Το Εφετείο δύναται αυτεπαγγέλτως να εξετάσει το παραδεκτό, το ορισμένο και τη νομική βασιμότητα της αγωγής, ασχέτως αν ο εκκαλών έχει παραπονεθεί μόνο για την κατ’ ουσία απόρριψη της – Τηρούμενη διαδικασία επί διάγνωσης από το Εφετείο των άνω πλημμελειών
Από τον συνδυασμό των διατάξεων των άρθρων 522, 524, 525, 526 και 536 του ΚΠολΔ, σαφώς προκύπτει ότι, με την άσκηση της έφεσης η υπόθεση μεταβιβάζεται στο δευτεροβάθμιο Δικαστήριο, (μόνο) κατά τα καθοριζόμενα με την έφεση και τους πρόσθετους λόγους όρια. Το Εφετείο επιλαμβανόμενο της διαφοράς εξετάζει εάν, κατ’ ορθή εφαρμογή του νόμου, το κατώτερο Δικαστήριο αποφάσισε προσηκόντως ή όχι, τηρώντας την αυτή, όπως και το πρωτοβάθμιο, διαδικασία. Συνεπώς, έχει ως προς την αγωγή, την αυτή όπως και εκείνο εξουσία, δυνάμενο και χωρίς υποβολή ειδικού παραπόνου να εξετάσει οίκοθεν το ορισμένο και το νόμω βάσιμο αυτής και να την απορρίψει αν ελλείπουν τα κατά νόμο απαιτούμενα για τη θεμελίωσή της. Έτσι, το δευτεροβάθμιο Δικαστήριο, παρόλο ότι ο εκκαλών, με την έφεση, παραπονιέται γιατί η αγωγή του απορρίφθηκε ως ουσιαστικά αβάσιμη, μπορεί να κρίνει, μετά και από αυτεπάγγελτη έρευνα, ότι η αγωγή είναι μη νόμιμη, απαράδεκτη ή αόριστη.
Στην περίπτωση αυτή, μη επιτρεπόμενης, κατά τη διάταξη του άρθρου 534 του άνω κώδικα, της αντικατάστασης των αιτιολογιών της εκκαλούμενης απόφασης, διότι η αντικατάσταση αυτή οδηγεί σε διαφορετικό, κατά το αποτέλεσμα, διατακτικό, εξαφανίζεται η εκκαλούμενη απόφαση και απορρίπτεται η αγωγή ως μη νόμιμη, απαράδεκτη ή αόριστη, χωρίς ειδικό γι’ αυτό παράπονο, κατά τη διάταξη του άρθρου 533 παρ. 1 του κώδικα αυτού, δεδομένου ότι η απόφαση αυτή είναι επωφελέστερη για τον εκκαλούντα από την εκκληθείσα (άρθρα 68, 536 ΚΠολΔ – ΑΠ 489/2021, ΑΠ 91/2019, ΑΠ 258/2015, ΑΠ356/2013, ΑΠ1951/2007, ΑΠ 1493/2007 – όλες δημ. ΤΝΠ ΝΟΜΟΣ).
Με βάση το σύνολο των ανωτέρω σκέψεων, το Εφετείο Αθηνών, με την υπ’ αριθμ. 372/2024 απόφασή του (ΤΝΠ ΝΟΜΟΣ), δέχθηκε τα εξής: «Στην προκειμένη περίπτωση, το αίτημα της ένδικης αγωγής περί επιδίκασης του κονδυλίου, ποσού 13.500 ευρώ, που αφορά στην καταβολή αποζημίωσης λόγω στέρησης των προσωπικών υπηρεσιών της παθούσας ενάγουσας στη φροντίδα των τέκνων της και την υποκατάστασή της από τη μητέρα της, τυγχάνει νόμω αβάσιμο και εντεύθεν απορριπτέο, καθόσον στην περίπτωση εν γένει τραυματισμού του ενός συζύγου και συνακόλουθης ανικανότητάς του να προσφέρει τις προσωπικές του υπηρεσίες, ο άλλος σύζυγος είναι αυτός που δικαιούται, να απαιτήσει από τον υπαίτιο του τραυματισμού αποζημίωση για τη στέρηση των υπηρεσιών, που συνιστούσαν την εκ του νόμου οφειλόμενη συμβολή του παθόντος στις οικογενειακές ανάγκες, σύμφωνα με τη διάταξη του άρθρου 929 εδ. β` του ΑΚ και ως εκ τούτου, ο σύζυγος νομιμοποιείται, να απαιτήσει αποζημίωση για στέρηση των υπηρεσιών αυτών, σε περίπτωση βλάβης του σώματος ή της υγείας του άλλου συζύγου από τον υπαίτιο της προσβολής του σώματος ή της υγείας του, επομένως όχι η εν προκειμένω παθούσα ενάγουσα (ΑΠ 1205/2018 ΤΝΠ ΝΟΜΟΣ). Συνεπώς, το πρωτοβάθμιο Δικαστήριο που με την εκκαλουμένη οριστική του απόφαση και την αναγκαίως συμπροσβαλλόμενη προεκδοθείσα μη οριστική του απόφαση, δέχθηκε ως νόμιμο και απέρριψε ως αβάσιμο κατ’ ουσίαν το ως άνω αίτημα, εσφαλμένα ερμήνευσε και εφάρμοσε το νόμο. Πρέπει, συνεπώς, να γίνει δεκτή η έφεση κατά τούτο, να εξαφανισθεί η εκκαλουμένη κατά το κεφάλαιο αυτό που εκκαλείται, να κρατηθεί από το Δικαστήριο τούτο η υπόθεση, να ερευνηθεί η αγωγή ως προς το ίδιο μέρος και ν’ απορριφθεί ως μη νόμιμο το εν λόγω αίτημα αυτής, καθόσον δεν αρκεί απλή αντικατάσταση της απορριπτικής αιτιολογίας κατ’ άρθρο 534 του ΚΠολΔ, δεδομένου ότι η απόφαση αυτή είναι επωφελέστερη για την εκκαλούσα από την εκκληθείσα, σύμφωνα με τα διαλαμβανόμενα στην πιο πάνω νομική σκέψη» – (ΕφΑθ 372/2024 – ΤΝΠ ΝΟΜΟΣ).
Αγγελική Πολυδώρου, Δικηγόρος
e-mail: info@efotopoulou.gr