Άσκηση παρέμβασης στην εκούσια δικαιοδοσία
Σύμφωνα με το άρθρο 79 παρ.1 ΚΠολΔ, «αν τρίτος αντιποιείται ολόκληρο ή ένα μέρος από τα αντικείμενο δίκης που εκκρεμεί ανάμεσα σε άλλους, έχει δικαίωμα να παρέμβει κυρίως στον πρώτο βαθμό», κατά δε, το άρθρο 80 ΚΠολΔ «Αν σε δίκη που εκκρεμεί μεταξύ άλλων τρίτος έχει έννομο συμφέρον να νικήσει κάποιος διάδικος, έχει δικαίωμα ως την έκδοση αμετάκλητης απόφασης, να ασκήσει πρόσθετη παρέμβαση για να υποστηρίξει το διάδικο αυτόν». Από τον συνδυασμό των ως άνω διατάξεων, που καθορίζουν και ρυθμίζουν την συμμετοχή τρίτων στη μεταξύ άλλων εκκρεμή δίκη, προκύπτει σαφώς ότι επιτρέπεται στον τρίτο να συμμετάσχει στην εκκρεμή δίκη είτε διεκδικώντας το αντικείμενο της, και μόνο, ολόκληρο ή ένα μέρος του, σαν δικό του, είτε υποστηρίζοντας τον ένα από τους διαδίκους, εφ’ όσον έχει έννομο συμφέρον προς τούτο. Ο παρεμβαίνων πρέπει, κατά τον χρόνο ασκήσεως της παρεμβάσεως, να είναι τρίτο πρόσωπο, το οποίο δεν έχει προσλάβει την ιδιότητα του διαδίκου στην αρχική δίκη ούτε ταυτίζεται με τους αρχικούς διαδίκους. Από τις ίδιες διατάξεις σε συνδυασμό με εκείνη του άρθρου 68 ΚΠολΔ, προκύπτει, ότι αναγκαίος όρος για την άσκηση πρόσθετης η κύριας παρέμβασης είναι η ύπαρξη εννόμου συμφέροντος στο πρόσωπο του παρεμβαίνοντος, το οποίο, σύμφωνα με τη ρητή αναφορά του άρθρου 81 παρ. 1 εδ. β ΚΠολΔ, πρέπει να προσδιορίζεται στο δικόγραφο της παρεμβάσεως. Υπάρχει δε έννομο συμφέρον νια παρέμβαση, όταν με αυτή μπορεί να προστατευτεί δικαίωμα του παρεμβαίνοντος ή να αποτραπεί η δημιουργία εις βάρος του νομικής υποχρεώσεως. Πρέπει, όμως, αυτά είτε να απειλούνται από τη δεσμευτικότητα ή εκτελεστότητα της αποφάσεως, που θα εκδοθεί, είτε να υπάρχει κίνδυνος προσβολής τους από τις αντανακλαστικές συνέπειες αυτής (ΟλΑΠ 28/2007 ΔΕΕ 2007. 947, ΟλΑΠ 13/2006, ΑΠ 1143/2019, ΑΠ 1329/2017, ΑΠ 701/2009 ΝΟΜΟΣ).
Αναφορικά με την άσκηση παρέμβασης στην εκούσια δικαιοδοσία, από τον συνδυασμό των διατάξεων των άρθρων 79, 80, 747,748 και 752 ΚΠολΔ συνάγεται ότι και κατά τη διαδικασία της εκούσιας δικαιοδοσίας είναι δυνατή η άσκηση κύριας ή πρόσθετης παρέμβασης, εφ’ όσον βεβαίως συντρέχει η κατά το άρθρο 69 του ίδιου κώδικα διαδικαστική προϋπόθεση της υπάρξεως εννόμου συμφέροντος στο πρόσωπο του παρεμβαίνοντος. Ειδικότερα, ενώ στη δίκη της αμφισβητουμένης δικαιοδοσίας το έννομο συμφέρον του παρεμβαίνοντος αναφέρεται στη θετική ή αρνητική διάγνωση του επίδικου δικαιώματος, στις περιπτώσεις της εκούσιας δικαιοδοσίας το έννομο συμφέρον του παρεμβαίνοντος συνίσταται στην παραδοχή ή απόρριψη της αιτήσεως αναφορικώς προς το ζητούμενο ρυθμιστικό μέτρο. Στη δίκη της εκούσιας δικαιοδοσίας, εφ’ όσον η παρέμβαση του τρίτου επιδιώκει την απόρριψη της αιτήσεως με την οποία ανοίχθηκε η δίκη ή τη ρύθμιση του επίδικου αντικειμένου κατά τρόπο διαφορετικό από εκείνο που ζητείται με την αίτηση, πρόκειται περί κυρίας παρεμβάσεως (ΑΠ 208/2017, ΑΠ 148/2014, ΑΠ ΜονΕφΠειρ 190/2020, ΜονΕφΑιγ 84/2020, ΕφΠειρ 196/2019 ΝΟΜΟΣ). Επομένως, από τις διατάξεις των άρθρων 79 και 80 ΚΠολΔ, με τις οποίες προσδιορίζεται η έννοια της κύριας και της πρόσθετης παρέμβασης, ερμηνευόμενες σε συνδυασμό προς το σύνολο των διατάξεων της εκούσιας δικαιοδοσίας, προκύπτει, ότι, αν ο παρεμβαίνων υποστηρίζει την αίτηση εκείνου που κίνησε τη διαδικασία, πρόκειται για άσκηση πρόσθετης παρέμβασης, ενώ, αν αυτός αντιδικεί με τον αιτούντα, είτε ζητώντας μόνο την απόρριψη της αίτησης, δίχως την υποβολή νέου αυτοτελούς αιτήματος, είτε ζητώντας, εκτός από την απόρριψη της αίτησης και την παραδοχή νέου, αυτοτελούς, αιτήματος, η παρέμβαση είναι κυρία. Ο ορθός δε, χαρακτηρισμός του εισαγωγικού δικογράφου της παρεμβάσεως εναπόκειται στην κρίση του Δικαστηρίου και δεν εξαρτάται από τον χαρακτηρισμό, τον οποίο αποδίδει σ` αυτό ο παρεμβαίνων.
Περαιτέρω, από τις προαναφερόμενες διατάξεις προκύπτει ότι η άσκηση παρεμβάσεως κατά τη διαδικασία της εκούσιας δικαιοδοσίας έχει ως προϋπόθεση, πλην άλλων, ότι ο παρεμβαίνων είναι τρίτος και όχι διάδικος στην εκκρεμή δίκη, στην περίπτωση δε, που ο παρεμβαίνων έχει αποκτήσει την ιδιότητα του διαδίκου στην εκκρεμή δίκη, η κυρία ή πρόσθετη παρέμβαση αποκρούεται κατ’ αυτεπάγγελτη έρευνα ως απαράδεκτη (βλ. ΜονΕφΠειρ 179/2021 ΝΟΜΟΣ, ΕφΠατρ 9/2017 ΕλλΔνη 2017. 499).
Τέλος, το άρθρο 79 ΚΠολΔ, μετά την τροποποίησή με το άρθρο πρώτο του άρθρου 1 του Ν.4335/23-7-2015 ορίζει ότι «αν τρίτος αντιποιείται ολόκληρο ή ένα μέρος από τα αντικείμενο δίκης που εκκρεμεί ανάμεσα σε άλλους, έχει δικαίωμα να παρέμβει κυρίως στον πρώτο βαθμό». Επομένως, πριν την τροποποίηση του άρθρου 79 κύρια παρέμβαση μπορούσε να ασκηθεί και στο δευτεροβάθμιο δικαστήριο κατά την εκδίκαση της εφέσεως, εφόσον όμως δεν είχε ασκηθεί πρωτοδίκως, ενώ μετά την ως άνω τροποποίηση, δεν επιτρέπεται παντάπασιν κύρια παρέμβαση στη δευτεροβάθμια δίκη (898/2024 και 5626/2020 ΕΦ ΑΘΗΝΩΝ, δημοσιευμένες σε ΤΝΠ ΝΟΜΟΣ).
Αγγελική Λιγοψυχάκη, δικηγόρος