Δικηγορικό Γραφείο Ευγενίας Α. Φωτοπούλου
Βασιλίσσης Σοφίας 6 Αθήνα 106 74
Τηλέφωνο: 210 36 24 769, 211 7 80 80 80
210 30 09 019
Email: info@efotopoulou.gr

Προσφυγή κατά του κλητηρίου θεσπίσματος και δυνατότητα πρότασης με αυτήν ακυρότητας της προδικασίας

Στο άρθρο 322 παρ. 1 και 2 του ΚΠΔ ορίζεται ότι ο κατηγορούμενος που κλητεύθηκε απ’ ευθείας με κλητήριο θέσπισμα στο ακροατήριο του Τριμελούς Πλημ/κείου, έχει δικαίωμα, αφού ενημερωθεί για την προανάκριση, να προσφύγει στον αρμόδιο Εισαγγελέα Εφετών μέσα σε δέκα ημέρες από την επίδοση του κλητηρίου θεσπίσματος. Ο Εισαγγελέας Εφετών οφείλει να αποφασίσει μέσα σε δέκα ημέρες από τότε που θα φθάσει σ’ αυτόν η έκθεση προσφυγής, απορρίπτοντας την προσφυγή ή διατάσσοντας προανάκριση ή και συμπλήρωση της προανάκρισης που προηγήθηκε, μετά το πέρας της οποίας ή απορρίπτει την προσφυγή ή διατάσσει την υποβολή της υπόθεσης στο δικαστικό συμβούλιο. Μπορεί να παραγγείλει και την απευθείας εισαγωγή της υπόθεσης στο δικαστικό συμβούλιο όταν δεν κρίνει αναγκαία τη συμπλήρωση της διεξαχθείσας προανάκρισης.

Από το συνδυασμό των παραπάνω διατάξεων προκύπτει ότι η προσφυγή κατά του κλητηρίου θεσπίσματος αποτελεί ειδικό ένδικο μέσο επί του οποίου αποφαίνεται ο ιεραρχικός ανώτερος του παραπέμψαντος Εισαγγελέας και το οποίο σκοπό έχει την ανατροπή της παραπομπής στο ακροατήριο. Οι λόγοι της προσφυγής μπορεί να είναι νομικοί ή ουσιαστικοί, εφαρμόζονται δε επ’ αυτής mutatis mutandis οι αρχές επί ενδίκων μέσων, μεταξύ των οποίων και η αρχή του μεταβιβαστικού αποτελέσματος των ενδίκων μέσων που συνοψίζεται στη διατύπωση ‘τόσο μεταβιβάζεται όσο προσβάλλεται’. Σκοπός της προσφυγής είναι η αποφυγή της άσκοπης και προπετούς παραπομπής του κατηγορουμένου στο ακροατήριο, όταν είτε τα στοιχεία που συνελέγησαν κατά την προδικασία είναι ελλιπή, είτε οι ενδείξεις ενοχής που προκύπτουν σε βάρος του δεν αρκούν για τη θεμελίωση της κρίσεως περί απευθείας παραπομπής, αλλά μάλλον οδηγούν είτε σε ανάγκη για συμπλήρωση του ανακριτικού υλικού είτε σε απαλλακτική κρίση ήδη κατά το στάδιο της προδικασίας {Ανδρουλάκης Ν., Θεμελιώδεις έννοιες της ποινικής δίκης, 2007, σελ. 420 επ., Γκρόζος, Παρατηρήσεις υπό την ΔιατΕισΕφΠειρ 15/2000 (Α. Ζύγουρας), Υπερ 2000, 626}.

Από τις διατάξεις του άρθρου 321 παρ. 1 και 4 του ΚΠΔ προκύπτει, ότι το κλητήριο θέσπισμα πρέπει επί ποινή ακυρότητας να περιέχει: α) το ονοματεπώνυμο και, αν παρίσταται ανάγκη και άλλα στοιχεία που καθορίζουν την ταυτότητα του κατηγορουμένου, β) τον προσδιορισμό του δικαστηρίου ενώπιον του οποίου αυτός καλείται, γ) τη χρονολογία, ημέρα της εβδομάδας και ώρα της εμφανίσεως αυτού, δ) τον ακριβή καθορισμό της πράξεως, για την οποία κατηγορείται και μνεία του προβλέποντας αυτήν άρθρου του ποινικού νόμου και ε) τον αριθμό του, την επίσημη σφραγίδα και την υπογραφή του εισαγγελέα ή του δημόσιου κατηγόρου ή του πταισματοδίκη κατά το άρθρο 27 παρ. 2. Τα ανωτέρω στοιχεία που πρέπει, επί ποινή ακυρότητας να περιέχει το κλητήριο θέσπισμα ορίζονται περιοριστικώς.

Ακυρότητες της προδικασίας δεν αποτελούν λόγο ακυρότητας του κλητηρίου θεσπίσματος, αφού δεν ορίζεται τούτο από το νόμο. Δύναται όμως ακυρότητα πράξεως της προδικασίας, εφόσον δεν προτάθηκε ενώπιον του δικαστικού συμβουλίου, να προταθεί με την κατ’ άρθρο 322 ΚΠΔ προσφυγή ενώπιον του Εισαγγελέα Εφετών, εφόσον συνάπτεται με τη βασιμότητα της παραπομπής του κατηγορουμένου στο ακροατήριο (ΑΠ Ολ 1/2008, ό.π., ΑΠ 304/2012, ΑΠ 1673/2011, ΑΠ 860/2009, ΑΠ 1131/2009, ΑΠ 539/1989, Α΄ Δημοσίευση Νόμος, ΔιατΕισΕφΠειρ 44/2001 ΝοΒ 2001, 1670, ΔιατΕισΕφΑθ 430/2001 ΠΛογ 2001, 1151, ΔιατΕισΕφΘρ 48/2000 ΝοΒ 2000, 1320). Στην περίπτωση αυτή ο Εισαγγελέας Εφετών δύναται εφόσον κρίνει ότι οι προτεινόμενοι λόγοι ακυρότητας της προδικασίας είναι βάσιμοι, ενώ από τα λοιπά στοιχεία δεν δικαιολογείται η παραπομπή του κατηγορουμένου στο ακροατήριο, να διατάξει τη συμπλήρωση της διενεργηθείσας προανακρίσεως. Καθίσταται φανερό ότι ναι μεν αναγνωρίζεται η δυνατότητα στον Εισαγγελέα Εφετών να κρίνει –επιλαμβανόμενος της προσφυγής κατά του κλητηρίου θεσπίσματος, κατ’ άρθρο 322 ΚΠΔ– για τις δικονομικές ακυρότητες της προδικασίας, πλην δε, τούτο τελεί υπό τρεις προϋποθέσεις, ήτοι: α) να μην έχουν προταθεί με αυτοτελή αίτηση στο Δικαστικό Συμβούλιο, β) να συνάπτονται με τη βασιμότητα της παραπομπής του κατηγορουμένου στο ακροατήριο και γ) να μη δικαιολογείται από τα λοιπά στοιχεία η παραπομπή του κατηγορουμένου στο ακροατήριο (ακόμα και αν οι προτεινόμενοι λόγοι ακυρότητας της προδικασίας είναι βάσιμοι).

Αμυγδαλιά Τσιάρα, δικηγόρος

info@efotopoulou.gr

ΑΦΗΣΤΕ ΕΝΑ ΣΧΟΛΙΟ

Το email σας δεν θα δημοσιευτεί