Υπολογισμός της αξίας των στοιχείων της κληρονομίας και των καταλογιστέων παροχών (δωρεές, γονικές παροχές κ.λπ.) για τον υπολογισμό της νόμιμης μοίρας –Ποιος θεωρείται ο κρίσιμος χρόνος υπολογισμού της περιουσίας για τον υπολογισμό της νόμιμης μοίρας;
Σύμφωνα με την ΑΚ 1710 παρ.1 κληρονομική διαδοχή είναι η περιέλευση της υπάρχουσας κατά τον θάνατο του ατόμου περιουσίας του ως συνόλου [κληρονομίας] από το νόμο ή από διαθήκη σε ένα ή περισσότερα πρόσωπα, δηλαδή στον ή στους κληρονόμους του. Η κληρονομική διαδοχή επέρχεται είτε με διαθήκη είτε από τον νόμο. Ως διαδοχή από τον νόμο θεωρείται η εξ αδιαθέτου κληρονομική διαδοχή, η οποία επέρχεται όταν δεν υπάρχει διαθήκη ή όταν εκείνη που υπάρχει ματαιωθεί μερικά ή εξ ολοκλήρου (ΑΚ 1710 § 2) και ρυθμίζεται στα άρθρα 1813 επ. ΑΚ, και η αναγκαστική διαδοχή [Ψούνη, Κληρονομικό Δίκαιο Ι, έκδοση 2004, σελ.59-62, Παπαδόπουλος, Αγωγές Κληρονομικού Δικαίου, τόμος Α, έκδοση 1994, σελ.37].
Η αναγκαστική διαδοχή ή διαδοχή από νόμιμη μοίρα είναι διαδοχή από τον νόμο, ρυθμίζεται από τις ΑΚ 1825 επ., που εισάγουν αναγκαστικό δίκαιο, και έχει προτεραιότητα έναντι της από διαθήκη διαδοχής. Τούτο σημαίνει ότι δεν μπορεί ο κληρονομούμενος με τη διαθήκη του να την παραμερίσει, δηλαδή να αποκλείσει από την κληρονομική του διαδοχή ορισμένα πρόσωπα, τους αναγκαίους κληρονόμους ή νόμιμους μεριδούχους του, εκτός εάν έχει λόγους αποκλήρωσης ή συντρέχει περίπτωση ex lege αποκλεισμού του συζύγου κατά την ΑΚ 1822. Ο μεριδούχος αποκτά, κατά το ποσοστό της νόμιμης μοίρας του, αυτούσια συμμετοχή στα περιουσιακά στοιχεία της κληρονομίας και ανάλογο δικαίωμα της ίδιας φύσης που είχε ο κληρονομούμενος π.χ. εμπράγματο ή ενοχικό και κατά το ποσοστό αυτό ευθύνεται ως κληρονόμος και για τα χρέη της κληρονομίας [Ψούνη, Κληρονομικό Δίκαιο τόμος Ι, εκδ.2004, § 9, σελ.328 -330].
Από τις διατάξεις των άρθρων 1825, 1827, 1831 και 1834 ΑΚ συνάγεται ότι για τον υπολογισμό της νόμιμης μοίρας οποιουδήποτε μεριδούχου, η οποία συνίσταται στο ήμισυ της εξ αδιαθέτου μερίδας, λαμβάνεται ως βάση η κατάσταση και η αξία της κληρονομίας κατά τον χρόνο θανάτου του κληρονομουμένου, δηλαδή όλα τα υπάρχοντα στην κληρονομία κατά τον χρόνο αυτό περιουσιακά στοιχεία (πραγματική κληρονομική ομάδα), από την οποία αφαιρούνται τα χρέη της κληρονομίας, οι δαπάνες κηδείας του κληρονομουμένου όπως και οι δαπάνες απογραφής της κληρονομίας, προστίθενται ακολούθως σε αυτά και θεωρούνται ως υπάρχουσες στην κληρονομία (πλασματική κληρονομική ομάδα) κατά την αξία του χρόνου της πραγματοποίησης τους, οι παροχές των άρθρων 1831§2 και 1833 ΑΚ, που έγιναν από τον κληρονομούμενο, όσο ζούσε, προς τους μεριδούχους ή τρίτους. Επί δε της προσδιορισμένης με τον τρόπο αυτό αυξημένης (πλασματικής) κληρονομικής ομάδας, εξευρίσκεται η νόμιμη μοίρα του κληρονόμου.
Ειδικότερα για τον προσδιορισμό της νόμιμης μοίρας του μεριδούχου: α) εκτιμάται η αξία όλων των αντικειμένων της κληρονομίας κατά τον χρόνο θανάτου του κληρονομουμένου, β) αφαιρούνται από την αξία αυτή της πραγματικής ομάδας της κληρονομίας τα χρέη της και οι δαπάνες της κηδείας του κληρονομουμένου και της απογραφής της κληρονομίας, γ) στο ποσό που απομένει μετά την αφαίρεση των ανωτέρω χρεών προστίθενται, με την αξία που είχαν κατά τον χρόνο που πραγματοποιήθηκαν, οι ανωτέρω παροχές του κληρονομουμένου προς τους μεριδούχους ή τρίτους, δ) με βάση την αυξημένη (πλασματική) κληρονομική ομάδα, η οποία προσδιορίζεται κατά τον προαναφερθέντα τρόπο, εξευρίσκεται η νόμιμη μοίρα του μεριδούχου, ε) από το ποσό της νόμιμης μοίρας αφαιρείται η αξία των πραγμάτων, στα οποία τυχόν έχει εγκατασταθεί ο μεριδούχος, καθώς και η αξία της παροχής, που τυχόν είχε λάβει και υπόκειται σε συνεισφορά και στ) σχηματίζεται ένα κλάσμα με αριθμητή το ποσό της εξευρισκομένης με τον ανωτέρω τρόπο νόμιμης μοίρας του και παρονομαστή την αξία εκείνων των στοιχείων της πραγματικής ομάδας, από τα οποία, χωρίς αφαίρεση χρεών και δαπανών, θα λάβει ο μεριδούχος το απαιτούμενο ποσοστό για τη νόμιμη μοίρα του. Το κλάσμα αυτό ή δεκαδικός αριθμός, που προκύπτει από τη διαίρεση του αριθμητή με τον παρονομαστή, παριστάνει το ποσό, που πρέπει να πάρει ο μεριδούχος αυτούσιο σε κάθε αντικείμενο της πραγματικής ομάδας της κληρονομίας για να λάβει έτσι τη νόμιμη μοίρα του. Κατά τα ανωτέρω στις προστιθέμενες στην κληρονομία κατά το άρθρο 1831 παρ. 2 ΑΚ παροχές του κληρονομουμένου προς τους μεριδούχους περιλαμβάνονται οι χωρίς αντάλλαγμα γενόμενες προς αυτούς παροχές, έστω και αν έγιναν από ιδιαίτερο ηθικό καθήκον ή από λόγους ευπρέπειας, καθώς επίσης και οι δωρεές προς τρίτους, εφόσον αυτές έγιναν κατά την τελευταία πριν το θάνατο του κληρονομουμένου δεκαετία και δεν επιβάλλονταν από ιδιαίτερο ηθικό καθήκον ή από λόγους ευπρέπειας (ΕφΕυβ 10/2024, Τράπεζα Νομικών Πληροφοριών ΝΟΜΟΣ, ΕφΘες 285/2022, Τράπεζα Νομικών Πληροφοριών ΝΟΜΟΣ, ΕφΔωδ 266/2020, Τράπεζα Νομικών Πληροφοριών ΝΟΜΟΣ, ΕφΘρακ 141/2020, Τράπεζα Νομικών Πληροφοριών ΝΟΜΟΣ].
Από τον συνδυασμό των διατάξεων των άρθρων 1831, 1833, 1835 και 1895 του ΑΚ προκύπτει ότι, για τον υπολογισμό της νόμιμης μοίρας πρέπει να γίνει αποτίμηση, των μεν στοιχείων της κληρονομίας με βάση την αξία τους κατά τον χρόνο θανάτου του κληρονομουμένου, της δε καταλογιστέας παροχής (δωρεάς, κ.λ.π.) κατά την αξία που είχε η παροχή αυτή κατά το χρόνο που έγινε. Η έννοια της φράσεως του άρθρου 1831 εδ.2 ΑΚ “στην κληρονομία προσθέτονται” οι αναφερόμενες στο άρθρο αυτό παροχές, δεν έχει την έννοια ότι αυτές ανήκουν πραγματικά στην κληρονομία, αλλά ότι η αξία αυτών, υπολογιζόμενη κατά το χρόνο της παροχής, θεωρείται λογιστικώς υπάρχουσα στην κληρονομία, για τον υπολογισμό της νόμιμης μοίρας. Όταν η πραγματική ομάδα της κληρονομίας, που υπάρχει κατά τον χρόνο του θανάτου του κληρονομουμένου, δεν επαρκεί για να καλύψει τη νόμιμη μοίρα του ενάγοντος μεριδούχου, κάθε δωρεά εν ζωή του κληρονομουμένου, που υπολογίζεται κατά το άρθρο 1831 ΑΚ στην κληρονομία, υπόκειται σε ανατροπή (μέμψη), κατά τους όρους του άρθρου 1835 του ΑΚ [ΑΠ 1227/2022, Τράπεζα Νομικών Πληροφοριών ΝΟΜΟΣ].
Ο κληρονομούμενος είναι υποχρεωμένος να καταλείπει στους in concreto μεριδούχους του το ποσοστό της νόμιμης μοίρας τους, που ορίζει το άρθρο 1825 παρ.1 εδ.β ΑΚ. Είναι όμως δυνατή η προσβολή της νόμιμης μοίρας είτε με διαθήκη είτε με εν ζωή δικαιοπραξίες, όπως δωρεές, γονικές παροχές, δωρεές αιτίες θανάτου [βλ. Μπρόζου-Τσιολάκη Αγγελική, Διπλωματική Εργασία με θέμα «Η παραίτηση από το δικαίωμα της νόμιμης μοίρας», Α.Π.Θ. Νομική Σχολή, Τομέας Αστικού, Αστικού Δικονομικού και Εργατικού Δικαίου, Πρόγραμμα Μεταπτυχιακών Σπουδών, ακαδημαικό έτος 2021-2022, κεφ.ΙΙΙ, σελ. 16-25 , όπου αναφορά σε περιπτωσιολογία περιορισμών της νόμιμης μοίρας, ήτοι κληροδοσίες και τρόποι, δωρεά αιτία θανάτου, εγκατάσταση υπό αίρεση [αναβλητική ή διαλυτική] ή προθεσμία, η εγκατάσταση στην επικαρπία (βλ.και ΜΠΘες 24803/2005, Τράπεζα Νομικών Πληροφοριών ΔΣΑ «ΙΣΟΚΡΑΤΗΣ») ή στην ψιλή κυριότητα]. Στη περίπτωση αυτή η διαθήκη είναι αυτοδικαίως άκυρη κατά το μέρος που προσβάλλει τη νόμιμη μοίρα, το ίδιο δε συμβαίνει και με τους περιορισμούς που έχουν τεθεί στη νόμιμη μοίρα, ήτοι είναι αυτοδικαίως άκυροι. Η ακυρότητα της διαθήκης επέρχεται αυτοδικαίως, το οποίο σημαίνει ότι δεν χρειάζεται να απαγγελθεί από το δικαστήριο, πλην όμως χωρεί αναγνωριστική αγωγή της ακυρότητας της διαθήκης. Συνεπεία του αυτοδίκαιου χαρακτήρα της ακυρότητας της διαθήκης είναι ότι ο νόμιμος μεριδούχος, του οποίου προσβάλλεται η νόμιμη μοίρα, είναι δυνατόν, εφόσον πρόκειται για ακίνητο, να προβεί σε συμβολαιογραφική αποδοχή της κληρονομίας, καθώς το κληρονομικό του δικαίωμα είναι άμεσο [βλ. Μπρόζου-Τσιολάκη Α. ο.π. σελ.27, υποσημ.115, όπου παραπομπές σε νομολογία, ΑΠ 166/1999, Τράπεζα Νομικών Πληροφοριών ΝΟΜΟΣ, ΕφΠατρ 367/2021, Τράπεζα Νομικών Πληροφοριών ΝΟΜΟΣ, ΕφΙωαν 186/2007, Τράπεζα Νομικών Πληροφοριών ΝΟΜΟΣ]. Ο μεριδούχος αποκτά άμεσο κληρονομικό δικαίωμα, κατά την έννοια του άρθρου 1825 παρ.2 ΑΚ, στο μέτρο που οι σχετικές διατάξεις της διαθήκης είναι αυτοδικαίως άκυρες. Ο μεριδούχος έχει τη δυνατότητα να ασκήσει εναντίον των συγκληρονόμων του, που κατακρατούν ολικά ή μερικά κληρονομιαία περιουσιακά στοιχεία επικαλούμενοι δικό τους κληρονομικό δικαίωμα, που νέμονται δηλαδή pro herede, την περί κλήρου αγωγή [ Ψούνη Ν. Κληρονομικό Δίκαιο, τόμος Ι, εκδ. 2004, κεφ.9, αναγκαστική διαδοχή, σελ.395].
Από τον συνδυασμό των διατάξεων των άρθρων 175 εδάφ. β`, 1825 έως 1827, 1829, 1846 έως 1851 και 1857 του AΚ συνάγεται σαφώς, ότι η ακυρότητα της διαθήκης που προκύπτει από την παράβαση του δικαίου της νόμιμης μοίρας είναι σχετική και έχει ταχθεί μόνον υπέρ του μεριδούχου ή των κληρονόμων του, ήτοι μόνοι αυτοί δικαιούνται να επικαλεστούν την ακυρότητα της διαθήκης, που προσβάλλει τη νόμιμη μοίρα τα αποτελέσματα της οποίας, ούτως ή άλλως επέρχονται αυτοδικαίως κατά τις διατάξεις των άρθρων 180 και 1829 ΑΚ [ΑΠ 2177/2014, Τράπεζα Νομικών Πληροφοριών ΝΟΜΟΣ, ΑΠ 671/1999, Τράπεζα Νομικών Πληροφοριών ΝΟΜΟΣ, ΕφΑθ 4505/2009, Τράπεζα Νομικών Πληροφοριών ΝΟΜΟΣ, ΜΠΑθ 7441/2017, Τράπεζα Νομικών Πληροφοριών ΝΟΜΟΣ, Ψούνη Ν. ο.π. κεφ.9, σελ.340].
Ο νόμιμος μεριδούχος, o οποίος αν αποκλείσθηκε από την κληρονομία ή εγκαταστάθηκε σε λιγότερο της νόμιμης μοίρας, δικαιούται ακόμη και μετά την πάροδο της προθεσμίας για αποποίηση της κληρονομίας, να παραιτηθεί από το δικαίωμά του εκτός αν έχει εκδηλώσει προηγουμένως αντίθετη βούληση, οπότε o αποκλεισμός του από τη κληρονομία ή η ελαττωματική εγκατάστασή του παραμένει ισχυρή παρόλο που προσβάλλει τη νόμιμη μοίρα του. H παραίτηση αυτή δεν συνιστά αποποίηση της κληρονομίας κατά την έννοια του άρθρου 1847 AΚ ή εκποίηση αυτής, αλλά αποτελεί παραίτηση από το δικαίωμα για επίκληση της ακυρότητας της διαθήκης, και έτσι μπορεί να γίνει με άτυπη μονομερή και μη απευθυντέα προς άλλο δήλωση βουλήσεως, είτε ρητή είτε σιωπηρά, δηλαδή συναγομένη συμπερασματικώς από πράξεις που εμφαίνουν βούληση παραιτήσεως [ΑΠ 671/1999 ο.π. ΕφΘες 2463/1998, Τράπεζα Νομικών Πληροφοριών ΔΣΑ «ΙΣΟΚΡΑΤΗΣ», ΠΠΛαρ 28/2001, Τράπεζα Νομικών Πληροφοριών ΔΣΑ «ΙΣΟΚΡΑΤΗΣ», ΜΠΑθ 7441/2017 ο.π.]. Η παραίτηση από τη νόμιμη μοίρα δεν συνιστά ούτε αποποίηση, ούτε εκποίηση αυτής, ούτε απαλλοτριωτική δικαιοπραξία των άρθρων 369,1033,1121,1143 ΑΚ [ΕφΑθ 9640/1992, ΕλλΔνη 1994, 475]. Η δήλωση βουλήσεως παραίτησης από τη νόμιμη μοίρα δεν υπόκειται σε τύπο ακόμα και εάν αφορά ακίνητο [Ψούνη ο.π. κεφ.9, υποσημ.34, σελ. 341, ΑΠ 362/2002 ΕλλΔνη 43 (2002), 752, ΑΠ 1135/2002, Τράπεζα Νομικών Πληροφοριών ΝΟΜΟΣ, ΑΠ 671/1999 ΕλλΔνη 41 (2000), 424].
Η παραίτηση από το δικαίωμα της νόμιμης μοίρας επιδρά αναδρομικά από την επαγωγή της κληρονομίας, με συνέπεια ο μεριδούχος να θεωρείται ότι ουδέποτε κατέστη κληρονόμος, δηλαδή επέρχονται όμοια με αυτά της αποποίησης [Ψούνη ο.π. κεφ.9, σελ. 340].
Κατά την ΑΚ 1826 «αν κάποιος μεριδούχος ολικά ή μερικά αποκληρώθηκε νόμιμα ή παραιτήθηκε από το δικαίωμα της νόμιμης μοίρας ή λόγω αναξιότητας εξέπεσε, το δικαίωμα της νόμιμης μοίρας ασκούν οι μεριδούχοι που έρχονται στη θέση του κατά τη σειρά της εξ αδιαθέτου διαδοχής». Κατά τους κανόνες της εξ αδιαθέτου διαδοχής μετά τη διαδοχή βαθμών χωρεί προσαύξηση μέσα στη τάξη [ΑΚ 1823], ώστε από την έκπτωση εξ αδιαθέτου κληρονόμου να αυξάνονται αναλόγως οι κληρονομικές μερίδες των υπόλοιπων συγγενών του κληρονομούμενου, οι οποίοι καλούνται στην ίδια τάξη με τον εκπεσόντα, όχι όμως και η κληρονομική μερίδα του συζύγου που επιζεί, που ανέρχεται σε σταθερό ποσοστό. Ωστόσο ο κανόνας αυτός δεν έχει εφαρμογή και στη νόμιμη μοίρα. Κατά την κρατούσα άποψη, ο παράτιτλος της ΑΚ 1826 που αναφέρεται σε «προσαύξηση» οφείλεται σε παραδρομή και η έννοια που αποδίδεται στη διάταξη είναι ότι αν εκπέσει in concreto μεριδούχος δεν χωρεί προσαύξηση αλλά χωρεί διαδοχή βαθμών αλλά και τάξεων [Ψούνη ο.π. κεφ.9, σελ. 337, όπου εκτενείς παραπομπές σε θεωρία] [133/2025 ΜΠΡ ΗΛΕΙΑΣ, ΝΟΜΟΣ].
Ναταλία Κ. Νεραντζάκη, Δικηγόρος
info@efotopoulou.gr