Δικηγορικό Γραφείο Ευγενίας Α. Φωτοπούλου
Βασιλίσσης Σοφίας 6 Αθήνα 106 74
Τηλέφωνο: 210 36 24 769, 211 7 80 80 80
210 30 09 019
Email: info@efotopoulou.gr

Ανατροπή κατάσχεσης

Εδραζόμενος στο άρθρο 1019 ΚΠολΔ ο θεσμός της ανατροπής της αναγκαστικής κατασχέσεως αποσκοπεί στην επιτάχυνση της διαδικασίας της αναγκαστικής εκτελέσεως που καθυστερεί υπέρμετρα λόγω της αποχής του πιθανώς αδρανούντος επισπεύδοντος από τη συνέχιση της διαδικασίας.

Η ratio του θεσμού και η φιλοσοφία της ρύθμισης εντοπίζεται στην προστασία των συμφερόντων του οφειλέτη αφενός και στην προστασία και προαγωγή της κοινωνικής και οικονομικής ζωής και δραστηριότητας στο σύνολό της αφετέρου, εφόσον η μακροχρόνια δέσμευση και στην ουσία αχρήστευση των περιουσιακών στοιχείων του οφειλέτη μέσω της παρέλκυσης της διαδικασίας της αναγκαστικής εκτέλεσης δεν ωφελεί εν τέλει κανέναν και σε τίποτα.

Η ανατροπή της κατάσχεσης έχει ως θεμελιωδέστερο και κυριότερο χαρακτηριστικό της πως συνεπάγεται την απώλεια της δυνατότητας του επισπεύδοντος να προβεί στον πλειστηριασμό, δεδομένου ότι αν η κατάσχεση ανατραπεί, ο επισπεύδων θα πρέπει να κινήσει εξαρχής νέα διαδικασία εκτελέσεως, ενώ παραλλήλως βέβαια θα εξακολουθεί να παραμονεύει εν τω μεταξύ ο κίνδυνος, ο οφειλέτης να εκμεταλλευτεί το υπάρχον υπέρ του καθεστώς και να εκποιήσει το τέως κατεσχημένο κινητό ή ακίνητο περιουσιακό στοιχείο, αφήνοντας τον επισπεύδοντα πιθανώς χωρίς κανένα άλλο περιουσιακό στοιχείο να κατασχέσει εκ νέου.

Έπειτα, η κυριότερη διαφορά της όλο και πιο συχνά συναντώμενης στη σύγχρονη συναλλακτική πραγματικότητα ανατροπής της κατασχέσεως (για την οποία απαιτείται αίτηση στο κατά τόπον αρμόδιο ειρηνοδικείο κατά τη διαδικασία των ασφαλιστικών μέτρων) σε σχέση με την επίσης απαγγελλόμενη με δικαστική απόφαση ακύρωση της κατασχέσεως που λειτουργεί ex tunc έγκειται ακριβώς στο γεγονός ότι αυτή αφορά μονάχα το μέλλον.

Εν συνεχεία, προχωρώντας στον πυρήνα και την ουσία της διάταξης με βάση το άρθρο 1019 ΚΠολΔ η ανατροπή της κατασχέσεως καθίσταται δυνατή διαζευκτικά πρώτον αν ο πλειστηριασμός δε διενεργήθηκε εντός του έτους από την επιβολή της κατάσχεσης και δεύτερον αν ο αναπλειστηριασμός δεν πραγματοποιήθηκε μέσα σε έξι μήνες από τον πλειστηριασμό. Τα προοαπαιτούμενα της ανατροπής είναι εν συντομία σωρευτικά α) η ύπαρξη κατεσχημένου κινητού ή ακινήτου πράγματος, β) η πάροδος του απαιτούμενου από το νόμο χρόνου λαμβανομένης υπ’όψη πρώτον της ενδεχόμενης αναστολής της προθεσμίας του άρθρου 1019 παρ. 1 ΚΠολΔ λόγω συναφούς δικαστικής αποφάσεως ή συμφωνίας καθ’ου και επισπεύδοντος και δεύτερον του χρόνου που αφαιρείται από το υπολογιζόμενο χρονικό διάστημα με βάση τη διάταξη 1019 παρ.2. ΚΠολΔ, γ) η μη διενέργεια πλειστηριασμού εντός της προθεσμίας συμπεριλαμβανομένων και των πράξεων προδικασίας αυτού και τέλος δ) η διαπλαστική δικαστική απόφαση που απαγγέλει την ανατροπή. Από τις ως άνω προυποθέσεις μείζονος σημασίας είναι τόσο η καθαρά αντικειμενικής φύσεως χρονική προυπόθεση όσο και η περισσότερο ενεργητικής φύσεως απαίτηση της έκδοσης και δημοσίευσης της δικαστικής απόφασης από το ειρηνοδικείο στην περιφέρεια του οποίου επιβλήθηκε η κατάσχεση. Μάλιστα θεωρία και νομολογία δέχονται κατηγορηματικά και χωρίς αμφισβήτηση πως πλειστηριασμός στηριζόμενος σε κατάσχεση που δεν ανατράπηκε με δικαστική απόφαση είναι καθ’όλα έγκυρος και ισχυρός.

Τέλος σχετικά με τη δεύτερη μορφή της ανατροπής της κατασχέσεως, την ανατροπή του αναπλειστηριασμού, όπως αποκαλείται, αξίζει να σημειωθεί πως προαπαιτεί από τη μία πλευρά, όπως είναι εύλογο, την ύπαρξη ήδη διενηργηθέντος πλειστηριασμού και από την άλλη, όπως επίσης εξυπακούεται, το να πληρούνται ταυτόχρονα όλες οι προυποθέσεις διενέργειας αναπλειστηριασμού, δηλαδή η πάροδος εξαμήνου χωρίς την καταβολή του πλειστηριάσματος από τον υπερθεματιστή.

Λυδία Ζωγοπούλου

info@efotopoulou.gr

 

ΑΦΗΣΤΕ ΕΝΑ ΣΧΟΛΙΟ

Το email σας δεν θα δημοσιευτεί