Σύμβαση πώλησης με παρακράτηση κυριότητας – μη καταβολή του τιμήματος – δικαιώματα του πωλητή
Από το συνδυασμό των διατάξεων των άρθρων 383, 389 παρ. 2, 455, 458, 460, 461, 462, 470, 532 παρ. 1, 976, 977, 1034, 1035, 1094 και 1095 ΑΚ συνάγεται ότι, αν στην πώληση κινητού έχει τεθεί ο όρος ότι ο πωλητής διατηρεί την κυριότητα, ωσότου το τίμημα, που εν όλω ή εν μέρει πιστώνεται, αποπληρωθεί, λογίζεται σε περίπτωση αμφιβολίας, ότι η μεταβίβαση της κυριότητας στον αγοραστή επέρχεται μόλις πληρωθεί η αίρεση της αποπληρωμής του τιμήματος και ότι επί υπερημερίας του αγοραστή ως οφειλέτη, εν όλω ή εν μέρει, του τιμήματος, ο πωλητής, που κατ’ αρχήν παραμένει όχι μόνον κύριος αλλά και νομέας του κινητού, έχει δικαίωμα α) είτε να απαιτήσει το τίμημα, η είσπραξη του οποίου, σημειωτέον, θα επιφέρει τη μεταβίβαση της κυριότητας στον αγοραστή, β) είτε, αφού πρώτα υπαναχωρήσει από τη σύμβαση να ασκήσει τα δικαιώματά του από την κυριότητα όπως είναι η άσκηση διεκδικητικής ως προς το κινητό αγωγής κατά του αγοραστή, ο οποίος ως κάτοχος του κινητού δεν μπορεί πια να αρνηθεί την απόδοσή του με την από το άρθρο 1095 ΑΚ ένσταση, γ) είτε να ασκήσει τα από τις γενικές διατάξεις περί υπερημερίας οφειλέτη από αμφοτεροβαρή σύμβαση οικεία ενοχικά δικαιώματα και ιδίως αφού πρώτα υπαναχωρήσει από τη σύμβαση πωλήσεως, να ασκήσει κατά του αγοραστή αγωγή για απόδοση του κινητού κατά τις διατάξεις του αδικαιολογήτου πλουτισμού (Ολ.ΑΠ 22/1927 ΕΔ. 29.91, ΑΠ 1136/2000 ΕΔ. 42.1349). Κατά το άρθρο αυτό συρρέουν υπέρ του πωλητή δύο δικαιώματα διαζευκτικώς, η επιλογή δε του ενός απ’ αυτά, αφότου η δήλωση γι’ αυτή περιέλθει στον αγοραστή, δεν δύναται να ανακληθεί μονομερώς, αποκλείει δε την άσκηση του άλλου, κατά τα άρθρα 306 και 307 ΑΚ, απλοποιουμένης έτσι της ενοχής υπό την έννοια ότι εφεξής περιορίζεται αυτή αποκλειστικά στην παροχή που επιλέχτηκε, η οποία και μόνο είναι εκπληρωτέα από τον οφειλέτη. Συνεπώς εάν ο πωλητής επέλεξε το δικαίωμα να απαιτήσει το υπόλοιπο του οφειλόμενου τιμήματος, επήλθε συγκέντρωση στο δικαίωμα αυτό και απώλεια γι’ αυτόν του δικαιώματος για υπαναχώρηση, η οποία εάν μόλον τούτο γίνει, δεν επιφέρει έννομο αποτέλεσμα. Έχει κριθεί νομολογιακά (βλ. ΑΠ 525/1992, ΤΝΠ ΔΣΑ ΙΣΟΚΡΑΤΗΣ) ότι η έκδοση και κοινοποίηση διαταγής πληρωμής εκ μέρους του πωλητή προς τον υπερήμερο αγοραστή, έχει την έννοια ότι επέλεξε το δικαίωμα να απαιτήσει το υπόλοιπο τίμημα και όχι να υπαναχωρήσει από την σύμβαση. Αντιστρόφως, έχει επίσης κριθεί ότι εφόσον ο πωλητής υπαναχώρησε από την πώληση δεν έχει αξίωση για το τίμημα (η οποία άλλωστε προϋποθέτει ενεργό σύμβαση), καθόσον τα εκ του 532 ΑΚ δικαιώματα συρρέουν διαζευκτικά και η επιλογή ενός, αφότου η δήλωση περιέλθει στον αγοραστή, δεν μπορεί να ανακληθεί μονομερώς και αποκλείει την άσκηση του άλλου (βλ. ΕφΛαρ 46/2009).
Με βάση τα ανωτέρω συνάγεται ότι μόνη η υπερημερία του αγοραστή ως προς την καταβολή του τιμήματος παρέχει στον πωλητή δικαίωμα υπαναχώρησης, το οποίο ασκείται χωρίς να απαιτείται να ταχθεί στον αγοραστή εύλογη προθεσμία για εκπλήρωση, κατά παρέκκλιση από τη ρύθμιση της ΑΚ 383. Η υπαναχώρηση είναι άτυπη (390 ΑΚ) και αποτελεί μονομερή δικαιοπραξία διαπλαστικού χαρακτήρα. Εφόσον δεν υποβάλλεται σε τύπο μπορεί να γίνει και σιωπηρά, με πράξεις που αναμφισβήτητα δηλώνουν τον προς τούτο σκοπό, όπως είναι η από τον πωλητή επιχειρούμενη και στρεφόμενη κατά του αγοραστή δικαστική επιδίωξη της ανάκτησης του κινητού (ΑΠ 1136/2000 ΕΔ. 42.1349, 897/1979 ΝοΒ 28.262). Με την υπαναχώρηση ματαιώνεται η αναβλητική αίρεση αποπληρωμής του τιμήματος και η πώληση καταλύεται αναδρομικά και δημιουργείται μία σχέση εκκαθάρισης (389 παρ. 2 ΑΚ), που ως περιεχόμενο έχει την εκατέρωθεν αναζήτηση των παροχών κατά τις διατάξεις του αδικαιολόγητου πλουτισμού. Ενόψει της κατά τα ανωτέρω κατάλυσης της πώλησης και μάλιστα αναδρομικά, παρέχεται στον πωλητή το δικαίωμα άσκησης κατά του αγοραστή των δικαιωμάτων που απορρέουν από την κυριότητα και τη νομή (1094 επ., 984 επ ΑΚ, 733, 734 ΚΠολΔ).
Μαρία Τζαβέλα
Δικηγόρος, LL.M.
E-mail: info@efotopoulou.gr