Δε συνιστά νόμιμο τρόπο υποβολής της έγκλησης η αποστολή της τηλεγραφικά ή με τηλεομοιοτυπία ή με απλή ή συστημένη επιστολή (ΔιατΕισΠρωτΑμαλιαδ 20/2018)
Δυνάμει της πρόσφατης υπ’ αριθμ. 20/2018 Διατάξεως[1], η επιληφθείσα Αντεισαγγελέας Πρωτοδικών Αμαλιάδος Αγγ. Χρ. Κυριαζή αρχειοθέτησε έγκληση που είχε αποσταλεί στην Εισαγγελία Πρωτοδικών δια τηλεομοιοτυπίας, συντασσόμενη με την κρατούσα νομολογιακή άποψη, σύμφωνα με την οποία η αποστολή έγγραφης έγκλησης τηλεγραφικά ή με τηλεομοιοτυπία ή με απλή ή συστημένη επιστολή δεν αποτελεί νομότυπο τρόπο υποβολής της έγκλησης, ισοδυναμεί δε με αναφορά «νόμω αστήρικτου», τιθέμενη κατά τούτο στο αρχείο κατ’ άρθρο 43 ΚΠΔ, χωρίς να είναι αναγκαίο να εκδοθεί απορριπτική διάταξη από τον εισαγγελέα κατά το άρθρο 47 ΚΠΔ.
Eιδικότερα, κατά τα διαλαμβανόμενα στην ως άνω Διάταξη: «…Κατά την κρατούσα στη νομολογία άποψη η αποστολή έγγραφης έγκλησης τηλεγραφικά ή με τηλεομοιοτυπία ή με απλή ή συστημένη επιστολή δεν αποτελεί νομότυπο τρόπο υποβολής της έγκλησης, αφού η διάταξη του άρθρου 42 παρ. 2 ΚΠΔ (κατά παραπομπή του άρθρου 46 ιδίου Κώδικος) δε φαίνεται να επιτρέπει την υποβολή έγκλησης με τέτοιους τρόπους, οριζούσης ότι η «μήνυση γίνεται αμέσως στον Εισαγγελέα Πλημμελειοδικών» (και όχι «απευθείας» ως ανεπιτυχώς αναφέρει το μεταγλωττισμένο κείμενο της δημοτικής» (Βλ. επ’ αυτού Μπέκα, ΣυστΕρμΠοινΚ, Εκδόσεις Σάκκουλα Αθήνα Θεσσαλονίκη 2000, υπ’ άρθρο 117 αριθ. 14). Πράγματι ο νομοθέτης δια του όρου «γίνεται αμέσως» είναι πρόδηλο ότι θέλησε να αποκλείσει την μεσολάβηση παντός μεταβιβαστικού της εγκλήσεως οργάνου απαιτών την αυτοπρόσωπη παράδοσή της, η οποία προϋποθέτει εμφάνιση του εγκαλούντος ενώπιον του Εισαγγελέως ή ετέρου ανακριτικού υπαλλήλου, των ως άνω μάλιστα προσώπων όντων αποκλειστικώς αρμοδίων να δέχονται την έγκληση (Βλ. Αναφορά ΕισΠλημΑθηνών με αριθμό Γ 94/6439/94 ΠοινΧρ ME’ σελ, 246, ΣυμβΠλημ θεσ/νίκης 1521/1990, Υπεράσπιση 1991, σελ 246, ΣυμβΠλημΧαλκίδας 216/1989, ΠοινΧρ Μ’ σελ. 226, ΣυμβΠλημ Πατρών 396/1976, ΠοινΧρ ΚΣΤ’ σελ 776 επ., ΑναφΕισΠρωτΕδεσ με αριθ. 71/1979 ΠοινΧρ ΚΘ’ σελ. 311 επ., Διάταξη ΕισΠρωτ Χανίων με αριθ. 43/1983, ΠοινΧρ ΛΔ’ σελ. 765 επ., ΠλημΘεο/νίκης 907/1984, Αρμ. 1984 σελ 820, όπου και παρατηρήσεις Α. Μαργαρίτη, ακόμη Βλ. Μπέκα, όπ.π., καθώς επίσης και Μαργαρίτη, σε Μαργαρίτη – Παρασκευόπουλου, Ποινολόγια, Εκδόσεις Σάκκουλα Αθήνα – Θεσσαλονίκη 2000, σελ 246). Εάν δε υπάρξει τέτοιος τρόπος υποβολής της έγκλησης, το περιεχόμενο του τηλεγραφήματος ή της τηλεμοιοτυπίας ή της επιστολής ισοδυναμεί με αναφορά «νόμω αστήρικτου» και τίθεται στο αρχείο, κατ’ άρθρο 43 ΚΠΔ, χωρίο να χρειάζεται να εκδοθεί διάταξη κατά το άρθρο 47 ΚΠΔ (έτσι Μπέκας, όπ.π., Αναφ.ΕισΠρωτΕδεσ με αρ. 71/1979, όπ.π., που εγκρίθηκε από ΕισΕφετΘεσ/κης με 2719/1979 παραγγελία του).
Στη συγκεκριμένη περίπτωση η συμβολαιογράφος Λεχαινών, … του …, δια τηλεομοιοτυπίας απέστειλε στην Εισαγγελία Πρωτοδικών Αμαλιάδας την από 2-1-2017 μηνυτήρια αναφορά της, με την οποία και κατήγγειλε την μη εύρυθμη λειτουργία του Υποθηκοφυλακείου Μυρτουντίων, αποδίδοντας την στην αδυναμία της …, αναπληρώτριας Υποθηκοφύλακα Μυρτουντίων, να ανταποκριθεί στα υπηρεσιακά της καθήκοντα. Ακολούθησε η διενέργεια προκαταρκτικής εξέτασης και από την επισκόπηση του συγκεντρωθέντος αποδεικτικού υλικού, στοιχεία εκ των οποίων να πιθανολογείται η διάπραξη αξιοποίνων πράξεων αυτεπαγγέλτως διωκομένων δεν προέκυψαν καθώς οι περιγραφόμενες παραλείψεις αποτελούν παράβαση των κανόνων οργάνωσης και λειτουργίας ενός Υποθηκοφυλακείου, στοιχειοθετούντων προς τούτο πειθαρχικό αδίκημα του άρθρου 44 του Νόμου 2830/2001. Σημειωτέον δε, ότι σε βάρος της ανωτέρω Συμβολαιογράφου, έχει σχηματιστεί η με αριθμ. φακέλου …/2017 πειθαρχική προκαταρκτική δικογραφία στην οποία και συσχετίσθηκαν φωτοαντίγραφα της παρούσης. Για τους ανωτέρω λόγους έθεσα την παρούσα στο Αρχείο».
Επί του υπό κρίσιν ζητήματος παρατηρείται από τον Μπουρμά[2] ότι υπάρχει έντονη διχογνωμία για το εάν είναι νόμιμη η υποβολή έγκλησης τηλεγραφικά ή με απλή/συστημένη επιστολή ή με fax. Κρατούσα φαίνεται η άποψη που απορρίπτει αυτή τη δυνατότητα με βάση τη διατύπωση του άρθρου 42 παρ. 2 ΚΠΔ στο κείμενο της καθαρεύουσας («αμέσως»)[3]. Σ’ αυτή την περίπτωση, το περιεχόμενο του τηλεγραφήματος κ.λπ. ισοδυναμεί με νόμω αβάσιμη αναφορά και τίθεται στο αρχείο, χωρίς να είναι αναγκαίο να εκδοθεί απορριπτική διάταξη από τον εισαγγελέα[4]. Υποστηρίζεται, ωστόσο, και η αντίθετη άποψη που αναγνωρίζει την ανωτέρω μορφή υποβολής έγκλησης ως νόμιμη, εφόσον προέρχεται από το νόμιμο δικαιούχο έγκλησης, και αιτιολογείται η θέση της πρώτης άποψης λόγω της – χωρίς νομοθετική βάση – πρακτικής όρκισης του εγκαλούντος[5].
Εμμανουέλα Μανωλιδάκη, δικηγόρος
[1] Βλ. ΔιατΕισΠρωτΑμαλιαδ Αγγ. Κυριαζή 20/2018 , ΤΝΠ ΙΣΟΚΡΑΤΗΣ = ΝοΒ 2018, σελ. 493-494.
[2] Βλ. Γ. Μπουρμπά σε Λ. Μαργαρίτη, Κώδικας Ποινικής Δικονομίας, Ερμηνεία κατ’ άρθρο, Τόμος Πρώτος (Άρθρα 1-304), Νομική Βιβλιοθήκη, 2η έκδοση, 2011, σελ. 203-204 (υπό άρθρο 46).
[3] Βλ. Μαργαρίτη, Αρμ 1984, σελ. 821 επ., ΣυμβΠλημΠατρ 396/1976, ΠοινΧρ ΚΣΤ΄, σελ. 776 επ., και την εκεί σύμφωνη Προτ. Εισ. Ζαβολέα, ΑναφΕισΠλημΕδεσσ Ζ. Μουράτη 71/1979, ΠοινΧρ ΚΘ΄, σελ. 311 επ., ΔιατΕισΠλημΧαν Ν. Τζουλάκη 43/1983, ΠοινΧρ ΛΔ΄, σελ. 765 επ., ΠλημΘεσσ 907/1984, Αρμ 1984, σελ. 820, ΣυμβΠλημΧαλκιδ 216/1989, ΠοινΧρ Μ΄, σελ. 226 επ., ΣυμβΠλημΘεσσ 1521/1990, Υπερ 1991, σελ. 246, ΔιατΕισΠρωτΜυτιλ Σ. Πετράκη 94/1999, ΠοινΧρ ΜΘ΄, σελ. 970.
[4] Βλ. ΑναφΕισΠλημΕδεσσ Ζ. Μουράτη 71/1979, ΠοινΧρ ΚΘ΄, σελ. 311 επ., εκγριθείσα με την 2719/1979 παραγγελία του ΕισΕφΘεσσ, ΔιατΕισΠρωτΑθ Π. Παναγιωτόπουλου 94/1994, ΠοινΧρ ΜΕ΄, σελ. 246, Πρβλ. Αλεξιάδη, Η καταγγελία, σελ. 127, Κονταξή, Κώδικας Ποινικής Δικονομίας, τόμ. Α΄, 1989, σελ. 331, ΠραξΑρχειοθΕισΠρωτΑμφ 651/2003, ΠοινΔικ 2003, σελ. 1336.
[5] Βλ. Μπάκα, Η προδικασία της ποινικής δίκης, 1995, σελ. 190 επ..