Διοίκηση του κοινού πράγματος και διορισμός διαχειριστή σε περίπτωση που η διοίκηση δεν καθορίστηκε με κοινή συμφωνία ή πλειοψηφία
Κατ’ άρθρο 787 ΑΚ, καθένας των κοινωνών δικαιούται σε χρήση του κοινού αντικειμένου, εφόσον απ’ αυτήν δεν παρακωλύεται η σύγχρηση των λοιπών, ενώ κατ’ άρθρο 788 ΑΚ η διοίκηση του κοινού ανήκει σε όλους μαζί τους κοινωνούς. Τροποποίηση της ομόφωνης απόφασης των κοινωνών μπορεί να υπάρξει με μεταγενέστερη απόφαση της πλειοψηφίας ή με δικαστική απόφαση, όταν νεότερα γεγονότα επιβάλλουν την αλλαγή του τρόπου διοίκησης, όταν υφίσταται αντικειμενικός λόγος τροποποίησης, λόγω μεταβολής των συνθηκών (Καυκάς Ειδ. Ενοχικό 11, άρθρα 788 – 789, σ. 242).
Κατά την 789 ΑΚ, με απόφαση της πλειοψηφίας των κοινωνών, λαμβανομένη κατά το μέγεθος των μερίδων, μπορεί να καθορισθεί ο, για το κοινό αντικείμενο, προσήκων τρόπος τακτικής διοίκησης και εκμετάλλευσης αυτού. Περαιτέρω, κατά τη διάταξη του άρθρου 790 ΑΚ, αν η διοίκηση και η χρησιμοποίηση κοινού πράγματος δεν καθορίσθηκε με κοινή συμφωνία ή με πλειοψηφία (των κοινωνών), καθένας από τους κοινωνούς έχει δικαίωμα να ζητήσει να την κανονίσει το δικαστήριο με τον τρόπο που είναι ο πιο πρόσφορος και συμφέρει περισσότερο όλους τους κοινωνούς. Από τη διάταξη αυτή συνάγεται με σαφήνεια ότι ο δικαστικός καθορισμός του τρόπου διοίκησης του κοινού πράγματος, ο οποίος δεν τείνει στη διάγνωση ουσιαστικού δικαιώματος, αλλά αποτελεί ρυθμιστική παρέμβαση του δικαστηρίου, που αποβλέπει στην εξεύρεση του περισσότερο πρόσφορου και επωφελούς για όλους τους κοινωνούς τρόπου διοίκησης και χρησιμοποίησης του κοινού πράγματος, προϋποθέτει αδυναμία συμφωνίας των κοινωνών έστω κατά πλειοψηφία, ισχύει δε ενόσω υφίσταται η κοινωνία και μπορεί να τροποποιηθεί μόνο με συμφωνία όλων των κοινωνών (και όχι της πλειοψηφίας αυτών) ή με νέα δικαστική απόφαση επί μεταβολής των συνθηκών (ΑΠ1369/2008, ΕλλΔνη 2011/478). Κατά την άσκηση της ρυθμιστικής του αυτής παρέμβασης, το δικαστήριο δεν υπόκειται σε περιορισμούς και ενδεικτικά μόνον καθορίζεται η δυνατότητα διορισμού διαχειριστή, οφείλει όμως να μην παραβιάζει τις κείμενες διατάξεις των νόμων. Έτσι το δικαστήριο, στο οποίο μπορεί να προσφύγει κάθε κοινωνός, επικαλούμενος μεταξύ των άλλων και την έλλειψη απόφασης όλων ή της πλειοψηφίας τους (ΑΠ 1769/1998, ΕλλΔνη 32.92), κανονίζει την διοίκηση ή τη χρησιμοποίηση του κοινού κατά τον τρόπο που είναι πιο πρόσφορος και συμφέρει όλους τους κοινωνούς, έχοντας και τη δυνατότητα, για την καλύτερη επιτυχία του κοινού σκοπού των κοινωνών, να διορίσει διαχειριστή, η εξουσία του οποίου, καθοριζόμενη στην απόφαση, περιλαμβάνει κάθε πράξη διοικήσεως και διαχειρίσεως του κοινού, που τείνει στην προς το συμφέρον των κοινωνών εκμετάλλευση, χρησιμοποίηση, κάρπωση και αύξηση της αξίας αυτού, και επομένως και την εκμίσθωση αυτού, ως και την είσπραξη των μισθωμάτων του κοινού πράγματος. Η αγωγή με την οποία επιδιώκεται η (οριστική) ρύθμιση της διοίκησης του κοινού ασκείται ενώπιον του πολυμελούς πρωτοδικείου, επειδή το αντικείμενό της δεν μπορεί να αποτιμηθεί σε χρήμα (αρθρ. 18 ΚΠολΔ) και εκδικάζεται κατά τη συνήθη τακτική διαδικασία (ΕφΑΘ 4857/99 ΛΕΕ 1999. 873, ΕφΑΘ 9314/96 Δνη 1997. 1654, ΕφΑΘ 5562/92 Δνη 1994. 147), σ’ αυτήν δε, πρέπει να αναφέρονται: α) η ύπαρξη κοινωνίας μεταξύ των διαδίκων, χωρίς να απαιτείται περιγραφή του ιστορικού της γέννησης της κοινωνίας, β) η έλλειψη απόφασης της παμψηφίας ή πλειοψηφίας, ή ότι η υπάρχουσα απόφαση είναι άκυρη ή δεν είναι πλέον κατάλληλη και πιο συμφέρουσα για τους κοινωνούς. Η προϋπόθεση αυτή αποτελεί στοιχείο της βάσης της αγωγής και το βάρος της απόδειξης ότι δεν υπάρχει απόφαση των κοινωνών το φέρει ο ενάγων (ΑΠ 1769/88 Δνη 1991. 12, ΕφΑΘ 1662/93 Δνη 1994. 153), γ) ισχυρισμός του ενάγοντος ότι βρίσκεται στη συννομή του κοινού πράγματος και δ) υπόδειξη από τον ενάγοντα του περισσότερου πρόσφορου και συμφέροντος, κατά την κρίση του, τρόπου διοικήσεως και διαχειρίσεως του κοινού, διαφορετικά η αγωγή απορρίπτεται ως αόριστη (Σκούρας σε ΕρμΑΚ. Γεωργιάδη – Σταθόπουλου, σχόλια υπό άρθρο 790, αρ. 14. 176, Τζίφρας, ΕΕΝ 41. 425). Τότε μόνο είναι δυνατή η δικαστική παρέμβαση, που έχει ως σκοπό την αναπλήρωση της ελλείπουσας απόφασης των κοινωνών, όταν υπάρχει πραγματική ή νομική αδυναμία των κοινωνών να καθορίσουν την τακτική διοίκηση του κοινού (ΑΠ 1084/05 Δνη 2007. 178, ΑΠ 825/04 ΧρΙΔ 2004. 984, ΑΠ 1769/88 ό.π.). Δυνατότητα δικαστικής παρέμβασης υπάρχει και όταν, παρά την ύπαρξη απόφασης των κοινωνών, έχουν μεταβληθεί οι συνθήκες και ο καθορισθείς από τους κοινωνούς τρόπος διοίκησης δεν ταιριάζει πλέον στο κοινό αντικείμενο ή έπαυσε να είναι ο πιο πρόσφορος και συμφέρων για τους κοινωνούς, δεν κατέστη δε δυνατή η λήψη νέας απόφασης από την πλειοψηφία (ΕφΛαρ 419/2013, Δικογραφία 2013/782). Εκ της υπ’ αρ. 366/2025 απόφασης του Εφετείου Αθηνών.
Ευγενία Α. Φωτοπούλου, δικηγόρος
info@efotopoulou.gr