντων περί μη υπαγωγής τους στις διατάξεις που εφαρμόζονται στα νομικά πρόσωπα ευρύτερου δημόσιου τομέα με στόχο την επιστροφή περικομμένων επιδομάτων τους, οι άνω αποφάσεις συνεχίζουν επαναλαμβάνοντας:

“Ο πρώτος ισχυρισμός των εναγόντων περί μη υπαγωγής τους στις διατάξεις των ανωτέρω νόμων λόγω της εξαίρεσης της εναγόμενης από τον δημόσιο τομέα ως συνέπεια παρόμοιας εξαίρεσης της μητρικής της εταιρείας ΑΜ, πρέπει να απορριφθεί ως μη νόμιμος. Συγκεκριμένα, με τον Ν. 1955/1991 «Ιδρυση Εταιρείας με την επωνυμία ΑΤΠΚΟ ΜΕΤΡΟ Ανώνυμος Εταιρεία και ρύθμιση συναφών θεμάτων» (ΦΕΚ Α” 112), ιδρύθηκε στην Αττική η ανώνυμη εταιρεία «ΑΤΤΙΚΟ ΜΕΤΡΟ Α.Ε.», με σκοπό τη μελέτη, κατασκευή, οργάνωση, διοίκηση, λειτουργία, εκμετάλλευση και ανάπτυξη του δικτύου υπόγειου σιδηρόδρομου (μετρό). Το σύνολο των μετοχών της εν λόγω εταιρείας ανήκει στο Δημόσιο, το οποίο διορίζει και την διοίκησή της ως ο μοναδικός μέτοχος. Στο άρθ. 1 παρ. 2 του ως άνω νόμου ορίζεται ότι «η εταιρεία λειτουργεί σύμφωνα με τους κανόνες της ιδιωτικής οικονομίας δεν υπάγεται στην κατηγορία των οργανισμών και επιχειρήσεων του ευρύτερου δημόσιου τομέα και δεν εφαρμόζονται σ’ αυτήν οι διατάξεις που διέπουν εταιρείες που άμεσα ή έμμεσα ανήκουν στο Δημόσιο, πλην των ρητά οριζόμενων στον παρόντα νόμο εξαιρέσεων». Στη συνέχεια με τον Ν. 2669/1998 «Οργάνωση και λειτουργία των Αστικών Συγκοινωνιών στην περιοχή Αθηνών Πειραιώς και Περιχώρων» (ΦΕΚ Α’ 283) και συγκεκριμένα με το άρθρο 7 παρ. 2 του νόμου αυτού, ορίστηκε ότι «εντός τριών (3) μηνών από την έγκριση του σχεδίου λειτουργίας η Εταιρεία ΑΤΤΙΚΟ ΜΕΤΡΟ Α.Ε. ιδρύει θυγατρική εταιρεία, με σκοπό τη λειτουργία και εκμετάλλευση των υπό κατασκευή γραμμών 2 και 3 της ΑΤΤΙΚΟ ΜΕΤΡΟ Α.Ε. και κάθε επέκτασής τους καθώς και των εγκαταστάσεων οχημάτων και των εν γένει υλικών και μέσων». Με το άρθρο 14 παρ. 3α του Ν. 2867/2000 (ΦΕΚ Α’ 273), η προθεσμία ίδρυσης της εταιρείας παρατάθηκε μέχρι την 31-12-2000. Σε εκτέλεση των παραπάνω διατάξεων ιδρύθηκε η εναγόμενη ανώνυμη εταιρεία με την επωνυμία Α…Λ Α.Ε., η οποία είναι κατά 100% θυγατρική της εταιρείας ΑΜ Α.Ε. και η διοίκησή της διορίζεται από το Δημόσιο, το οποίο αποτελεί και τον μοναδικό της μέτοχο. Όπως προαναφέρθηκε, με τον Ν. 1955/1991 η εταιρεία ΑΜ, μητρική της εναγόμενης Α…Λ Α.Ε. (νυν Σ….. Α.Ε.) εξαιρέθηκε από το δημόσιο τομέα, εξαίρεση όμως που δεν μπορεί να γίνει δεκτό ότι επεκτάθηκε αυτοδίκαια και στην ανωτέρω θυγατρική της ΑΜΕΛ Α.Ε. όπως ισχυρίζονται οι ενάγοντες επικαλούμενοι την υπ’ αριθμ. 34/2006 ατομική γνωμοδότηση του ΝΣΚ σύμφωνα με την οποία η εξαίρεση ορισμένης εταιρίας από το δημόσιο επεκτείνεται αυτόματα και στις θυγατρικές της καθώς και στις θυγατρικές που θα συστήσει μελλοντικά, αφού οι θυγατρικές εταιρείες διαθέτουν ίδια και διακριτή, σε σχέση με την μητρική εταιρεία, νομική προσωπικότητα, αποτελούν δηλαδή αυτοτελή νομικά πρόσωπα και η σύνδεσή τους με την μητρική εταιρεία περιορίζεται στην χρηματοοικονομική συμμετοχή της τελευταίας και στον εκ μέρους της διορισμό των διοικήσεων των θυγατρικών. Οσοδήποτε στενή σχέση κι αν έχουν, ως συνδεδεμένες επιχειρήσεις, η σχέση αυτή πάντως έγκειται αποκλειστικά στην πραγματική (οικονομική και διοικητική) επιρροή της μητρικής επί των θυγατρικών και δεν εκτείνεται και στην νομική εξάρτησή τους με την έννοια της εξάρτησης από τη νομική μορφή και το νομικό καθεστώς της μητρικής. Αποτελεί, άλλωστε, κοινό τόπο ότι οι θυγατρικές μιας εταιρείας δεν υπάγονται απαραιτήτως στο ίδιο νομικό καθεστώς όπως και η μητρική, αλλά οι εφαρμοστέοι κανόνες καθορίζονται εκάστοτε ανάλογα με το αντικείμενο δραστηριοποίησης τη νομική μορφή, το μέγεθος και άλλα κριτήρια που κατά περίπτωση θέτει η νομοθεσία (βλ. την ως άνω γνωμοδότηση των προαναφερομένων καθηγητών της Νομικής Σχολής του Α.Π.Θ.). Κατά συνέπεια, προκειμένου οι θυγατρικές μιας εταιρείας να εξαιρεθούν από τον δημόσιο τομέα, πρέπει αυτό να προβλεφθεί ρητά με ειδική διάταξη νόμου (του ιδρυτικού τους ή άλλου). Στην προκείμενη περίπτωση η εξαίρεση της Α….Λ Α.Ε. δεν προβλέφθηκε με καμία διάταξη νόμου, ούτε του ιδρυτικού της (Ν. 2669/1998 – άρθρ. 7) αλλά ούτε και οποιουδήποτε άλλου ή έστω με κανονιστική πράξη εκδοθείσα κατ’ εξουσιοδότηση νόμου και συνεπώς δεν μπορεί να συναχθεί βούληση του νομοθέτη για εξαίρεση της Α….Λ Α.Ε. από το δημόσιο τομέα. Αν ο νομοθέτης επιθυμούσε τέτοια εξαίρεση θα το όριζε ρητά, όπως έπραξε για την επίσης θυγατρική της ΑΜ Α.Ε., την εταιρεία ΤΡΑΜ Α.Ε., ο ιδρυτικός νόμος της οποίας (Ν. 2669/1997 άρθ. 7Α όπως προστέθηκε με το άρθρο 14 παρ. 3β’ του Ν. 2867/2000) ρητά προέβλεψε, κατά παραπομπή στις οικείες διατάξεις για τη μητρική εταιρεία, την εξαίρεσή της από τον δημόσιο τομέα. Ειδικότερα στην παρ. 1 του άρθρου 7Α του Ν. 2669/1998 προβλέφθηκε ότι η θυγατρική εταιρεία που η ΑΜ Α.Ε. θα συστήσει για την κατασκευή και διαχείριση του δικτύου αστικών τροχιοδρόμων (τραμ), θα διέπεται από τις διατάξεις του άρθρου 1 παρ. 2 και 3 του Ν. 1955/1991, με τις οποίες η εταιρεία εξαιρείται από την κατηγορία των επιχειρήσεων του ευρύτερου δημόσιου τομέα. Αντιθέτως το άρθρο 7 του Ν. 2669/1998, δυνάμει του οποίου ιδρύθηκε η Α…Λ Α.Ε., επίσης θυγατρική της ΑΜ Α.Ε., δεν παραπέμπει σε διατάξεις του Ν. 1955/1991. Στην προαναφερόμενη γνωμοδότηση επισημαίνεται ότι η διαφοροποίηση μεταξύ των δύο θυγατρικών εταιρειών της ΑΜ Α.Ε., είναι απολύτως εύλογη, ενόψει του διαφορετικού τους αντικειμένου καθώς κύριο αντικείμενο τόσο της μητρικής ΑΜ όσο και της θυγατρικής ΤΡΑΜ Α.Ε., είναι η κατασκευή και επέκταση ενός έργου (του μετρό και του τραμ αντίστοιχα) με μοναδικές για τα ελληνικά δεδομένα κατασκευαστικές τεχνικές και χρηματοοικονομικές απαιτήσεις η επιτυχής εκτέλεση του οποίου προϋποθέτει την αποδέσμευση από τις διατάξεις περί δημόσιου τομέα ενώ αντικείμενο της ΑΜΕΛ Α.Ε. είναι η λειτουργία και η εκμετάλλευση των γραμμών του μετρό μετά την αποπεράτωσή τους για τις οποίες δεν συντρέχουν οι όλως εξαιρετικές απαιτήσεις που συνδέονται με το κατασκευαστικό σκέλος δεδομένου ότι υφίσταται μακρόχρονη εμπειρία στη διαχείριση αντίστοιχων μέσων σταθερής τροχιάς από δημόσιες επιχειρήσεις (ΗΣΑΠ Α.Ε. για τους αστικούς ηλεκτρικούς σιδηρόδρομους και Ο.Σ.Ε. – ήδη ΤΡΑΙΝΟΣΕ Α.Ε. και ΠΡΟΑΣΤΙΑΚΟΣ Α.Ε. – για τους εθνικούς σιδηρόδρομους) και επομένως δεν συνέτρεχαν για την ΑΜΕΛ Α.Ε. λόγοι εξαίρεσής της από τον δημόσιο τομέα. Πέραν αυτών, από το άρθρο 7 παρ. 3 του Ν. 2669/1998, στο οποίο προβλέπεται η δυνατότητα συγχώνευσης με προεδρικό διάταγμα, της ΑΜΕΛ Α.Ε. με την εταιρεία του δημοσίου ΗΣΑΠ Α. Ε., προκύπτει η βούληση του νομοθέτη να συγχωνευθούν οι ως άνω εταιρείες ως υπαγόμενες και οι δύο στον δημόσιο τομέα. Οι ενάγοντες επικαλούνται το καταστατικό της Α…Λ Α.Ε., το οποίο έχει περιβληθεί τον τύπο συμβολαιογραφικού εγγράφου (πράξη 12.727/2001 της Συμβολαιογράφου Αθηνών Μαρίας Μασούρου-Τσανάκα) και στο οποίο ορίζεται ότι η εταιρεία “δεν υπάγεται στην κατηγορία των οργανισμών και επιχειρήσεων του ευρύτερου δημόσιου τομέα και δεν εφαρμόζονται σε αυτή οι διατάξεις που διέπουν εταιρείες που άμεσα ή έμμεσα ανήκουν στο Δημόσιο πλην των ρητά οριζόμενων στο παρόν καταστατικό” (άρθρ. 1). Όμως το εν λόγω καταστατικό ουδέποτε κατέστη περιεχόμενο νόμου (αντίθετα με το καταστατικό της μητρικής ΑΜ Α.Ε., το οποίο αποτέλεσε το άρθρ. 2 του Ν. 1955/1991 και συνεπώς έχει ισχύ νόμου), αλλά τέθηκε με κοινή συμβολαιογραφική πράξη σύμφωνα με τον νόμο περί ανωνύμων εταιρειών. Το καταστατικό της Α….Λ Α.Ε. έχοντας ισχύ ιδιωτικού εγγράφου έπρεπε να μην αντίκειται στον νόμο. Δεδομένου ότι ουδέποτε προβλέφθηκε με νόμο η εξαίρεση της Α…Λ από το δημόσιο οι παραπάνω καταστατικές διατάξεις είναι άκυρες και πρέπει να θεωρούνται ως μη γεγραμμένες (βλ. ίδια ως άνω γνωμοδότηση των Καθηγητών της Νομικής Σχολής του Α.Π.Θ. I. Κουκιάδη και Κ. Χρυσόγονου). Κατ’ ακολουθία των ανωτέρω μη νόμιμος και συνεπώς απορριπτέος κρίνεται ο ισχυρισμός των εναγόντων περί εξαιρέσεως της εναγόμενης Α….Λ Α.Ε. (νυν Σ….) από τον δημόσιο τομέα και την εφαρμογή των διατάξεων των νόμων 3833/2010 και 3845/2010 (ΕιρΑθηνών 599/2012 ΤΝΠΔΣΑ)”.

 


Ευγενία Φωτοπούλου

info@efotopoulou.gr

ΑΦΗΣΤΕ ΕΝΑ ΣΧΟΛΙΟ

Το email σας δεν θα δημοσιευτεί