Εμπρόθεσμο των λόγων ανακοπής κατά το άρθρα 934 ΚΠολΔ – Ιδίως το εμπρόθεσμο της ανακοπής κατά έκθεσης πλειστηριασμού και περίληψης κατακυρωτικής έκθεσης
Σύμφωνα με το άρθ. 934 ΚΠολΔ, όπως αντικαταστάθηκε από το άρθρο 1 άρθρο όγδοο παρ. 2 του Ν. 4335/2015 (Φ.Ε.Κ. Α΄ 87/23.07.2015, με έναρξη ισχύος την 01.01.2016, σύμφωνα με το άρθρο 1 άρθρο ένατο παρ. 4 του Ν. 4335/2015): «1. Ανακοπή σύμφωνα με το άρθρο 933 είναι παραδεκτή: α) Αν αφορά ελαττώματα από τη σύνταξη της επιταγής προς εκτέλεση μέχρι και τη δημοσίευση του αποσπάσματος της κατασχετήριας έκθεσης κατά τα άρθρα 955 και 995 ή την απαίτηση ή σε περίπτωση κατάσχεσης στα χέρια τρίτου μέχρι και την επίδοση του κατασχετηρίου εγγράφου στον καθ’ ου, μέσα σε σαράντα πέντε (45) ημέρες από την ημέρα της κατάσχεσης. Σε περίπτωση άμεσης εκτέλεσης, η ανακοπή κατά της επιταγής προς εκτέλεση ασκείται μέσα σε τριάντα (30) ημέρες από την επίδοση της επιταγής, β) Αν αφορά την εγκυρότητα της τελευταίας πράξης της εκτέλεσης, μέσα σε τριάντα (30) ημέρες αφότου η πράξη αυτή ενεργηθεί και αν πρόκειται για εκτέλεση για την ικανοποίηση χρηματικών απαιτήσεων, μέσα σε τριάντα (30) ημέρες από την ημέρα του πλειστηριασμού ή αναπλειστηριασμού αν πρόκειται για κινητά, και εξήντα (60) ημέρες αφότου μεταγραφεί η περίληψη της κατακυρωτικής έκθεσης, αν πρόκειται για ακίνητα. 2. Αν πρόκειται για εκτέλεση για την ικανοποίηση χρηματικών απαιτήσεων, τελευταία πράξη εκτέλεσης είναι η σύνταξη έκθεσης πλειστηριασμού και κατακύρωσης».
Συνεπώς, το άρθ. 934 παρ. 1 αρ. α΄ ΚΠολΔ, όπως αντικαταστάθηκε ανωτέρω, προβλέπει μία ενιαία προθεσμία για όλους τους λόγους ανακοπής που υπάγονταν προηγουμένως στο (παλαιό) άρθρο 934 παρ. 1 αρ. α΄ και β΄ και συνεπώς, όλους τους λόγους ανακοπής που βάλλουν κατά των πράξεων της εκτελεστικής διαδικασίας έως και τη δημοσίευση του αποσπάσματος της κατασχετήριας εκθέσεως, ανεξάρτητα από τον χαρακτηρισμό τους ως πράξεων της προδικασίας ή της κύριας διαδικασίας της αναγκαστικής εκτελέσεως όπως και τους λόγους που αφορούν στην εγκυρότητα του εκτελεστού τίτλου, αν και δεν περιλαμβάνονται στη γραμματική διατύπωση του άρθρου και στην απαίτηση.
Εξάλλου, η προσήκουσα κάθε φορά προθεσμία που πρέπει να τηρήσει ο εκάστοτε ανακόπτων κρίνεται και υπό τη νέα μορφή του άρθ. 934 ΚΠολΔ, όχι από το αίτημα της ανακοπής του, δηλαδή από την πράξη αναγκαστικής εκτέλεσης που προσβάλλει αυτός, αλλά από τους λόγους που προτείνει με την ανακοπή του, δηλαδή από τα ιστορούμενα σε αυτήν ελαττώματα, τα οποία πρέπει να αναφέρονται ευθέως και αμέσως στο κύρος της προσβαλλόμενης με την ανακοπή πράξης της αναγκαστικής εκτέλεσης. Αυτό είναι το κριτήριο, δηλαδή, για το εμπρόθεσμο της ανακοπής: ο προβαλλόμενος λόγος, ήτοι η πράξη όπου ενυπάρχει το επικαλούμενο ελάττωμα και όχι το αίτημά της, δηλαδή οι επόμενες πράξεις των οποίων ζητείται η ακύρωση (ΑΠ 1898/2011, ΑΠ 37/2009 – ΤΝΠ ΝΟΜΟΣ).
Αν κάποια πράξη της αναγκαστικής εκτέλεσης δεν προσβληθεί μέσα στην προσήκουσα, κατά τα παραπάνω, προθεσμία, επέρχεται έκπτωση από το δικαίωμα προσβολής της, γεγονός που εξετάζεται και αυτεπαγγέλτως από το Δικαστήριο (άρθρ. 161 ΚΠολΔ), που κρίνει τη σχετική ανακοπή, με αποτέλεσμα η πράξη να θεωρείται έγκυρη και ισχυρή και το ελάττωμά της να μην μπορεί να προβληθεί μεταγενέστερα, ούτε να μπορεί να συμπαρασύρει σε ακυρότητα τις επόμενες πράξεις της διαδικασίας της αναγκαστικής εκτέλεσης. Συνεπώς, η ανακοπή που περιέχει λόγους ακυρότητας που θίγουν αμέσως τις προγενέστερες του πλειστηριασμού πράξεις της εκτέλεσης και εμμέσως μόνο την πράξη του πλειστηριασμού, ως τελευταία πράξη της εκτέλεσης, πρέπει να ασκηθεί μέσα στην ανωτέρω προθεσμία του άρθρου 934 παρ. 1 περ. α’ ΚΠολΔ, μόνο, δε, μετά την τελεσίδικη παραδοχή της και την ακύρωση των προγενεστέρων αυτών πράξεων της εκτέλεσης, η οποία ακύρωση επιδρά ακυρωτικά και επί του πλειστηριασμού, μπορεί να προσβληθεί παραδεκτώς για το λόγο αυτόν ο πλειστηριασμός μέσα στην προθεσμία του άρθρου 934 παρ. 1 περ. β΄ και 2 ΚΠολΔ.
Η νέα διαδικαστική δομή της ανακοπής του άρθ. 933 ΚΠολΔ, επέβαλε και την τροποποίηση του άρθ. 934 ΚΠολΔ, ώστε τα στάδια προσβολής των πράξεων εκτέλεσης και προβολής των ελαττωμάτων τους να περιοριστούν από τρία σε δύο. Έτσι, όλες οι ανακοπές που αφορούν ενδεχόμενες πλημμέλειες που εντοπίζονται στο χρονικό πλαίσιο από την επίδοση της επιταγής προς εκτέλεση μέχρι και τη δημοσίευση του αποσπάσματος της κατασχετήριας έκθεσης, που συντελούνται από την προδικασία της επιταγής (924), την εντολή προς εκτέλεση (927) και την κατάσχεση (954, 955, 992, 995) ή και την προδικασία του πλειστηριασμού (ιδίως 999), πρέπει να ασκηθούν μέσα σε προθεσμία σαράντα πέντε (45) ημερών από την ημερομηνία της κατάσχεσης (ΕφΑνατΚρητ 127/2023 – ΤΝΠ ΝΟΜΟΣ).
Αγγελική Πολυδώρου, Δικηγόρος
email: info@efotopoulou.gr