Δικηγορικό Γραφείο Ευγενίας Α. Φωτοπούλου
Βασιλίσσης Σοφίας 6 Αθήνα 106 74
Τηλέφωνο: 210 36 24 769, 211 7 80 80 80
210 30 09 019
Email: info@efotopoulou.gr

Αναλογική εφαρμογή του άρθ. 263 παρ. 1 ΑΚ, στην περίπτωση του άρθ. 260 παρ. 2 ΚΠολΔ, ως αυτό ίσχυε με τον Ν. 4335/2015, ήτοι στην περίπτωση που παρέλθουν 60 ημέρες από τη ματαίωση της συζήτησης χωρίς να ζητηθεί ο προσδιορισμός νέας συζήτησης

Το άρθ. 260 παρ. 2 ΚΠολΔ, όπως αυτό ίσχυε μετά την αντικατάστασή του από την παρ. 2 του άρθρου δεύτερου του άρθ. 1 του Ν. 4335/2015 (ΦΕΚ Α΄ 87/23.07.2015), όριζε ότι: «Στην περίπτωση των άρθρων 237 και 238 αν οι διάδικοι δεν λάβουν κανονικά μέρος στη δίκη η συζήτηση της υπόθεσης ματαιώνεται. Αν παρέλθουν εξήντα (60) ημέρες από τη ματαίωση χωρίς να ζητηθεί ο προσδιορισμός νέας συζήτησης, η υπόθεση διαγράφεται από το πινάκιο και η αγωγή θεωρείται ως μη ασκηθείσα. Για τη νέα συζήτηση εφαρμόζονται αναλόγως οι προθεσμίες των άρθρων 215 παράγραφος 2 και 237 παράγραφοι 1 και 2».

Ενόψει της κύρωσης που προβλέπει η ως άνω ρύθμιση της παρ. 2 του άρθ. 260 ΚΠολΔ, ήτοι της θεώρησης της αγωγής ως μη ασκηθείσας σε περίπτωση παρέλευσης του χρονικού διαστήματος των εξήντα (60) ημερών από τη ματαίωση χωρίς να ζητηθεί ο προσδιορισμός νέας συζήτησης, επέρχεται και στην περίπτωση αυτή αναδρομική άρση της διακοπής της παραγραφής της αξίωσης, ως αυτή (ενν. η διακοπή) επήλθε με την άσκηση της αγωγής, όπως ακριβώς προβλέπεται και επί παραίτησης από το δικόγραφο της αγωγής, κατ’ άρθ. 295 ΚΠολΔ     (: «Η παραίτηση από το δικόγραφο της αγωγής έχει ως αποτέλεσμα ότι η αγωγή θεωρείται πως δεν ασκήθηκε»).

Ας δούμε, κατ’ αρχάς, τις διατάξεις που μας αφορούν:

  • Στο άρθ. 261 παρ. 1 ΑΚ, ορίζεται ότι: «Την παραγραφή διακόπτει η έγερση της αγωγής».
  • Στο άρθ. 263 ΑΚ, ορίζεται ότι: «Κάθε παραγραφή που διακόπηκε με την έγερση της αγωγής θεωρείται σαν να μη διακόπηκε, αν ο ενάγων παραιτηθεί από την αγωγή» (παρ. 1). «Αν ο δικαιούχος εγείρει και πάλι την αγωγή μέσα σε έξι μήνες, η παραγραφή θεωρείται ότι έχει διακοπεί με την προηγούμενη αγωγή» (παρ. 2).
  • Στο άρθ. 295 ΚΠολΔ, ορίζεται ότι: «Η παραίτηση από το δικόγραφο της αγωγής έχει ως αποτέλεσμα ότι η αγωγή θεωρείται πως δεν ασκήθηκε».
  • Στο άρθ. 260 παρ. 2 ΚΠολΔ, όπως αυτό ίσχυε μετά την αντικατάστασή του από την παρ. 2 του άρθρου δεύτερου του άρθρου 1 του Ν. 4335/2015 (ΦΕΚ Α΄ 87/23.07.2015), ορίζεται ότι: «Αν παρέλθουν εξήντα (60) ημέρες από τη ματαίωση χωρίς να ζητηθεί ο προσδιορισμός νέας συζήτησης, η υπόθεση διαγράφεται από το πινάκιο και η αγωγή θεωρείται ως μη ασκηθείσα.».

Με βάση τις παραπάνω διατάξεις, λοιπόν, καταδεικνύεται με σαφήνεια ότι την αναδρομική αναίρεση της άσκησης της αγωγής γνωρίζει ήδη ο ΚΠολΔ στην περίπτωση της παραίτησης από το δικόγραφο της αγωγής. Όπως ακριβώς, λοιπόν, ορίζεται για την περίπτωση της παραίτησης, ότι, δηλαδή, κατ’ άρθ. 263 ΑΚ, κάθε παραγραφή που διακόπηκε με την έγερση της αγωγής θεωρείται σαν να μη διακόπηκε αν ο ενάγων παραιτηθεί από την αγωγή [αν όμως ο δικαιούχος εγείρει και πάλι την αγωγή μέσα σε έξι (6) μήνες, η παραγραφή θεωρείται ότι έχει διακοπεί με την προηγούμενη αγωγή], έτσι ακριβώς υποστηρίζεται ότι ισχύει και στην περίπτωση του άρθ. 260 παρ. 2 ΚΠολΔ, σε περίπτωση που παρέλθει χρονικό διάστημα μεγαλύτερο των εξήντα (60) ημερών από τη ματαίωση της συζήτησης χωρίς να ζητηθεί ο προσδιορισμός νέας συζήτησης, οπότε και πάλι, όπως ήδη εκτέθηκε, η αγωγή, υπό το καθεστώς του Ν. 4335/2015, θεωρείται ως μη ασκηθείσα (άρθ. 260 παρ. 2 ΚΠολΔ) – [ίδετε σχετικά Δ. Δημητρίου, Ζητήματα από τη διακοπή (ή μη) της παραγραφής της επίδικης αξιώσεως μετά τις τροποποιήσεις στον Κώδικα Πολιτικής Δικονομίας με τον ν. 4335/2015, ΕΠολΔ 2016, σ. 321 επόμ.].

Προς επίρρωση των μόλις ρηθέντων, παρατίθενται και οι ακόλουθες παρατηρήσεις:

Εφόσον η αγωγή θεωρείται ως μη ασκηθείσα, τούτο σημαίνει ότι αίρονται αναδρομικά (με την έννοια ότι δεν παρήχθησαν ποτέ) και οι έννομες συνέπειες που συνδέονται στενά με την άσκησή της, είτε δικονομικές είτε ουσιαστικές, μεταξύ των οποίων και η διακοπή της παραγραφής [ίδετε σχετικά Δ. Δημητρίου, ό.π., σ. 321 επόμ.]. Μόνο το γεγονός ότι δεν επαναλήφθηκαν και στην περίπτωση του άρθ. 260 παρ. 2 ΚΠολΔ οι διατάξεις του άρθ. 263 ΑΚ, δεν είναι αρκετό για να θεμελιώσει το επιχείρημα της αντιδιαστολής και να οδηγήσει στη θέση ότι ο νομοθέτης συνειδητά ηθέλησε στην περίπτωση αυτή να διατηρήσει τη διακοπή της παραγραφής. Τουναντίον, η έντονη ομοιότητα των δύο περιπτώσεων (1. παραίτηση από αγωγή και 2. πάροδος 60 ημερών από τη ματαίωση χωρίς νέο προσδιορισμό της συζήτησης), συνισταμένη αφενός, μεν, στο γεγονός ότι η παράλειψη επίσπευσης της ματαιωθείσας συζήτησης της αγωγής, ενόψει και των συνεπειών που αυτή συνεπάγεται, υποδηλώνει κατ’ ουσίαν έμμεση παραίτηση από το δικόγραφο της αγωγής, αφετέρου, δε, στην πανομοιότυπη έννομη συνέπεια που συνοδεύει τις δύο περιπτώσεις (αγωγή: «μη ασκηθείσα»), οδηγεί στο συμπέρασμα ότι πρόκειται για κενό δικαίου, η πλήρωση του οποίου επιβάλλει την αναλογική εφαρμογή του άρθ. 263 παρ. 1 ΑΚ, γεγονός που σημαίνει ότι και στην περίπτωση του άρθ. 260 παρ. 2 ΚΠολΔ, η παραγραφή, η οποία αρχικά διακόπηκε με την έγερση της αγωγής, θεωρείται σαν να μη διακόπηκε, αν παρέλθουν εξήντα (60) ημέρες από τη ματαίωση της συζήτησης χωρίς να ζητηθεί ο προσδιορισμός νέας συζήτησης [ίδετε σχετικά Δ. Δημητρίου, ό.π., σ. 321 επόμ.].

Ευγενία Α. Φωτοπούλου, δικηγόρος

info@efotopoulou.gr

ΑΦΗΣΤΕ ΕΝΑ ΣΧΟΛΙΟ

Το email σας δεν θα δημοσιευτεί