Επίδοση αγωγής σε δικηγόρο που δεν είχε διοριστεί νομίμως ως αντίκλητος για τη συγκεκριμένη δίκη αλλά για άλλη συναφή, με τους ίδιους διαδίκους- απόρριψη αγωγής ως μη ασκηθείσας ανεξαρτήτως δικονομικής βλάβης
Σύμφωνα με το άρθρο 143 ΚΠολΔ ο δικαστικός πληρεξούσιος που διορίστηκε σύμφωνα με το άρθρο 96 είναι αυτοδικαίως και αντίκλητος για όλες τις επιδόσεις που αναφέρονται στη δίκη στην οποία είναι πληρεξούσιος, στις οποίες συμπεριλαμβάνεται και η επίδοση της οριστικής απόφασης. Η επίδοση μπορεί να γίνει και στον αντίκλητο, εκτός αν πρόκειται για αποφάσεις ή πράξεις που επιβάλλουν αυτοπρόσωπη ενέργεια του ενδιαφερομένου, οι οποίες πρέπει να επιδίδονται στον ίδιο. Η επίδοση της κλήσης, για την πρώτη συζήτηση της αγωγής ή ενδίκου μέσου μπορεί να γίνει και σε όποιον τα έχει υπογράψει ως πληρεξούσιος. Η επίδοση σε πρόσωπο που έχει τη διαμονή ή την έδρα του στο εξωτερικό ή είναι άγνωστης διαμονής πρέπει να γίνεται υποχρεωτικά στον αντίκλητο, εφόσον αναφέρεται στον κύκλο των υποθέσεων για τις οποίες έχει γίνει ο διορισμός του, και όταν ακόμη πρόκειται για αποφάσεις ή πράξεις που επιβάλλουν αυτοπρόσωπη ενέργεια του παραλήπτη της επίδοσης.
Από τις διατάξεις αυτές, σε συνδυασμό προς εκείνες των άρθρων 142 και 134 ΚΠολΔ σαφώς προκύπτει, ότι αν ο διάδικος στον οποίο γίνεται η επίδοση διαμένει ή έχει την έδρα του στο εξωτερικό και έχει διορισμένο αντίκλητο, η επίδοση πρέπει να γίνεται υποχρεωτικά προς τον αντίκλητο αυτόν, αλλά υπό την προϋπόθεση του νομίμου διορισμού αυτού, ο οποίος (διορισμός) ενεργείται α) είτε με δήλωση ενώπιον της Γραμματείας του πρωτοδικείου της κατοικίας του δηλούντος ή της πρωτεύουσας προκειμένου περί κατοίκου αλλοδαπού (άρθρο 142 παρ. 1 ΚΠολΔ), β) είτε με ρήτρα σε σύμβαση, που καλύπτει την επίδοση όλων των εξωδίκων ή διαδικαστικών πράξεων που έχουν σχέση με τη σύμβαση…. γ) είτε με διορισμό πληρεξουσίου δικηγόρου κατ’ άρθρον 96 ΚΠολΔ.
Επομένως ο επικαλούμενος επίδοση δικογράφου προς τρίτον, ως αντίκλητο του διαδίκου, πρέπει να προτείνει και να αποδεικνύει τα στοιχεία της κατά τις άνω διατάξεις νομίμου ιδιότητας του αντικλήτου, δηλαδή απαιτείται η υπό του επικαλουμένου την επίδοση απόδειξη της κατά τα άνω ιδιότητας του αντικλήτου εκείνου προς τον οποίον έγινε η επίδοση για το κύρος αυτής (ΑΠ 207/1968 ΝοΒ 1968, 717).
Ειδικότερα κατά την έννοια των ως άνω διατάξεων ο κατά το άρθρο 96 ΚΠολΔ νομίμως διορισμένος δικαστικός πληρεξούσιος είναι από το νόμο αντίκλητος ως προς όλες τις επιδόσεις που αναφέρονται στη δίκη για την οποία διορίσθηκε μέχρι της οριστικής αποφάσεως συμπεριλαμβανομένης, της νομιμοποιήσεως εξεταζόμενης και αυτεπαγγέλτως. Έτσι στον αντίκλητο αυτόν είναι δυνατή η επίδοση κάθε δικογράφου που αφορά τη συγκεκριμένη και μόνο δίκη (βλ. και ΑΠ 1354/2006, Νόμος).
Στην προκρινόμενη περίπτωση το Δικαστήριο έκρινε ότι λαμβανομένου υπόψη ότι η ιδιότητα κάποιου ως αντικλήτου εξετάζεται από το δικαστήριο αυτεπάγγελτα, ότι ο επικαλούμενος επίδοση σε αντίκλητο του διαδίκου φέρει το βάρος επίκλησης και απόδειξης της ιδιότητάς του και ότι η επίδοση σε πρόσωπο που δεν έχει την ιδιότητα αντικλήτου είναι ανυπόστατη (ΑΠ 1305/2020) και όχι άκυρη, και γι’ αυτό εξάλλου δεν εξετάζεται τυχόν δικονομική βλάβη του προσώπου προς τον οποίο γίνεται η επίδοση, και επειδή στην προκειμένη περίπτωση η ανωτέρω δικηγόρος στην οποία επιδόθηκε η κρινόμενη αγωγή δεν ήταν νομίμως διορισθείσα αντίκλητος του εναγόμενου κατά τον κρίσιμο χρόνο της επίδοσης, σύμφωνα με τα προειρημένα, όπως βάσιμα ισχυρίζεται και ο εναγόμενος, η επίδοση της κρινόμενης αγωγής τυγχάνει ανυπόστατη – ασχέτως δικονομικής βλάβης του εναγόμενου – και, κατά συνέπεια, εφόσον δεν αποδεικνύεται άλλη νόμιμη επίδοση της αγωγής εντός της νόμιμης προθεσμίας του άρθρου 215 § 2 ΚΠολΔ, η κρινόμενη αγωγή, σύμφωνα με την ανωτέρω διάταξη, πρέπει να θεωρηθεί ως μη ασκηθείσα [βλ ΜπρΑθ. 70980/2025, αδημοσίευτη].
Ναταλία Κ. Νεραντζάκη, δικηγόρος
info@efotopoulou.gr