Αρμοδιότητα του Συμβουλίου της Επικρατείας για ακύρωση πράξεων που εκδόθηκαν κατ’ εφαρμογή της νομοθεσίας για την προστασία του πολιτιστικού περιβάλλοντος (Ν. 3028/2002)
Στο άρθρο 94 του ισχύοντος Συντάγματος ορίζονται τα εξής: «1. Στο Συμβούλιο της Επικρατείας και τα τακτικά διοικητικά δικαστήρια υπάγονται οι διοικητικές διαφορές, όπως νόμος ορίζει …», στο δε άρθρο 95 αυτού, ορίζεται, ότι: «Στην αρμοδιότητα του Συμβουλίου της Επικρατείας ανήκουν ιδίως: α) Η μετά από αίτηση ακύρωση των εκτελεστών πράξεων των διοικητικών αρχών για υπέρβαση εξουσίας ή για παράβαση νόμου, β) …. 2. …. 3. Κατηγορίες υποθέσεων της ακυρωτικής αρμοδιότητας του Συμβουλίου της Επικρατείας μπορεί να υπάγονται με νόμο, ανάλογα με τη φύση ή τη σπουδαιότητά τους, στα τακτικά διοικητικά δικαστήρια. Το Συμβούλιο της Επικρατείας δικάζει σε δεύτερο βαθμό, όπως νόμος ορίζει. 4. Οι αρμοδιότητες του Συμβουλίου της Επικρατείας ρυθμίζονται και ασκούνται όπως νόμος ειδικότερα ορίζει. 5 …».
Σύμφωνα με τις διατάξεις του Ν. 3028/2002 οργανώθηκε και εξειδικεύτηκε η προστασία της πολιτιστικής κληρονομιάς της χώρας, η οποία, σύμφωνα με το άρθρο 1 παρ. 1 αυτού, έχει ως σκοπό τη διατήρηση της ιστορικής μνήμης χάριν της παρούσας και των μελλοντικών γενεών και την αναβάθμιση του πολιτιστικού περιβάλλοντος. Με τις ίδιες διατάξεις ορίστηκαν, μεταξύ άλλων, οι προϋποθέσεις επέμβασης σε ακίνητο μνημείο και στον περιβάλλοντα χώρο. Συγκεκριμένα, στο άρθρο 2 του νόμου ορίζεται ότι: «Για την εφαρμογή των διατάξεων του παρόντος νόμου: α) …, γ) Ως αρχαιολογικοί χώροι νοούνται εκτάσεις στην ξηρά … οι οποίες περιέχουν ή στις οποίες υπάρχουν ενδείξεις ότι περιέχονται αρχαία μνημεία ή αποτέλεσαν ή υπάρχουν ενδείξεις ότι αποτέλεσαν από τους αρχαιότατους χρόνους έως το 1830 μνημεία, οικιστικά ή ταφικά σύνολα. Οι αρχαιολογικοί χώροι περιλαμβάνουν και το απαραίτητο ελεύθερο περιβάλλον που επιτρέπει στα σωζόμενα μνημεία να συντίθεται σε ιστορική, αισθητική και λειτουργική ενότητα…», ενώ στο άρθρο 3 παρ. 1 ορίζεται ότι: «Η προστασία της πολιτιστικής κληρονομιάς της Χώρας συνίσταται κυρίως: α) … β) στη διατήρηση και την αποτροπή της καταστροφής και της αλλοίωσης και γενικά κάθε άμεσης ή έμμεσης βλάβης της …». Περαιτέρω, στο άρθρο 10 του παραπάνω νόμου που φέρει τον τίτλο «Ενέργειες σε ακίνητα μνημεία και στο περιβάλλον τους» ορίζεται ότι: «1. Απαγορεύεται κάθε ενέργεια σε ακίνητο μνημείο, η οποία είναι δυνατόν να επιφέρει με άμεσο ή έμμεσο τρόπο, καταστροφή, βλάβη, ρύπανση ή αλλοίωση της μορφής του. 2. … 3…. η επιχείρηση οποιουδήποτε τεχνικού ή άλλου έργου ή εργασίας … πλησίον αρχαίου επιτρέπεται μόνο μετά από έγκριση του Υπουργού Πολιτισμού, η οποία εκδίδεται ύστερα από γνώμη του Συμβουλίου. Η έγκριση χορηγείται εάν η απόσταση από ακίνητο μνημείο ή η σχέση με αυτό είναι τέτοια ώστε να μην κινδυνεύει να επέλθει άμεση ή έμμεση βλάβη αυτού λόγω του χαρακτήρα του έργου ή της επιχείρησης ή της εργασίας. 4. Για κάθε εργασία, επέμβαση ή αλλαγή χρήσης σε ακίνητα μνημεία, ακόμη και αν δεν επέρχεται κάποια από τις συνέπειες της παραγράφου 1 σε αυτά, απαιτείται έγκριση που χορηγείται με απόφαση του Υπουργού Πολιτισμού ύστερα από γνώμη του Συμβουλίου…», ενώ στο άρθρο 12 παρ. 4 ορίζεται ότι: «Οι διατάξεις των παραγράφων 1 έως 6 του άρθρου 10 εφαρμόζονται αναλόγως και για τους αρχαιολογικούς χώρους…». Τέλος, στο άρθρο 13 παρ. 1 του ιδίου νόμου ορίζεται ότι: «Στους χερσαίους αρχαιολογικούς χώρους που βρίσκονται εκτός σχεδίου πόλεως ή εκτός ορίων νομίμως υφιστάμενων οικισμών, η άσκηση γεωργίας, κτηνοτροφίας, θήρας ή άλλων συναφών δραστηριοτήτων, καθώς και η οικοδομική δραστηριότητα είναι δυνατή μετά από άδεια που χορηγείται με απόφαση του Υπουργού Πολιτισμού ύστερα από γνώμη του Συμβουλίου. Οι όροι άσκησης γεωργίας, κτηνοτροφίας, θήρας ή άλλων συναφών δραστηριοτήτων μπορεί να τίθενται και κανονιστικά με απόφαση του Υπουργού Πολιτισμού».
Από τα ανωτέρω προκύπτει ότι εάν η προσβαλλόμενη πράξη εκδόθηκε κατ’ εφαρμογή της νομοθεσίας για την προστασία του πολιτιστικού περιβάλλοντος και, συγκεκριμένα, της διάταξης του άρθρου 10 παρ. 1 του αναφερόμενου σε αυτές ν. 3028/2002 και όχι κατ’ εφαρμογή της νομοθεσίας για τα μεταλλεία (για τα οποία αρμόδια είναι τα τακτικά διοικητικά δικαστήρια – διαφορές ουσίες κατά το άρθρο 1 παρ. 2 περιπτ. δ΄ του Ν. 1406/1983), η αναφυόμενη διαφορά δεν είναι διαφορά ουσίας, αλλά ακυρωτική διαφορά, ενόψει των άρθρων 94 παρ. 1 και 95 παρ. 1 περιπτ. α’ του Συντάγματος, υπαγόμενη στην αρμοδιότητα του Συμβουλίου της Επικρατείας (Σ.Ε. 669/2010).
Μαρία Τζαβέλα
Δικηγόρος, LL.M.
E-mail: info@efotopoulou.gr