Εφαρμογή δικαίου σε αυτοκινητικά ατυχήματα στην αλλοδαπή κατά το άρθρο 25 και 26 ΑΚ
Από τη διάταξη του άρθρου 26 του ΑΚ, ορίζεται ότι οι ενοχές από αδίκημα διέπονται από το δίκαιο της πολιτείας, όπου διαπράχθηκε το αδίκημα (lex loci delicti commissi). Το κρίσιμο εδώ συνδετικό στοιχείο είναι ο τόπος του αδικήματος, χωρίς να εξετάζεται η ιθαγένεια των προσώπων μεταξύ των οποίων δημιουργήθηκε ενοχή από αδίκημα (ζημιώσας-ζημιωθείς), ούτε ο τόπος της κατοικίας ή διαμονής των προσώπων αυτών. Ο όρος αδίκημα στην ΑΚ 26 έχει γενική και ευρεία έννοια και όχι την στενή που ενδεχομένως, έχει σε μια εσωτερική (εθνική) έννομη τάξη. Η ευρύτητά του δικαιολογείται από την ένταξή του σε κανόνα ιδιωτικού διεθνούς δικαίου.
Σύμφωνα με την κρατούσα άποψη στο χώρο του Ελληνικού δικαίου, αλλά και στις ξένες έννομες τάξεις που ακολουθούν τον κανόνα της διατάξεως του άρθρου 26 ΑΚ, το δίκαιο που ισχύει στην πολιτεία όπου διαπράχθηκε το αδίκημα, θα ρυθμίσει μεταξύ άλλων και τα εξής ζητήματα: αν ορισμένη πράξη ή παράλειψη είναι παράνομη, την υπαιτιότητα, το συντρέχον πταίσμα του παθόντος, αν η ευθύνη είναι υποκειμενική ή αντικειμενική (χωρίς πταίσμα) και με ποίες προϋποθέσεις θεμελιώνεται ευθύνη από τις πράξεις και παραλείψεις των προστηθέντων ή βοηθών εκπληρώσεως, την ικανότητα καταλογισμού, τον κύκλο των προστατευομένων εννόμων αγαθών ή υποκειμενικών δικαιωμάτων, την ύπαρξη των οποίων κρίνει το δίκαιο που τα διέπει (π.χ. εμπράγματο δικαίωμα κυριότητας, κινητού πράγματος), τις συνέπειες του αδικήματος (υποχρέωση) αποζημιώσεως χρηματική ή in natura, την αποκατάσταση της ηθικής βλάβης (όχι περιουσιακής ζημίας), την δυνατότητα αναγωγής μεταξύ περισσοτέρων ευθυνόμενων, την παραγραφή της σχετικής αξιώσεως. Ειδικότερα καθόσον αφορά ατυχήματα, που προκαλούνται σε τρίτους, από αυτοκίνητο, κατά τη λειτουργία του, πρέπει να σημειωθεί ότι στον ευρωπαϊκό χώρο, με λιγότερες ή περισσότερες παραλλαγές κατά περίπτωση, καθιερώνεται αντικειμενική ευθύνη σε βάρος ορισμένων προσώπων, τα οποία βάσει ορισμένης ιδιότητας συνδέονται με το ζημιογόνο αυτοκίνητο (π.χ. οδηγός, ιδιοκτήτης, κάτοχος).
Σύμφωνα με το δίκαιο της πολιτείας όπου διαπράχθηκε το αδίκημα, θα κριθεί αν συντρέχουν οι προϋποθέσεις για την θεμελίωση αντικειμενικής ευθύνης από ατύχημα, που προκλήθηκε από αυτοκίνητο κατά τη λειτουργία του, ποια η έννοια του αυτοκινήτου και πότε το ατύχημα συμβαίνει κατά τη λειτουργία του. Εξάλλου το ίδιο εφαρμοστέο δίκαιο κρίνει αν και με ποιες προϋποθέσεις αποκαθίσταται, και, σε περίπτωση βλάβης αυτοκίνητο από σύγκρουση με άλλο αυτοκίνητο, η λεγόμενη εμπορική αξία ή και η τεχνική υπαξία του αυτοκινήτου δηλ. της ζημίας που συνίσταται στην μείωση της αξίας πωλήσεως του αυτοκινήτου, λόγω της παρατηρούμενης αποφυγής αγοράς επισκευασμένων αυτοκινήτων από μεγάλη μερίδα του αγοραστικού κοινού, και στην ύπαρξη, παρά την επισκευή ελαττωμάτων στη λειτουργία, αντοχή και εμφάνισή του αντίστοιχα.
Εξάλλου, η ανάγκη προστασίας των θυμάτων από αυτοκινητικά ατυχήματα, τα οποία κατά τη σύγχρονη εποχή παρουσιάζονται αυξημένα, λόγω της ευρείας διαδόσεως του αυτοκινήτου, έχουν οδηγήσει τις νομοθεσίες των προηγμένων κρατών στη θέσπιση νομικής υποχρέωσης, για τον ιδιοκτήτη και κάτοχο του αυτοκινήτου, για την κάλυψη της αστικής ευθύνης τους απέναντι σε τρίτους, που ζημιώνονται από το αυτοκίνητό τους κατά τη λειτουργία του. Η κάλυψη αυτή γίνεται από τον ασφαλιστή, δυνάμει συμβάσεως ασφαλίσεως, που συνάπτεται κυρίως από τον ιδιοκτήτη ή κάτοχο του αυτοκινήτου. Η προστασία των θυμάτων από ατυχήματα, που έχουν ως πηγή το αυτοκίνητο ενισχύεται ακόμη περισσότερο με τη θέσπιση από τις νομοθεσίες των διαφόρων προηγμένων κρατών ευθείας ή άμεσης αξιώσεως αποζημιώσεως του θύματος, κατά του ασφαλιστή, με σύγχρονη αποκοπή σε αυτόν, της δυνατότητας να προβάλει κατά του θύματος τις ενστάσεις που προκύπτουν από τη σύμβαση ασφαλίσεως. Σε περίπτωση ζημίας από αυτοκινητικό ατύχημα, που προκαλείται σε τρίτο στο έδαφος ξένου κράτους, ανακύπτει πρόβλημα καθορισμού του εφαρμοστέου δικαίου, που θα καταλάβει τη σύμβαση ασφαλίσεως αστικής ευθύνης και τις ενδεχόμενες αξιώσεις του θύματος κατά του ασφαλιστή και ιδιαίτερα, αν το θύμα έχει άμεση ή ευθεία κατά τούτου αξίωση. Βασικές διαφορές μεταξύ των δικαίων των πολιτειών προς τις οποίες ένα βιοτικό συμβάν παρουσιάζει σημεία επαφής αυξάνει το ενδιαφέρον για τον καθορισμό του εφαρμοστέου δικαίου, που θα υποδεχθεί από τον οικείο κανόνα του Ελληνικού ιδιωτικού διεθνούς δικαίου, η προσφυγή στο οποίο είναι επιβεβλημένη, εφόσον η περίπτωση εμφανίζει στοιχεία αλλοδαπότητος. Στο χώρο του Ελληνικού δικαίου, αλλά και στις περισσότερες συγγενείς ξένες έννομες τάξεις, το ζήτημα αμφισβητείται. Στην αμφισβήτηση οποιουδήποτε συμβάλλει η εμφανιζόμενη σύνδεση του θύματος με το αδίκημα, η πρόκληση του οποίου δημιουργεί τον λόγο ευθύνης του ασφαλιστή. Το δικαστήριο τούτο θεωρεί ως ορθότερη την άποψη ότι εφαρμόζεται το δίκαιο που διέπει τη σύμβαση ασφαλίσεως, οποιοδήποτε και αν είναι αυτό, όχι δε το δίκαιο της πολιτείας, που συνέβη το ατύχημα, καθόσον ο τόπος του ατυχήματος είναι τυχαίο περιστατικό και δεν επιτρέπεται να βαρύνει αποφασιστικά. Αυτό επιβάλλεται ιδιαίτερα στην περίπτωση που υπάρχουν άλλα στοιχεία που τοποθετούν τη σχέση στο πλαίσιο διαφορετικού δικαίου. Αυτό μπορεί να συμβεί όταν το θύμα, ο υπόχρεος σε αποζημίωση και προκαλέσας το ατύχημα και η ασφαλιστική του εταιρία έχουν την ίδια ιθαγένεια τρίτης πολιτείας διαφορετικής από αυτή που σημειώθηκε το ατύχημα, όλοι διαμένουν μόνιμα ή κατοικούν ή έχουν την έδρα τους, προκειμένου για νομικό πρόσωπο στην ίδια τρίτη πολιτεία και το ασφαλισμένο ζημιογόνο αυτοκίνητο έχει αριθμό κυκλοφορίας της ίδιας παραπάνω τρίτης πολιτείας (ΕφΑθ 1152/1985 ΕλΔ 27.524 με τις εκεί παραπομπές, ΕφΑθ 132/94 ΕλΔ 36.647, ΕφΑθ 2335/93 ΕλΔ 36.64, ΕφΑθ 1654/97 ΕλΔ 39.608).
Εφόσον στο περιεχόμενο της αγωγής περιέχεται στοιχείο αλλοδαπότητος, που καθιστά αναγκαία την προσφυγή στις οικείες διατάξεις του ιδιωτικού διεθνούς δικαίου του ΑΚ. Εφόσον έτσι με την αγωγή απαιτείται αξίωση που πηγάζει από αδίκημα, το κρίσιμο εφαρμοστέο δίκαιο είναι, κατά το άρθρο 26 ΑΚ, το Πολωνικό δίκαιο, ως δίκαιο του τόπου που διαπράχθηκε το αδίκημα. Σύμφωνα με όσα υπογραμμίσθηκαν παραπάνω, κατά το Πολωνικό δίκαιο θα κριθεί, μεταξύ άλλων, αν και με ποιες προϋποθέσεις ο οδηγός και ο ιδιοκτήτης κάτοχος του αυτοκινήτου (φορτηγού) υπέχει ευθύνη (υποκειμενική ή αντικειμενική), για την αποκατάσταση της ζημίας που προκλήθηκε σε τρίτο κατά τη λειτουργία του αυτοκινήτου, το είδος και την έκταση της αποζημίωσης. Το Πολωνικό δίκαιο λαμβάνει το δικαστήριο υπόψη αυτεπαγγέλτως και χωρίς απόδειξη, μπορεί όμως να διατάξει απόδειξη ή να χρησιμοποιήσει όποιο μέσο κρίνει κατάλληλο χωρίς να περιορίζεται στις αποδείξεις που προσάγουν οι διάδικοι (ΚΠολΔ 377). Σύμφωνα με τις γενικές και ειδικές διατάξεις του Πολωνικού δικαίου, που προβλέπουν την αποζημίωση των ζημιωθέντων από τροχαία αυτοκινητικά ατυχήματα και του χρόνου παραγραφής των αξιώσεων αυτών προκύπτει ότι στο Πολωνικό δίκαιο ρυθμίζεται με τις διατάξεις των άρθρων 435436, 437 του ΑΚ, η αντικειμενική ευθύνη του ιδιοκτήτη, για τις ζημίες που προκαλούνται σε πρόσωπα ή πράγματα τρίτων, από την κυκλοφορία του αυτοκινήτου. Η ευθύνη του οδηγού είναι υποκειμενική. Η ευθύνη τους είναι εις ολόκληρον. Η πρόκληση ζημίας με άδικη πράξη γεννά υποχρέωση αποκατάστασης της ζημίας. Σύμφωνα με το άρθρο 363 παρ. 1 του Πολωνικού ΑΚ, επί περιουσιακής ζημίας η αποκατάσταση μπορεί να συνίσταται, είτε σε επαναφορά των πραγμάτων στην προηγούμενη κατάσταση, είτε στην καταβολή αναλογούν χρηματικού ποσού. Σύμφωνα με το άρθρο 361 του Πολ. ΑΚ, το ύψος της αποζημίωσης ανταποκρίνεται στην πραγματικώς επελθούσα ζημία, περιλαμβάνει δε τόσο τη θετική ζημία όσο και τα διαφυγόντα κέρδη. Οι αξιώσεις αποζημιώσεως σύμφωνα με το άρθρο 442 του Πολ. ΑΚ παραγράφονται σε τρία χρόνια από την επέλευση του ζημιογόνου γεγονότος ή από την στιγμή που ο ζημιωθείς έλαβε γνώση της ζημίας και του ζημιωσάντος, πάντως το αργότερο 10 χρόνια από το ζημιογόνο γεγονός.
Όσον αφορά την ευθύνη της εναγομένης ασφαλιστικής εταιρείας, για το ένδικο ατύχημα, αυτή καταλαμβάνεται από το Ελληνικό δίκαιο, το οποίο κατά το άρθρο 25 του ΑΚ είναι το δίκαιο που, ενόψει των ειδικών συνθηκών διέπει τη σύμβαση ασφάλισης (ζημιώσας έλληνας υπήκοος, που κατοικεί μόνιμα στην Ελλάδα, έδρα στην Αθήνα της ασφαλιστικής εταιρίας, η οποία με τη σύμβαση ασφαλίσεως ανέλαβε να καλύψει την αστική ευθύνη του ασφαλισμένου της και για τις ζημίες που το αυτοκίνητό του θα προκαλούσε κατά τη κυκλοφορία του στην αλλοδαπή, κατοικία του ασφαλισμένου της στην Ελλάδα). Συνεπώς καθόσον αφορά την εναγομένη ασφαλιστική εταιρεία, η ένδικη αγωγή στηρίζεται στις διατάξεις του άρθρου 10 του ν. 489/1976, 346, 481 του ΑΚ (8390/2004 ΕφΑθ).
Λένα Πολύζου – Δικηγόρος
Email: info@efotopoulou.gr