Δικηγορικό Γραφείο Ευγενίας Α. Φωτοπούλου
Βασιλίσσης Σοφίας 6 Αθήνα 106 74
Τηλέφωνο: 210 36 24 769, 211 7 80 80 80
210 30 09 019
Email: info@efotopoulou.gr

Πότε η παράβαση των διδαγμάτων της κοινής πείρας ιδρύει λόγο αναίρεσης;

Κατά τη διάταξη του άρθρου 559 αρ. 1 εδ. β’ ΚΠολΔ (και του όμοιου για ειρηνοδικειακές υποθέσεις άρθρου 560 αρ. 1 εδ. β’ ΚΠολΔ), η παράβαση των διδαγμάτων της κοινής πείρας ιδρύει λόγο αναίρεσης μόνο αν τα διδάγματα αυτά αφορούν στην ερμηνεία ουσιαστικών κανόνων δικαίου ή στην υπαγωγή των πραγματικών γεγονότων σ’ αυτούς.

Ως διδάγματα της κοινής πείρας θεωρούνται οι ορισμοί, οι φυσικοί κανόνες, οι σταθερές γενικές αρχές και οι αφηρημένες υποθετικές κρίσεις για την εξέλιξη των πραγμάτων, που συνάγονται επαγωγικώς και αντλούνται -με τη βοήθεια της επιστημονικής έρευνας και των μεθόδων των φυσικών επιστημών- από την παρατήρηση του καθημερινού συναλλακτικού βίου, τη μελέτη της εμπειρικής πραγματικότητας και τις -έχουσες καταστεί κοινό κτήμα- γενικές, τεχνικές ή επιστημονικές γνώσεις[1], και χρησιμεύουν στο δικαστήριο είτε για την ερμηνεία των κανόνων δικαίου, μέσω της εξειδίκευσης των αόριστων νομικών εννοιών, οπότε και η παράβασή τους ιδρύει τον ανωτέρω αναιρετικό λόγο, είτε για την έμμεση απόδειξη και την εξακρίβωση της βασιμότητας των κρίσιμων και αποδεικτέων πραγματικών περιστατικών, που αποτέλεσαν το αντικείμενο της απόδειξης σε συγκεκριμένη δίκη (άρθρο 336 § 4 ΚΠολΔ), ήτοι για την εκτίμηση της αποδεικτικής αξίας των αποδεικτικών μέσων που προσκομίστηκαν, οπότε και η τοιαύτη χρησιμοποίηση των διδαγμάτων της κοινής πείρας είναι αναιρετικώς ανέλεγκτη. Οσάκις, δηλαδή, τα διδάγματα της κοινής πείρας άγουν στη διαπίστωση της αλήθειας κάποιου πραγματικού ισχυρισμού και στη συναγωγή δικαστικών τεκμηρίων, ή, γενικώς, στην εκτίμηση των αποδείξεων (π.χ. της αξιοπιστίας των μαρτύρων), τότε η χρησιμοποίησή τους από το δικαστήριο ή η παράλειψη της προσφυγής σ’ αυτά παραμένει αναιρετικώς ανέλεγκτη και δεν μπορεί να ιδρύσει τον εκ του άρθρου 559 αρ. 1 εδ. β’ ΚΠολΔ λόγο αναίρεσης (ΑΠ 334/2019, ΑΠ 24/2019, ΑΠ 20/2019, ΑΠ 42/2014, ΑΠ 444/2014).

Ειδικότερα, ο λόγος αυτός ιδρύεται, όταν το δικαστήριο της ουσίας χρησιμοποίησε εσφαλμένα -δηλαδή με τρόπο που δεν συνάδει προς τις αρχές της λογικής (ΑΠ 110/2019)- ή εσφαλμένα παρέλειψε να χρησιμοποιήσει τα διδάγματα της κοινής πείρας, έστω και αυτεπάγγελτα, προκειμένου να προσδιορίσει, με βάση αυτά, την αληθή έννοια ορισμένου (του ad hoc εφαρμοστέου) κανόνα ουσιαστικού δικαίου και, ιδίως, για να εξειδικεύσει αόριστες νομικές έννοιες που αυτός τυχόν περιέχει ή να υπαγάγει (ή όχι) σ’ αυτόν τα κρίσιμα πραγματικά περιστατικά της εκάστοτε διαφοράς (ΟλΑΠ 9-13/2005, ΑΠ 110/2019, 45/2019, ΑΠ 690/2018, ΑΠ 147/2018, ΑΠ 1751/2017, ΑΠ 969/2011), όχι, όμως, και όταν χρησιμοποιούνται από το δικαστήριο για τη στήριξη της έμμεσης απόδειξης ή για την εξακρίβωση της ύπαρξης πραγματικών περιστατικών ή για την εκτίμηση της αποδεικτικής αξίας των αποδεικτικών μέσων που προσκομίστηκαν από τους διαδίκους, γιατί στις περιπτώσεις αυτές πρόκειται για εκτίμηση πραγμάτων, η οποία, σύμφωνα με το άρθρο 561 § 1 ΚΠολΔ, είναι αναιρετικώς ανέλεγκτη (ΑΠ 74/2019, ΑΠ 69/2019, ΑΠ 401/2018, ΑΠ 64/2017, ΑΠ 176/2011). Συνελόντι ειπείν, η παραβίαση των διδαγμάτων κοινής πείρας αποτελεί λόγο αναίρεσης μόνο αν τα διδάγματα αυτά αφορούν την ερμηνεία των κανόνων δικαίου ή στην υπαγωγή των αποδεδειγμένων πραγματικών γεγονότων σε αυτούς (ΟλΑΠ 2/2008, ΟλΑΠ 8/2005, ΑΠ 45/2019).

Εξάλλου, στο αναιρετήριο πρέπει, συναφώς, να εκτίθενται ποία συγκεκριμένα διδάγματα της κοινής πείρας παραβιάστηκαν, ο κανόνας δικαίου, στην εξειδίκευση του οποίου δεν χρησιμοποιήθηκαν ή χρησιμοποιήθηκαν εσφαλμένα και σε τι ακριβώς συνίσταται η παραβίαση. Επιπροσθέτως, πρέπει να αναφέρεται ο τρόπος, κατά τον οποίο παραβιάστηκαν τα διδάγματα αυτά, καθώς και η, κατά τον αναιρεσείοντα, ορθή έννοια του κανόνα δικαίου, ο οποίος προκύπτει απ’ αυτά που το δικαστήριο εσφαλμένα χρησιμοποίησε (ΑΠ 74/2019, ΑΠ 20/2019, ΑΠ 401/2018, ΑΠ 64/2017).

Μπενάκη Βικεντία – Άννα

Δικηγόρος Αθηνών

Μ.Δ.Ε. Φιλοσοφίας Δικαίου Νομικής Αθηνών

info@efotopoulou.gr

[1] Π.χ. το σύστημα πέδησης και η δυνατότητα αυξομείωσης της ταχύτητας του λεωφορείου (ΑΠ 49/2019), ή το γεγονός ότι δε νοείται κατά την κοινή αντίληψη και εμπειρική πραγματικότητα άσκηση διακατοχικών πράξεων, όπως είναι το φύτεμα των δένδρων, επί βράχου, αφού είναι παγκοσμίως γνωστό ότι ο βράχος δεν έχει χωμάτινο υπόστρωμα (ΑΠ 74/2019).

ΑΦΗΣΤΕ ΕΝΑ ΣΧΟΛΙΟ

Το email σας δεν θα δημοσιευτεί