Η διοικητική ποινή του προστίμου του άρθρου 29 παρ. 1 του ν. 2971/2001 αποσκοπεί στη συμμόρφωση των διοικουμένων προς τις διατάξεις περί αιγιαλού και παραλίας και οι αναφυόμενες διαφορές είναι διοικητικές διαφορές και η εκδίκασή τους ανήκει στη δικαιοδοσία των τακτικών διοικητικών δικαστηρίων (ΣτΕ 2671/2007, δημ. ΤΝΠ ΝΟΜΟΣ)
Σύμφωνα με την παράγραφο 1 του άρθρου 29 του Ν. 2971/2001 προβλέπεται ότι «όποιος χωρίς άδεια ή με υπέρβαση αυτής ή με άδεια που εκδίδεται κατά παράβαση του νόμου αυτού επιφέρει στον αιγιαλό, την παραλία, τη θάλασσα […] οποιαδήποτε μεταβολή με την κατασκευή, τροποποίηση ή καταστροφή έργων ή του εδάφους ή του πυθμένα με τη λήψη χώματος, λίθων ή άμμου ή με οποιονδήποτε άλλον τρόπο, ανεξάρτητα αν με τον τρόπο αυτόν επήλθε ζημιά σε οποιονδήποτε, τιμωρείται με φυλάκιση τουλάχιστον ενός έτους και με τα πρόστιμα που επιβάλλονται διοικητικά σύμφωνα με την παράγραφο 23 του άρθρου 3 του Ν. 2242/1994 που εφαρμόζεται κατά τα λοιπά».
Εξάλλου, στην παραπάνω διάταξη του άρθρου 3 παρ. 23 του Ν. 2242/1994 «Πολεοδόμηση περιοχών δεύτερης κατοικίας σε Ζώνες Οικιστικού Ελέγχου, προστασία φυσικού και δομημένου περιβάλλοντος και άλλες διατάξεις» ορίζεται ότι «Στους παραβάτες της παραγράφου 2 του άρθρου 24 του Ν. 2344/1940 […] ανεξαρτήτως των συντρεχουσών ποινικών ευθυνών, επιβάλλεται από την οικεία Λιμενική Αρχή πρόστιμο ύψους τουλάχιστον πεντακοσίων χιλιάδων (500.000) δραχμών και μέχρι δέκα εκατομμύρια (10.000.000) δραχμές κατά τη διαδικασία του άρθρου 157 του Ν.Δ/τος 187/ 1973. Σε σοβαρές περιπτώσεις παράνομων προσχώσεων και αλλοιώσεων του αιγιαλού και της παραλίας ο Υπουργός Εμπορικής Ναυτιλίας επιβάλλει πρόστιμο ύψους μέχρι εκατό εκατομμυρίων (100.000.000) δραχμών, ύστερα από πρόταση της οικείας Λιμενικής Αρχής […]».
Από τις διατάξεις αυτές προκύπτει ότι η διοικητική ποινή του προστίμου, που επιβάλλεται, βάσει του άρθρου 29 παρ. 1 του Ν. 2971/2001, σε συνδυασμό προς την παρ. 23 του άρθρου 3 του Ν. 2242/1994, αποσκοπεί στη συμμόρφωση των διοικουμένων προς τις διατάξεις περί αιγιαλού και παραλίας. Ενόψει δε του προδήλου δημοσίου σκοπού, στον οποίο αποβλέπει ο σχετικός διοικητικός έλεγχος, οι διαφορές που ανακύπτουν από την αμφισβήτηση της νομιμότητας της διοικητικής πράξεως επιβολής του προστίμου είναι διοικητικές διαφορές.
Περαιτέρω, κατά την έννοια των αυτών διατάξεων, σε συνδυασμό προς τις διατάξεις του άρθρου 157 του Κώδικα Δημοσίου Ναυτικού Δικαίου (Ν.Δ. 187/1973, Α΄ 261), με τις οποίες προβλέπεται διοικητική διαδικασία, βάσει της οποίας επιβάλλεται η ανωτέρω ποινή, κατά την εκδίκαση των εν λόγω διαφορών το δικαστήριο είναι αρμόδιο, κατά την ουσιαστική του κρίση, να διαπιστώσει τη διάπραξη ή μη της επίδικης παραβάσεως και το είδος και τις συνθήκες συντελέσεώς της και να κρίνει για το ύψος του επιβλητέου προστίμου. Οι διαφορές, συνεπώς, αυτές συνιστούσαν ανέκαθεν ουσιαστικές διοικητικές διαφορές, η εκδίκαση των οποίων ανήκε προσωρινά στη δικαιοδοσία των πολιτικών δικαστηρίων (άρθρο 94 παρ. 2 του Συντάγματος) και, συγκεκριμένα, του Ειρηνοδικείου, (157 παρ. 2 Ν.Δ. 187/1973), ήδη δε, μετά την ισχύ του Ν. 1406/1983 (Α΄ 182) που εκδόθηκε σε συμμόρφωση προς το άρθρο 94 παρ. 1 του Συντάγματος, μεταφέρθηκε οριστικά στη δικαιοδοσία των τακτικών διοικητικών δικαστηρίων, δυνάμει της παρ. 1 του άρθρου 1 του νόμου αυτού (βλ. ΣΕ 3626/2004, 3576/1996, πρβλ. ΣΕ 3724 – 6/1998, βλ. και ΣΕ 1467/1990 Ολομ.).
Κωνσταντίνα Β. Πουρνάρα
Δικηγόρος