Αρνητική αναγνωριστική αγωγή: βάρος απόδειξης και έννομο συμφέρον
Από τις διατάξεις των άρθρων 68, 70, 216 παρ. 1, 324 επ., 335, 338 ΚΠολΔ, προκύπτει ότι την αρνητική αναγνωριστική αγωγή νομιμοποιείται να εγείρει εκείνος που έχει άμεσο έννομο συμφέρον για να αναγνωρισθεί η ανυπαρξία μίας έννομης σχέσης. Για την πληρότητα του δικογράφου της αγωγής αρκεί μόνη η γενική άρνηση των πραγματικών περιστατικών που στηρίζουν το δικαίωμα που προβάλλει ο εναγόμενος και δεν είναι υποχρεωμένος ο ενάγων να αποδείξει την αναλήθεια των πραγματικών περιστατικών, που στηρίζουν το προβαλλόμενο από τον εναγόμενο δικαίωμα, τα οποία αυτός οφείλει να προτείνει και να αποδείξει (ΑΠ 452/2021, δημοσιευμένη σε ΤΝΠ ΝΟΜΟΣ).
Έννομη σχέση είναι η βιοτική σχέση του προσώπου που αναφέρεται σε άλλο πρόσωπο ή υλικό αγαθό και ρυθμίζεται από το εξ αντικειμένου δίκαιο. Έννομο συμφέρον υπάρχει όταν η ζητούμενη διάγνωση είναι το κατάλληλο μέσο άρσης της υφιστάμενης, ακόμη και μόνο από την καύχηση για ύπαρξη δικαιώματος που δεν υπάρχει, αβεβαιότητας στις σχέσεις των διαδίκων και προς αποτροπή του προκαλούμενου στα συμφέροντα του ενάγοντος κινδύνου από αυτήν. Άμεσο είναι το έννομο συμφέρον, όταν η ανάγκη παροχής της έννομης προστασίας είναι ενεστώτα, ήτοι υφίσταται κατά την έναρξη της δίκης. Θεωρείται δε, ότι γεννιέται τούτο ευθύς ως προσβληθεί ή αμφισβητηθεί το δικαίωμα ή η έννομη σχέση, διότι από τότε ανακύπτει η αναγκαιότητα προστασίας και έτσι αυτή καθίσταται άμεση (ΑΠ 823/2021, δημοσιεύμενη σε ΤΝΠ ΝΟΜΟΣ).
Επί αγωγής, με την οποία επιδιώκεται η αναγνώριση ανυπαρξίας δικαιώματος κυριότητας ή άλλου εμπράγματου δικαιώματος του εναγόμενου σε ακίνητο, ο ενάγων, όταν θεμελιώνεται το έννομο συμφέρον για την άσκηση της σε δικαίωμα κυριότητας του επίδικου ακινήτου, πρέπει αυτός να επικαλεσθεί στο δικόγραφο της αγωγής ότι με κάποιο τρόπο έγινε κύριος του ακινήτου και να εκθέτει τα στοιχειοθετούντα τον ισχυρισμό αυτό περιστατικά. Πρέπει δε, να αποδείξει τα περιστατικά αυτά στην περίπτωση που ο εναγόμενος τα αμφισβητήσει αλλιώς απορρίπτεται η αγωγή χωρίς άλλη έρευνα. Ο εναγόμενος, οφείλει, προς απόρριψη της αγωγής να επικαλεσθεί και να αποδείξει ότι μεταγενεστέρως έγινε αυτός κατά νόμιμο τρόπο κύριος του ακινήτου. Αν όμως, ο εναγόμενος ισχυριστεί ότι ο ενάγων ποτέ δεν έγινε κύριος του ακινήτου, του οποίου αυτός από την αρχή ήταν κύριος, τούτο αποτελεί άρνηση του αγωγικού ισχυρισμού περί έννομου συμφέροντος του ενάγοντος (ΑΠ 1551/2010, δημοσιευμένη σε ΤΝΠ ΝΟΜΟΣ).
Επίσης, ο κύριος του πράγματος, σε περίπτωση αμφισβήτησης της κυριότητάς του δικαιούται, έχοντας έννομο προς τούτο συμφέρον, να ζητήσει σύμφωνα με τη διάταξη του άρθρου 70 ΚΠολΔ, να αναγνωρισθεί είτε ότι εκείνος είναι κύριος του πράγματος (θετική αναγνωριστική αγωγή), είτε ότι ο αμφισβητών την κυριότητα του εναγόμενος τρίτος δεν είναι κύριος τούτου (αρνητική αναγνωριστική αγωγή). Η σώρευση, όμως, στο ίδιο δικόγραφο θετικής αναγνωριστικής αγωγής και αρνητικής τοιαύτης, εμποδίζεται από την έλλειψη εννόμου συμφέροντος στο πρόσωπο του ενάγοντος, εφόσον με την επιλογή από εκείνον του αιτήματος να αναγνωρισθεί η κυριότητά του επί του επιδίκου, παύει πλέον να υφίσταται στο πρόσωπό του και έννομο συμφέρον αναγνώρισης της ανυπαρξίας δικαιώματος κυριότητας στο πρόσωπο του εναγομένου (ΑΠ 908/2019, δημοσιευμένη σε ΤΝΠ ΝΟΜΟΣ).
Αγγελική Λιγοψυχάκη, δικηγόρος
email: info@efotopoulou.gr