Η ισχύς των αποφάσεων της εκούσιας δικαιοδοσίας – το χρονικό σημείο εκδήλωσης των εννόμων συνεπειών τους – δυνατότητα δικαστικής αναστολής της ισχύος και της εκτέλεσής τους
Οι αποφάσεις της εκούσιας δικαιοδοσίας καταρχήν εκδηλώνουν τις έννομες συνέπειές τους από τη δημοσίευσή τους (και όχι μετά την τελεσιδικία τους όπως οι αποφάσεις της αμφισβητούμενης διαδικασίας βάσει του άρθρου 519 παρ. 1 ΚΠολΔ), καθώς σύμφωνα με τη διάταξη του άρθρου 763 § 1 ΚΠολΔ “η προθεσμία της έφεσης και η άσκηση της δεν αναστέλλουν την ισχύ και την εκτέλεση της απόφασης (εκούσιας δικαιοδοσίας)“. Για αυτό άλλωστε οι αποφάσεις της εκούσιας δικαιοδοσίας δεν κηρύσσονται προσωρινά εκτελεστές και τυχόν αίτημα για κήρυξη της απόφασης που θα εκδοθεί προσωρινώς εκτελεστής απορρίπτεται ως αβάσιμο (βλ. Κεραμέα-Κονδύλη-Νίκα, Ερμηνεία ΚΠολΔ, ΙΙ, άρθρο 763 αρ. 1και Απαλλαγάκη Χ, Κώδικας Πολιτικής Δικονομίας, ερμηνεία κατ’ άρθρο, 3η έκδοση, άρθρο 763 αρ.1). Ενώ με την παρ. 3 του ως άνω άρθρου 763 ΚΠολΔ παρέχεται η εξής δυνατότητα για την άμβλυνση της ως άνω νομοθετικής επιλογής για την άμεση ισχύ των αποφάσεων αυτών στις περιπτώσεις που η άμεση εκδήλωση των εννόμων συνεπειών της απόφασης αυτής θέτουν σε κίνδυνο ανεπανόρθωτης βλάβης των καθ’ ου η αίτηση: “αν ασκηθεί έφεση, το δικαστήριο που εξέδωσε την απόφαση, όπως και το δικαστήριο που δικάζει την έφεση ή ο πρόεδρος του μπορούν κατά την κρίση τους, με αίτηση κάποιου από εκείνους που έλαβαν μέρος στην πρωτόδικη δίκη να αναστείλουν την ισχύ και την εκτέλεσή της μέχρι να εκδοθεί απόφαση στην έφεση”.
Κατ’ εξαίρεση ο ως άνω κανόνας της άμεσης ισχύος της απόφασης της εκούσιας δικαιοδοσίας χωρίς αυτοδίκαιη αναστολή εκτέλεσης που εκκινεί από το σκοπό του νομοθέτη για την διασφάλιση της ταχείας ρύθμισης των εν λόγω υποθέσεων, υποχωρεί όπου ο νομοθέτης ορίζει άλλως, διότι προκρίνει ότι η ταχύτητα δεν εξυπηρετεί την αυξημένη ασφάλεια των συναλλαγών και των κοινωνών που απαιτείται σε ορισμένες υποθέσεις εξαιτίας της φύσης τους που επιτάσσει αυξημένο βαθμό δικονομικής ωριμότητας, όπως πχ. στο άρθρο 47 παρ. 1 ΑΚ και 785 ΚΠολΔ περί κήρυξης προσώπου σε αφάνεια και στο άρθρο 1438 ΑΚ για τη συναινετική λύση του γάμου, όπου απαιτείται η απόφαση να καταστεί αμετάκλητη για να παράγει τα αποτελέσματά της, στο άρθρο 824 παρ. 1 εδ. β΄ ΚΠολΔ για την παροχή κληρονομητηρίου, όπου η προθεσμία της έφεσης και η άσκησή της αναστέλλουν την ισχύ της απόφασης, στο άρθρο 1560 ΑΚ για την τέλεση της υιοθεσίας και στο άρθρο 1681ΑΚ για την ανάληψη καθηκόντων του δικαστικού συμπαραστάτη, όπου απαιτείται η απόφαση να καταστεί τελεσίδικη.
Από τα ανωτέρω συνάγεται ότι στις υποθέσεις της εκούσιας δικαιοδοσίας η διαπλαστική ενέργεια του διατασσόμενου μέτρου, καθώς και η εκτελεστότητα της απόφασης αυτής, ως εκτελεστού τίτλου, επέρχονται και ισχύουν αμέσως μόλις εκδοθεί η απόφαση (βλ. Εφ Αθ 6095/1995, ΜΠρΞανθ 254/2003, ΧρΙΔ 4 (2004), 820). Κατ` εξαίρεση δε από τον κανόνα της άμεσης ενεργοποίησης της ισχύος και της εκτελεστότητας της πρωτοβάθμιας οριστικής απόφασης, επιτρέπεται να διαταχθεί με δικαστική απόφαση η αναστολή της ισχύος της, δηλαδή της διαπλαστικής ενέργειας της και της εκτελεστότητάς της (βλ. Μπέη Πολ. Δικ. άρθ. 763 σελ. 373 επ.). Η προσωρινή παρεμπόδιση που διατάσσεται με την απόφαση που αναστέλλει, έχει την έννοια ότι για την επίκληση και ενεργοποίηση των εννόμων συνεπειών της είναι απαραίτητη η προηγούμενη τελεσιδικία, μετά όμως από αυτή η μεταβολή θεωρείται ότι επήλθε αναδρομικά, δηλαδή από το χρόνο της δημοσιεύσεως της πρωτόδικης απόφασης (βλ. σχ. Π. Καργάδο Το πρόβλημα των διαπλαστικών αγωγών και αποφάσεων σελ. 198, 199, 203 επ. 216, §§ 220, 221, 226, 228, 240, Σκούρα σελ. 257). Περαιτέρω η απόφαση με την οποία διατάσσεται η αναστολή της εκτελέσεως προσομοιάζει (χωρίς όμως και να είναι) με ασφαλιστικό μέτρο, ως ειδικότερη εκδήλωση της προσωρινής ρύθμισης της κατάστασης, ώσπου να χορηγηθεί οριστική δικαστική προστασία με την τελεσίδικη απόφαση που θα εκδοθεί σχετικά με την έφεση, ώστε να αποφεύγεται ζημία αυτού που άσκησε το ένδικο μέσον. Με την απόφαση αυτή, που είναι επίσης διαπλαστική η δε διάπλαση της τοποθετείται στο χρόνο της δημοσιεύσεως της, ακινητοποιείται η ενεργοποίηση της διαπλαστικής ενέργειας της ή η τυχόν εξελισσόμενη διαδικασία της εκτελέσεως της στο σημείο που βρίσκεται κατά το χρόνο της δημοσιεύσεως της περί αναστολής αποφάσεως (βλ. σχ. Μπέη ο.π. άρθ. 763 σελ. 374 επ., Μπρίνια “Αναγκαστική Εκτέλεση” άρθ. 912 σελ. 168 επ. και άρθ. 938 σελ. 540 επ.). Η πρωτόδικη απόφαση δεν θίγεται με την αναστολή (δηλαδή δεν καθίσταται ανίσχυρη), ούτε αποδυναμώνονται οι άλλες συνέπειες της οι οποίες παράγονται και κατά τη διάρκεια της αναστολής απλώς η αναστολή οδηγεί σε αδράνεια την ισχύ (διαπλαστική ενέργεια) ή κατά τις περιπτώσεις την εκτελεστότητα της απόφασης (βλ. σχ. Μπρίνια ό.π.).
Θεώνη Κάδρα, Δικηγόρος LL.M.
e-mail: info@efotopoulou.gr