Η παραγραφή των αξιώσεων κατά του Δημοσίου
Η σχέση κράτους – πολίτη είναι πάντα ιδιόμορφή. Αν και το άρθρο 4Σ κατοχυρώνει την αρχή της ισότητας, παρατηρούμε ότι αρκετές φορές η εν λόγω αρχή παρουσιάζεται μέσω της νομολογίας με ποικίλες αναγνώσεις. Χαρακτηριστικό παράδειγμα αποτελεί η περίπτωση της παραγραφής για τις αξιώσεις έναντι του Δημοσίου. Ενώ η γενική παραγραφή για τις αξιώσεις έναντι του Δημοσίου είναι πενταετής, για τις αξιώσεις των υπαλλήλων του Δημοσίου ή Ν.Π.Δ.Δ. ισχύει διετής παραγραφή. Το εν λόγω ζήτημα απασχόλησε το ΑΕΔ, που με την 9/2009 έκρινε σύμφωνη με το Σύνταγμα τη διάταξη του άρθρου 48 παρ. 3 του ν.δ/τος 496/1974, που προβλέπει διετή παραγραφή για τις αξιώσεις των υπαλλήλων κατά των ν.π.δ.δ., οι οποίες οφείλονται απευθείας από το νόμο. Επίσης, προσφάτως με την 2/2012 απόφασή του έκρινε συνταγματική τη διάταξη της παρ. 3 του άρθρου 91 του ν.δ/τος 321/1969, που προέβλεπε διετή παραγραφή των αξιώσεων των δημοσίων υπαλλήλων, οι οποίες οφείλονται απευθείας από το νόμο. Τέλος δε, με την 1/2012 απόφασή του, έκρινε επίσης συνταγματική τη διάταξη του άρθρου 90 παρ. 3 του ν. 2362/1995, η οποία προβλέπει διετή παραγραφή όλων των απαιτήσεων των δημοσίων υπαλλήλων από αποδοχές, απολαβές και αποζημιώσεις, είτε οφείλονται απευθείας εκ του νόμου είτε βασίζονται σε παρανομία της διοίκησης. Η ratio της εν λόγω δικαστικής κρίσης έγκειται στο ότι η διετής παραγραφή έχει θεσπισθεί για λόγους γενικότερου δημοσίου συμφέροντος και συγκεκριμένα από την ανάγκη ταχείας εκκαθαρίσεως των αξιώσεων που απορρέουν από περιοδικές (ανά μήνα) παροχές και των αντιστοίχων υποχρεώσεων του Ελληνικού Δημοσίου, η οποία είναι απαραίτητη για την προστασία της περιουσίας και της οικονομικής καταστάσεως αυτού, στην οποία συμβάλλουν οι φορολογούμενοι πολίτες με την καταβολή φόρων. Η ταχεία εκκαθάριση των εκκρεμοτήτων, αναφορικά με τις ως άνω αξιώσεις και τις αντίστοιχες υποχρεώσεις του Δημοσίου, είναι αναγκαία αφενός μεν προς αποφυγή ανατροπής, μετά την πάροδο μακρού χρονικού διαστήματος, των οικονομικών δεδομένων, κατά συνεκτίμηση των οποίων το Δημόσιο προβαίνει στον σχεδιασμό της οργανώσεως και του τρόπου λειτουργίας της δημοσίας διοικήσεως, καθώς και στην πρόβλεψη των σχετικών δαπανών κατά την κατάρτιση του κρατικού προϋπολογισμού, και αφετέρου προς αποφυγή των δυσμενών επιπτώσεων που επάγεται στην εκτέλεση του προϋπολογισμού η σε βάθος πολλών ετών ικανοποίηση των ανωτέρω αξιώσεων, λόγω του υπερβολικού ύψους των σχετικών απαιτήσεων, που απορρέει από τον μεγάλο αριθμό των σχετικών διαφορών που ανακύπτουν από την άσκηση αγωγών των συνταξιούχων του Ελληνικού Δημοσίου κατ’ αυτού.
Βέβαια για την πληρότητα της απάντησής μας δεν πρέπει να λησμονούμε την απόφαση του ΕΔΔΑ Ζουμπουλίδης κατά Ελλάδας, που έκρινε, ότι μόνη η επίκληση του γενικού συμφέροντος έγκαιρης ισοσκέλισης των υποχρεώσεων του Δημοσίου δεν αρκεί για να καθοριστεί κατά προνομιακό για το Δημόσιο τρόπο η ημέρα από την οποία ξεκινά ο υπολογισμό των νόμιμων τόκων στο επιδικασθέν ποσό, σε κάποιον εργαζόμενο στο Δημόσιο, δυνάμει σύμβασης ιδιωτικού δικαίου.
Ελένη Κλουκινιώτη
info@efotopoulou.gr