Δικηγορικό Γραφείο Ευγενίας Α. Φωτοπούλου
Βασιλίσσης Σοφίας 6 Αθήνα 106 74
Τηλέφωνο: 210 36 24 769, 211 7 80 80 80
210 30 09 019
Email: info@efotopoulou.gr

Η αμοιβή του δικηγόρου ως τμήμα της αποδοτέας δικαστικής δαπάνης –   Προϋποθέσεις για την επιδίκαση αυξημένης αμοιβής

Σύμφωνα με το άρθ. 189 του ΚΠολΔ: «Αποδίδονται μόνο τα δικαστικά και εξώδικα έξοδα που ήταν απαραίτητα για τη διεξαγωγή και υπεράσπιση της δίκης και ιδίως α) τα τέλη χαρτοσήμου για τη σύνταξη των αποφάσεων, των δικογράφων, των δικαστικών εκθέσεων και των άλλων εγγράφων της δίκης και για την ενέργεια των διαδικαστικών πράξεων, β) το τέλος δικαστικού ενσήμου, γ) η αμοιβή των δικηγόρων ή άλλων δικαστικών πληρεξουσίων και των δικαστικών υπαλλήλων, σύμφωνα με τις διατιμήσεις που ισχύουν, δ) τα ποσά που καταβάλλονται στους μάρτυρες για έξοδα και αποζημίωση, καθώς και στους πραγματογνώμονες για έξοδα και αμοιβή, σύμφωνα με τις διατιμήσεις που ισχύουν, ε) τα ποσά που καταβλήθηκαν για την προσαγωγή άλλων αποδεικτικών μέσων, καθώς και τα έξοδα ταξιδιού και αλληλογραφίας που κατέβαλε ο διάδικος για να εμφανιστεί στη δίκη», ενώ δυνάμει της παρ. 2 του αυτού ως άνω άρθρου: «Δεν αποδίδονται τα έξοδα που έγιναν α) από απείθεια, απροσεξία ή σφάλμα του ίδιου του διαδίκου, β) από υπερβολική πρόνοιά του».

Προσήκει, δε, να υπογραμμισθεί ότι η αμοιβή του πληρεξούσιου δικηγόρου δεν ταυτίζεται επουδενί με την αποδοτέα αμοιβή αυτού, η οποία αποτελεί, στην πλειοψηφία των περιπτώσεων, το μεγαλύτερο τμήμα της αποδοτέας δικαστικής δαπάνης, και στην καταβολή της οποίας καταδικάζεται με τη δικαστική απόφαση και σύμφωνα με «την αρχή της ήττας» (άρθ. 176 και άρθ. 183 ΚΠολΔ), ο ηττηθείς διάδικος (ίδετε «Η αποδοτέα δικαστική δαπάνη κατά τον Κ.Πολ.Δ», Ορ. Β. Τσάμης, 2009, σελ. 21).

Περαιτέρω, όπως προκύπτει, από τα άρθρα 58 και 84 του Ν. 4194/2013 (Κώδικας Δικηγόρων), που ισχύει σύμφωνα με το άρθρο 166 παρ. 3 του ιδίου ως άνω νόμου από την δημοσίευσή του στην ΕτΚ (ΦΕΚ Α’ 208/27-9-2013), η αμοιβή του δικηγόρου καθορίζεται ελεύθερα με έγγραφη συμφωνία μεταξύ αυτού και του πελάτη του και αν δεν υπάρχει έγγραφη συμφωνία, η αμοιβή καθορίζεται σύμφωνα με τα οριζόμενα στα άρθρα του Κώδικα Δικηγόρων. Δύναται όμως η αμοιβή του δικηγόρου να καθορισθεί μεγαλύτερη από τα οριζόμενα με τον Κώδικα Δικηγόρων ποσοστά, και αυτεπάγγελτα από το Δικαστήριο, ανάλογα με την επιστημονική εργασία του δικηγόρου, την αξία και το είδος της υποθέσεως, τον χρόνο που απαιτήθηκε, τις εκτός έδρας μεταβάσεις του δικηγόρου, την σπουδαιότητα της διαφοράς, τις ειδικότερες περιστάσεις και κάθε είδος δικαστικών ή εξωδίκων ενεργειών (άρθρο 58 παρ. 5 του Κώδικα Δικηγόρων).

Η κρίση του Δικαστηρίου για την επιδίκαση αυξημένης αμοιβής και της βασιμότητας των προϋποθέσεων που ορίζονται στην ως άνω διάταξη για την αύξηση αυτής δεν υπόκειται στον έλεγχο του Αρείου Πάγου, σύμφωνα με το άρθρο 561 παρ.1 ΚΠολΔ, διότι απορρέει από την συνδρομή και εκτίμηση περιστατικών, τα οποία προσδιορίζουν τον βαθμό σπουδαιότητας της παρασχεθείσης επιστημονικής εργασίας, την αξία και το είδος της υποθέσεως, την πολυπλοκότητα αυτής και τις λοιπές περιστάσεις και ενέργειες που σχετίζονται με αυτή, το χρόνο που καταναλώθηκε και των λοιπών κατά τα ανωτέρω όρων και προϋποθέσεων (ίδετε σχετ. ΑΠ 630/2015, ΑΠ 450/2006, ΑΠ 551/2006, ΑΠ 690/2004, ΑΠ 1147/1984). Κατά την ανέλεγκτη, δε, εκτίμηση των εν λόγω όρων και προϋποθέσεων μπορεί το Δικαστήριο να επιδικάσει και τα για κάθε περίπτωση καθοριζόμενα κατώτατα όρια δικηγορικής αμοιβής ή να υπερβεί αυτά, εφόσον ήθελε κρίνει αντιστοίχως, ότι δεν δικαιολογείται ή δικαιολογείται ο προσδιορισμός τέτοιας αυξημένης αμοιβής (ΑΠ 16/2013).

Αγγελική Πολυδώρου, δικηγόρος

email: info@efotopoulou.gr

ΑΦΗΣΤΕ ΕΝΑ ΣΧΟΛΙΟ

Το email σας δεν θα δημοσιευτεί