Πότε επιτρέπεται η άσκηση δεύτερης έφεσης κατά της ίδιας απόφασης;
Σύμφωνα με το άρθρο 514 ΚΠολΔ, δεύτερη έφεση από τον ίδιο διάδικο κατά της ίδιας απόφασης ως προς το ίδιο ή άλλο κεφάλαιο δεν επιτρέπεται. Υπό άλλη διατύπωση δηλαδή, αποκλείεται να συζητηθεί εκ νέου η βασιμότητα του αιτήματος εξαφανίσεως της εκκαλουμένης, όταν έχει ήδη εξεταστεί και απορριφθεί, έστω και αν ήδη στηρίζεται σε άλλους λόγους ή αφορά άλλο κεφάλαιο αυτής, εφόσον, δε, ασκηθεί δεύτερη έφεση απορρίπτεται και αυτεπαγγέλτως ως απαράδεκτη. Η εν λόγω διάταξη αποτελεί εκδήλωση του κανόνα “non bis in dem” και εξυπηρετεί την οικονομία της δίκης, καθώς αποτρέπεται η κατάτμηση της δίκης και η επιβράδυνση της τελεσίδικης κρίσης επί της διαφοράς προς βλάβη του νικήσαντα διαδίκου. Μάλιστα, εισάγει εξαίρεση από τον κανόνα του άρθρου 218 ΚΠολΔ, κατά την οποία ο διάδικος δύναται να σωρεύσει όλα τα αιτήματα και όλες τις βάσεις στο ίδιο δικόγραφο, καθώς προκειμένου περί ενδίκου μέσου είναι υποχρεωτική η σώρευση όλων των λόγων που στηρίζουν αυτό (ενν. το ένδικο μέσο) στο ίδιο δικόγραφο ή η προβολή τους με το δικόγραφο των πρόσθετων λόγων (άρθρο 520 παρ. 2 ΚΠολΔ).
Η απαγόρευση άσκησης δεύτερης έφεσης τελεί υπό τις ακόλουθες προϋποθέσεις: α) να έχει ασκηθεί προηγουμένως άλλη έφεση, εκτός αν η πρώτη είναι ανυπόστατη ή παραιτήθηκε από αυτήν ο εκκαλών, β) να υπάρχει ταυτότητα αποφάσεων, να προσβάλλεται, δηλαδή, η ίδια απόφαση, ανεξαρτήτως αν με τη δεύτερη έφεση πλήττονται διαφορετικά κεφάλαια ή προβάλλονται άλλοι λόγοι [η ταυτότητα της απόφασης προσδιορίζεται από τον αριθμό της, το δικαστήριο που την εξέδωσε, την χρονολογία έκδοσής της, τους διαδίκους, την ιδιότητα αυτών, το αντικείμενο της δίκης και το περιεχόμενό της, γ) να υπάρχει ταυτότητα διαδίκων, δηλαδή, ο εκκαλών και ο εφεσίβλητος να είναι τα ίδια πρόσωπα.
Ως προελέχθη, η δεύτερη έφεση απορρίπτεται και αυτεπαγγέλτως ως απαράδεκτη, πλην όμως, μπορεί όμως να ισχύσει: α) ως δικόγραφο πρόσθετων λόγων έφεσης, αν αναφέρεται στα κεφάλαια της απόφασης που έχουν προσβληθεί με την πρώτη έφεση ή σε εκείνα που αναγκαστικώς συνέχονται με αυτά, β) ως αντέφεση, στην περίπτωση που έχουν ασκηθεί από τους διαδίκους αντίθετες εφέσεις και η δεύτερη έφεση του ενός από αυτούς αναφέρεται στα κεφάλαια της απόφασης που προσβάλλονται με την έφεση του αντίδικου ή σε κεφάλαια που αναγκαίως συνέχονται με αυτά. Για να ισχύσει όμως η δεύτερη έφεση ως αντέφεση ή ως δικόγραφο πρόσθετων λόγων δεν αρκεί μόνο η κατάθεση, αλλά απαιτείται και κοινοποίηση αυτής τριάντα ημέρες πριν από τη συζήτηση της πρώτης έφεσης ή της έφεσης του αντιδίκου. Αν όμως η δικάσιμος, που ορίστηκε αρχικά για την πρώτη έφεση ή για την έφεση του αντιδίκου, αναβληθεί ή ματαιωθεί, η δεύτερη έφεση μπορεί να ισχύσει ως δικόγραφο πρόσθετων λόγων ή ως αντέφεση, εφόσον κοινοποιήθηκε στον αντίδικο τριάντα ημέρες πριν από τη νέα δικάσιμο.
Επίσης, η διάταξη του άρθρου 514 ΚΠολΔ δεν τυγχάνει εφαρμογής όταν εχώρησε νόμιμη παραίτηση από το δικόγραφο της πρώτης έφεσης, αφού τότε θεωρείται ότι αυτή δεν ασκήθηκε, σύμφωνα με τα άρθρα 295, 299 ΚΠολΔ, ή όταν η πρώτη έφεση είναι ανυπόστατη ως διαδικαστική πράξη, αλλά και όταν η πρώτη έφεση είχε απορριφθεί ως απαράδεκτη, όπως στην περίπτωση που στρεφόταν κατά εν μέρει οριστικής απόφασης ή στη περίπτωση που δεν είχε απευθυνθεί κατά όλων των αναγκαίων ομοδίκων κατά το άρθρο 517 εδάφ .β΄ ΚΠολΔ. Εφόσον η πρώτη έφεση απορρίφθηκε ως απαράδεκτη, είτε διότι δεν τηρήθηκε κάποια δικονομική προϋπόθεση για την άσκησή της, είτε ένεκα έλλειψης τυπικών στοιχείων του δικογράφου της, δεν είναι ανεπίτρεπτη «δεύτερη έφεση» αυτή που ασκείται ακολούθως, ενόσω διαρκεί η προθεσμία της έφεσης. Ακόμα, ως απαράδεκτη απορρίπτεται η έφεση αν λείπει κάποια από τις προϋποθέσεις του παραδεκτού της, σύμφωνα με τη γενική διάταξη του άρθρου 532 ΚΠολΔ, αλλά και όταν δεν κατατεθεί το προβλεπόμενο για την άσκησή της παράβολο, όπως ρητά ορίζεται στην ειδική διάταξη του άρθρου 495 παρ. 3 ΚΠολΔ (ΑΠ 254/2022 – ΤΝΠ ΝΟΜΟΣ, ΜΠρΗλ 131/2023 – ΤΝΠ ΝΟΜΟΣ).
Αγγελική Πολυδώρου, δικηγόρος
e-mail: info@efotopoulou.gr