Δικηγορικό Γραφείο Ευγενίας Α. Φωτοπούλου
Βασιλίσσης Σοφίας 6 Αθήνα 106 74
Τηλέφωνο: 210 36 24 769, 211 7 80 80 80
210 30 09 019
Email: info@efotopoulou.gr

Ανακοπή κατά διαταγής απόδοσης μισθίου – Ανταπαίτηση του μισθωτή για την καταβολή δαπανών στο μίσθιο – Διοίκηση αλλοτρίων – Ο διοικητής έχει δικαίωμα για την αποκατάσταση των αναγκαίων και επωφελών δαπανών στις οποίες προέβη σύμφωνα με την πραγματική ή εικαζόμενη βούληση του δανειστή, διαφορετικά μπορεί να τις ζητήσει κατά τις διατάξεις του αδικαιολόγητου πλουτισμού

Οι λόγοι της ανακοπής, όπως προκύπτει από το συνδυασμό των άρθρων 216 παρ. 1, 217, 583, 585, 632 παρ. 1 και 633 παρ. 1, πρέπει να είναι σαφείς και ορισμένοι, για να μπορεί ο καθ’ ου η ανακοπή να αμυνθεί κατά της ανακοπής, το δε Δικαστήριο να τάξει τις δέουσες αποδείξεις και να αποφανθεί επ’ αυτής με δύναμη δεδικασμένου, αλλιώς, οι λόγοι αυτής απορρίπτονται και αυτεπαγγέλτως ως αόριστοι και ανεπίδεκτοι δικαστικής εκτίμησης. Γι’ αυτό στο δικόγραφο της ανακοπής πρέπει, εκτός από τα απαιτούμενα κατά νόμο (άρθ. 118,119 ΚΠολΔ) για κάθε δικόγραφο στοιχεία, να περιέχονται με σαφήνεια οι λόγοι εναντίωσης κατά της διαταγής πληρωμής και τα γεγονότα που στηρίζουν το λόγο, για τον οποίο ο ανακόπτων υποβάλλει το αίτημα να ακυρωθεί η διαταγή απόδοσης.

Εξάλλου, ο ανακόπτων μισθωτής παραδεκτά προτείνει σε συμψηφισμό ανταπαίτησή του, λόγω δαπανών που έκανε επί του μισθίου, προς την απαίτηση των οφειλόμενων μισθωμάτων, εφόσον οι συμψηφιζόμενες απαιτήσεις συνυπήρξαν πριν από την εκπνοή της τασσόμενης με το άρθρο 637 ΚΠολΔ προθεσμίας και πάντως πριν από την κατάθεση της αίτησης για έκδοση διαταγής απόδοσης του μισθίου και άρα ήδη αποσβέννυνται αμοιβαία, από τότε που συνυπήρξαν. Σύμφωνα με το αρθ. 591 ΑΚ, «ο εκμισθωτής αποδίδει στο μισθωτή τις αναγκαίες δαπάνες που αυτός έκανε στο μίσθιο. Οι επωφελείς δαπάνες αποδίδονται σύμφωνα με τις διατάξεις για τη διοίκηση αλλότριων. Ο μισθωτής έχει δικαίωμα να αφαιρέσει τα κατασκευάσματα που πρόσθεσε ο ίδιος στο μίσθιο».

Σύμφωνα με την πιο πάνω διάταξη που έχει εφαρμογή και στις εμπορικές μισθώσεις (άρθ. 44 π.δ. 34/1995): 1) η υποχρέωση της διενέργειας των αναγκαίων δαπανών επί του μισθίου , ήτοι των δαπανών που γίνονται για τη διατήρηση και εξασφάλιση του πράγματος, προκειμένου αυτό να είναι κατάλληλο για τη συμφωνημένη χρήση, βαρύνει τον εκμισθωτή (κατά το άρθρο 575 ΑΚ, πρβλ. και ΑΚ 578 παρ. 2 εδ. 2 ΑΚ). Ο μισθωτής  όμως, έχει δικαίωμα να προβεί ο ίδιος, κατά τη διάρκεια της μίσθωσης, στις αναγκαίες δαπάνες, οπότε ο εκμισθωτής έχει υποχρέωση να τις αποδώσει στον  μισθωτή. Ο μισθωτής δικαιούται να ενεργήσει τις αναγκαίες δαπάνες μόνο αν αυτές είναι άμεσες και επείγουσες, και δεν μπορούν να γίνουν αμέσως από τον εκμισθωτή, άλλως δικαιούται ο μισθωτής να προβεί στις δαπάνες μόνο αν ο εκμισθωτής περιέλθει σε υπερημερία. Αν οι δαπάνες γίνουν χωρίς προηγούμενη υπερημερία του εκμισθωτή, μπορούν να αναζητηθούν μόνο με τις διατάξεις για τη διοίκηση αλλότριων. Δεν απαιτείται συναίνεση του εκμισθωτή για τη διενέργεια των αναγκαίων δαπανών. Επομένως, οι δαπάνες αυτές αποδίδονται στο μισθωτή που τις ενήργησε, μόνο αν είναι άμεσες και επείγουσες και δεν μπορούν να γίνουν από τον εκμισθωτή, ή ο εκμισθωτής περιήλθε, ως προς την τέλεση τους, σε υπερημερία, άλλως, αν αυτές τις ενήργησε ο μισθωτής προς το συμφέρον και κατά την πραγματική ή εικαζόμενη θέληση του εκμισθωτή (άρθ. 730 παρ. 1 ΑΚ).

Συνεπώς, για το ορισμένο του σχετικού λόγου ανακοπής μεταξύ των προϋποθέσεων της αξίωσης από το μισθωτή των αναγκαίων δαπανών είναι και οι απαιτούμενες από τις διατάξεις των παραπάνω άρθρων 591 § 1 και 730 επ. 2).

Προσέτι, επωφελείς θεωρούνται  οι δαπάνες, οι οποίες αυξάνουν την αξία του μισθίου. Τέτοιες δαπάνες είναι ενδεικτικά η κατασκευή κτίσματος, οι διασκευές, διαρρυθμίσεις, προσθήκες στο μίσθιο κ.λπ.. Οι δαπάνες αυτές αποδίδονται στο μισθωτή, εφόσον παραμένουν σε όφελος του μισθίου, με βάση τις διατάξεις για τη διοίκηση αλλότριων. Σύμφωνα, δε, με τις διατάξεις των άρθ. 730 παρ. 1 και 736 ΑΚ, όποιος διοικεί χωρίς εντολή ξένη υπόθεση έχει υποχρέωση να τη διεξάγει προς το συμφέρον και σύμφωνα με την πραγματική ή εικαζόμενη θέληση του κυρίου. Αν ο διοικητής αλλότριων ανέλαβε τη διοίκηση προς το συμφέρον και σύμφωνα με την πραγματική ή εικαζόμενη θέληση του κυρίου, έχει δικαίωμα να ζητήσει από αυτόν τις δαπάνες της διοίκησης και την ανόρθωση των ζημιών κατά τις διατάξεις για την εντολή, που εφαρμόζονται αναλόγως. Αν, όμως, η δαπάνη δεν έγινε σύμφωνα με την πραγματική ή εικαζόμενη θέληση του κυρίου, τότε ο διοικητής μπορεί, κατά την ΑΚ 737, να ζητήσει την απόδοσή τους με βάση τις διατάξεις για τον αδικαιολόγητο πλουτισμό, ήτοι σύμφωνα με την ΑΚ 904 παρ. 1 εδάφ. α΄ που ορίζει ότι: «όποιος έγινε πλουσιότερος χωρίς νόμιμη αιτία από την περιουσία ή με ζημία άλλου έχει υποχρέωση να αποδώσει την ωφέλεια».

Στοιχεία, επομένως, της αγωγής για δαπάνες, που πρέπει να εκθέτει και να αποδεικνύει ο ενάγων ή αντενάγων διοικητής αλλότριων, σύμφωνα με τις διατάξεις των άρθ. 106, 111 παρ. 2, 118 περ. 4 και 216 παρ. 1α ΚΠολΔ, είναι, εφόσον η αξίωσή του στηρίζεται στην ΑΚ 736, η διεξαγωγή της υπόθεσης από εύλογη αιτία προς το συμφέρον του κυρίου και κατά την πραγματική ή εικαζόμενη βούλησή του, εφόσον, δε, η αξίωσή του στηρίζεται στην ΑΚ 737, ήτοι στις διατάξεις από αδικαιολόγητο πλουτισμό, πρέπει να αναφέρεται στο δικόγραφο ο πλουτισμός του εναγομένου κυρίου της υπόθεσης, η επέλευσή του σε βάρος του ενάγοντος (άρα και η ύπαρξη αιτιώδους συνάφειας ανάμεσα στον πλουτισμό του πρώτου και την επιβάρυνση του δευτέρου) και η έλλειψη νόμιμης αιτίας. Ειδικότερα, για το ορισμένο της επικουρικής βάσης  από τον αδικαιολόγητο πλουτισμό πρέπει ο ανακόπτων να επικαλείται: 1) είτε ότι ο λήπτης (εκμισθωτής) εξοικονόμησε αντίστοιχες δαπάνες  στις οποίες αυτός άλλως θα προέβαινε ή όφειλε να προβεί με βάση τις υποκειμενικές του συνθήκες και 2) είτε ότι με τις ως άνω δαπάνες περιήλθε σ’ αυτόν (λήπτη του πλουτισμού) οικονομική αξία, η οποία είχε πράγματι γι’ αυτόν επωφελή επίπτωση, αποβλέποντας και εδώ στις συγκεκριμένες προσωπικές συνθήκες, υπό τις οποίες αυτός διατελεί και οι οποίες είναι απαραίτητο να εκτίθενται στο δικόγραφο για το ορισμένο της επικουρικής βάσης από τον αδικαιολόγητο πλουτισμό αφού, στις ως άνω περιπτώσεις ο πραγματικός και συγκεκριμένος πλουτισμός του λήπτη είναι όρος της αξίωσης για απόδοση των δαπανών από τον αδικαιολόγητο πλουτισμό.

Τέλος, να επισημανθεί ότι τα ανωτέρω, λόγω του ενδοτικού δικαίου χαρακτήρα της ανωτέρω διατάξεως ισχύουν μόνο εφόσον με αντίθετη συμφωνία (άρθ. 361  ΑΚ) των συμβαλλομένων δεν ρυθμίστηκαν διαφορετικά οι μεταξύ τους υποχρεώσεις, οι αναφερόμενες στις δαπάνες, που επρόκειτο να πραγματοποιηθούν στο μίσθιο κι επομένως μπορούν οι συμβαλλόμενοι, σύμφωνα με τη διάταξη του άρθρου 361 ΑΚ, να συμφωνήσουν ότι όλες οι δαπάνες επί του μισθίου θα βαρύνουν το μισθωτή[1].

 

Αγγελική Πολυδώρου, Δικηγόρος

e-mail: info@efotopoulou.gr

[1] βλ. EφΠειρ 562/2014, ΤΝΠ ΝΟΜΟΣ, Γεωργιάδη Σταθόπουλου Ειδικό Ενοχικό Δίκαιο υπό άρθρο 591 ΑΚ ,Καυκά “Ενοχικό    Δίκαιο”, εκδ. ΣΤ τομ. Α, σε άρθ. 592 παρ. 2 σελ. 306, Φλούδα “Προστασία    Μισθώσεων”, εκδ. 1978 παρ. 208 σελ. 164 Βασ. Βαθρακοκοίλη ΕρΝομΑΚ, τόμος Γ, ημίτομος Α, ειδικό ενοχικό, Αθήνα, 2004, άρθρο 591, σ. 636-637, αριθ. 4, αρθρ. 736 αριθ. 7 σελ. 897, Απ. Γεωργιάδη ΕνοχΔ Ειδ. Μέρος τομ.II, εκδ. 2007, §37 VIII, αριθ. 52, σελ. 885, ΑΠ 326/06 Δνη 2006. 787,ΑΠ 337/2001 ΧρΙΔ 2001. 420, ΑΠ 552/1995 ΕλλΔνη 37. 664,ΕΘ 34/2012 ΕλΔνη 2012 σελ. 1389, ΕΛαρ. 366/2011 Δικογρ. 2011 σελ. 558, ΕΔωδ.233/2007 νόμος,ΕφΑΘ 7389/2006 ΕλλΔνη 2007. 917,ΕΘεσ 2446/2006 Αρμ 2007 σελ. 866 ,ΕφΑΘ 1007/04 Δνη 46. 264, ΕφΑΘ 8359/02 Δνη 46. 268, ΕφΑΘ 7303/00 Δνη 43. 227.

ΑΦΗΣΤΕ ΕΝΑ ΣΧΟΛΙΟ

Το email σας δεν θα δημοσιευτεί