Επικαρπία – Μπορεί να μεταβιβασθεί σε τρίτο πρόσωπο πέραν του επικαρπωτή;
Από τον συνδυασμό των διατάξεων των άρθρων 1142, 1166, 1167 εδάφ. α΄, 174, 175 και 180 ΑΚ συνάγονται τα ακόλουθα: Η προσωπική δουλεία της επικαρπίας, που συνίσταται με δικαιοπραξία ή με χρησικτησία (άρθρο 1143 ΑΚ), είναι το περιορισμένο εμπράγματο δικαίωμα του επικαρπωτή να χρησιμοποιεί και να καρπώνεται ξένο πράγμα διατηρώντας την ουσία του ακέραιη (άρθρο 1142 ΑΚ), το οποίο, λόγω του προσωποπαγούς χαρακτήρα του, εφόσον δεν ορίστηκε διαφορετικά, αποσβέννυται με τον θάνατο του επικαρπωτή (άρθρο 1167 εδάφ. α΄ ΑΚ), οπότε ο ψιλός κύριος καθίσταται πλήρης κύριος του πράγματος. Λόγω του προσωποπαγούς αυτού χαρακτήρα της επικαρπίας, αυτή είναι αμεταβίβαστη (άρθρο 1166 εδάφ. α΄ ΑΚ), όμως η διάταξη αυτή είναι ενδοτικού δικαίου και, συνεπώς, εγκύρως μπορεί να συμφωνηθεί ότι η επικαρπία επί του πράγματος, που κατ’ αρχήν συμφωνήθηκε εφ’ όρου ζωής του επικαρπωτή, δεν θα αποσβεσθεί με τον θάνατο του τελευταίου, αλλά ότι θα μεταβιβασθεί στη συνέχεια σε τρίτο πρόσωπο, μόνο όμως μία φορά και όχι απεριόριστα, κατά συσταλτική ερμηνεία του άρθρου 1166 ΑΚ, που επιτρέπει τη συμφωνία μεταβίβασης. Και τούτο διότι η δυνατότητα απεριόριστης μεταβίβασης της επικαρπίας θα είχε ως συνέπεια την οριστική και μόνιμη απόσχιση των ωφελειών του πράγματος από τον κύριο, του οποίου η κυριότητα θα παρέμενε στο διηνεκές ως ψιλή κυριότητα, και έτσι θα απογυμνωνόταν για πάντα από τα κυριότερα ωφελήματά της, πράγμα το οποίο θα αντέβαινε στην έννοια της κυριότητας ως καθολικής εξουσίας επί του πράγματος (άρθρο 1000 ΑΚ), σύμφωνα με την οποία ο κύριος δικαιούται να απολαύσει όλες τις ωφέλειες του πράγματος.
Περαιτέρω, αν με τη συστατική πράξη της επικαρπίας δεν έχει επιτραπεί η μεταβίβασή της και ο επικαρπωτής τη μεταβιβάσει, όχι εφ’ όρου της δικής του ζωής, οπότε η μεταβίβαση θα μπορούσε να θεωρηθεί ως επιτρεπτή μεταβίβαση του ενοχικού δικαιώματος της άσκησης της επικαρπίας κατά το άρθρο 1166 εδάφ. β΄ ΑΚ, αλλά εφ’ όρου ζωής του αποκτώντος αυτήν, τότε η απαγορευμένη αυτή μεταβίβαση είναι άκυρη κατά τη διάταξη του άρθρου 175 εδάφ. α΄ ΑΚ, η οποία αποτελεί ειδική εφαρμογή της γενικής διάταξης του άρθρου 174 ΑΚ, κατά την οποία δικαιοπραξία που αντιβαίνει σε απαγορευτική διάταξη νόμου, αν δεν συνάγεται κάτι άλλο είναι άκυρη. Σημειούται, δε, ότι την ακυρότητα αυτή μπορεί να προτείνει μόνο ο αμέσως βλαπτόμενος από τη μεταβίβαση ψιλός κύριος, κατά τη διάταξη του άρθρου 175 εδάφ. β΄ ΑΚ, που ορίζει ότι εάν η απαγόρευση (διαθέσεως) έχει οριστεί για το συμφέρον ορισμένων προσώπων, την ακυρότητα μπορούν να προτείνουν μόνο αυτά. Ως εκ τούτου, από την τελευταία αυτή διάταξη συνάγεται ότι η εκ της μεταβιβάσεως της επικαρπίας ακυρότητα είναι σχετική και άρα μέχρι την επίκλησή της από τον ψιλό κύριο ή τους κληρονόμους του ή από τους δανειστές του ψιλού κυρίου, οι οποίοι μπορούν να ασκήσουν πλαγιαστικά το σχετικό δικαίωμά του, κατά το άρθρο 72 ΚΠολΔ, αν αυτός αδρανεί, η μεταβίβαση αναπτύσσει πλήρως την ενέργειά της στις σχέσεις των αντισυμβαλλόμενων και των τρίτων, ενέργεια, όμως, που αίρεται από την αρχή, αν γίνει νομίμως επίκληση της ακυρότητας, ενώ και ο ψιλός κύριος μπορεί να καταστήσει έγκυρη τη μεταβίβαση με έγκριση αυτής, δηλαδή με την παραίτησή του από το δικαίωμα επικλήσεως της ακυρότητας (ΕφΑθ 1009/2025 – ΤΝΠ ΝΟΜΟΣ).
Αγγελική Πολυδώρου, Δικηγόρος
e-mail: info@efotopoulou.gr