Δίκη κατόπιν παραπομπής από αναρμόδιο δικαστήριο
Σύμφωνα με το άρθρο 46 ΚΠολΔ: «Αν το δικαστήριο δεν είναι καθ’ ύλην ή κατά τόπον αρμόδιο, αποφαίνεται γι’ αυτό αυτεπαγγέλτως και προσδιορίζει το αρμόδιο δικαστήριο, στο οποίο παραπέμπει την υπόθεση. Η παραπεμπτική απόφαση, όταν τελεσιδικήσει, είναι υποχρεωτική, τόσο για την αναρμοδιότητα του δικαστηρίου που παρέπεμψε, όσο και για την αρμοδιότητα του δικαστηρίου στο οποίο γίνεται η παραπομπή. Οι συνέπειες που έχει η άσκηση της αγωγής διατηρούνται.»
Κατά τα ανωτέρω, λοιπόν, το αναρμόδιο δικαστήριο, αυτοδικαίως παραπέμπει την εκδίκαση της υπόθεσης στο αρμόδιο, το οποίο ύστερα από την τελεσιδικία της απόφασης δεν μπορεί να κηρύξει εαυτό αναρμόδιο και να παραπέμψει την υπόθεση σε άλλο δικαστήριο. Η απόφαση παραπομπής, επομένως, έχει με την τελεσιδικία της δεσμευτικό χαρακτήρα.
Λόγω της αυτοδίκαιης μετάθεσης της εκκρεμοδικίας που αναφέρθηκε ανωτέρω, δεν απαιτείται η άσκηση νέας αγωγής, ούτε η κατάθεση κι επίδοση της αγωγής που είχε ασκηθεί στον αναρμόδιο δικαστήριο, αλλά αρκεί η κατάθεση απλής κλήσης από τον επισπεύδοντα τη συζήτηση. Επιπροσθέτως, δεν απαιτείται επίδοση της παραπεμπτικής απόφασης στον αντίδικο καθώς και ούτε κατάθεση αυτής στο δικαστήριο της παραπομπής. Η διαδικασία ενώπιον του αρμόδιου δικαστηρίου συνεχίζεται από το σημείο που βρισκόταν στο αναρμόδιο δικαστήριο και κατ’ ακολουθίαν όλες οι διαδικαστικές πράξεις που έγιναν στο αναρμόδιο δικαστήριο είναι έγκυρες και δεν απαιτείται επανάληψή τους (π.χ. μαρτυρικές καταθέσεις, αυτοψία κ.ά. βλ. Κώδικας Πολιτικής Δικονομίας Ερμηνευτική-Νομολογιακή Ανάλυση, Βασίλης Αντ. Βαθρακοκοίλης, Αθήνα 1996, σελ. 307-308 και Ερμηνεία ΚΠολΔ, Κεραμεύς-Κονδύλης-Νίκας, Εκδόσεις Σάκκουλα, Αντ. Ν. Σάκκουλα, Δίκαιο & Οικονομία Π.Ν. Σάκκουλα, 2000, σελ. 110).
Ελευθερία Παναγοπούλου
Ασκούμενη δικηγόρος
info@efotopoulou.gr