Δικηγορικό Γραφείο Ευγενίας Α. Φωτοπούλου
Βασιλίσσης Σοφίας 6 Αθήνα 106 74
Τηλέφωνο: 210 36 24 769, 211 7 80 80 80
210 30 09 019
Email: info@efotopoulou.gr

Συνταγματικός ο τόκος υπερημερίας 6% για τις οφειλές του Δημοσίου

Στη διάταξη του άρθρου 21 του Κώδικα Νόμων περί δικών του Δημοσίου (κ.δ. της 26-6/10-7-1944), το οποίο διατηρήθηκε σε ισχύ με το άρθρο 109 ΕισΝΑΚ και ισχύει υπέρ των Δήμων (άρθρο 276 παρ. 1 ν. 3463/2006), ορίζεται ότι: “Ο νόμος και ο της υπερημερίας τόκος πάσης του Δημοσίου οφειλής, ορίζεται εις 6% ετησίως, πλην εάν άλλως ωρισθή δια συμβάσεως ή ειδικού νόμου. Ο ειρημένος τόκος άρχεται από της επιδόσεως της αγωγής”. Η εν λόγω διάταξη εισάγει προνομιακή εξαίρεση υπέρ των ν.π.δ.δ., αφού καθιερώνεται ευνοϊκότερη μεταχείριση υπέρ των τελευταίων, αναγνωρίζοντας σε αυτά το δικαίωμα να καταβάλουν με την ιδιότητα του οφειλέτη σε περίπτωση υπερημερίας, ποσοστό τόκου 6%, δηλαδή κατά πολύ μικρότερο εκείνου που έχουν υποχρέωση να καταβάλουν οι ιδιώτες ως οφειλέτες, υπό τις ίδιες προϋποθέσεις συνδρομής υπερημερίας. Με την ευνοϊκή για τα ν.π.δ.δ. αυτή διάταξη, θεσπίζεται στην ουσία περιορισμός της αστικής ευθύνης των ν.π.δ.δ. που οδηγεί στη μείωση της οφειλόμενης από αυτά αποζημίωσης, αλλά και αντίστοιχη μείωση της περιουσίας του δανειστή. Και τούτο διότι η απόφαση, αφότου καταστεί οριστική, γεννά σαφή απαίτηση για την απόληψη του τρέχοντος επιτοκίου υπερημερίας, η οποία εμπίπτει στην έννοια της περιουσίας του δανειστή. Ωστόσο τα νομικά πρόσωπα δημοσίου δικαίου μπορούν να απολαμβάνουν, κατά την άσκηση των λειτουργιών τους, προνόμια και ασυλίες που θα τους επιτρέπουν να επιτελούν αποτελεσματικά τη δημοσίου δικαίου αποστολή τους. Επομένως η διαφοροποίηση αυτή υπέρ του Δημοσίου, ως οφειλέτη, στην περίπτωση υπερημερίας αυτού, στην καταβολή ποσοστού τόκου μικρότερου από των ιδιωτών οφειλετών, είναι επιτρεπτή και επιβάλλεται από τον σκοπό, τον οποίον αυτό υπηρετεί, αφού το Δημόσιο έχει ως έργο και ως αποστολή να εξυπηρετεί το δημόσιο συμφέρον, καθώς και, αδιακρίτως τους Έλληνες πολίτες, οι οποίοι συμβάλλουν στην περιουσία αυτού με την καταβολή φόρων. Η ειδική αυτή ρύθμιση υπέρ του Δημοσίου δεν αντίκειται στην από το άρθρο 4 παρ. 1 του Συντάγματος καθιερούμενη αρχή της ισότητας (συνεκτιμουμένου ότι δεν καθιερώνεται με τη διάταξη αυτή ισότητα μεταξύ ιδιωτών και του Δημοσίου, όταν τα όργανα του τελευταίου εκδίδουν πράξεις που αποβλέπουν στην ορθή άσκηση της δημοσίας εξουσίας και την εκπλήρωση των έναντι των πολιτών υποχρεώσεων του Δημοσίου), ούτε στην από τα άρθρα 20 του Συντάγματος και 6 παρ. 1 της Ε.Σ.Δ.Α. καθιερούμενη αρχή της παροχής εννόμου προστασίας και δίκαιης δίκης (συνεκτιμουμένου ότι το εν λόγω προνόμιο δεν είναι δικονομικού περιεχομένου), ούτε επίσης στο άρθρο 1 του Πρώτου Προσθέτου Πρωτοκόλλου της Ε.Σ.Δ.Α., που προστατεύει την περιουσία του πολίτη.

Και τούτο διότι η προστασία της περιουσίας του Δημοσίου (που επιτυγχάνεται με τη θέσπιση τέτοιων προνομίων), είναι αναγκαία, ώστε να είναι αυτό σε θέση να εκπληρώνει απρόσκοπτα τους σκοπούς του, οι οποίοι, όπως προαναφέρθηκε, είναι η εξυπηρέτηση του γενικότερου κοινωνικού και δημοσίου συμφέροντος (ΟλΑΠ 3/2006 ΤΝΠ Νόμος, αντίθετα βλ. ΟλΣτΕ 1663/2009 ΤΝΠ Νόμος, Αρμ. 2009.925). Εν κατακλείδι υπό το πρίσμα της οξείας δημοσιονομικής κρίσης που μαστίζει τη χώρα και προκειμένου να διασφαλιστεί η δημοσιονομική ισορροπία του κράτους και η αποτροπή αύξησης του ήδη υπέρογκου κρατικού χρέους, δεν αντιβαίνει σε συνταγματικές επιταγές όπως εκείνες των άρθρων 4 (αρχή ισότητας) και 25 (αρχή αναλογικότητας) του Συντάγματος η προαναφερθείσα διαφοροποίηση του ποσοστού τόκων υπερημερίας μεταξύ δημοσίου και ιδιωτών (ΑΕΔ 25/2012 ΤΝΠ Νόμος, βλ. και πρόσφατη νομολογία ΑΠ 2/2014 και ΣτΕ 377/2014).

Παρ’ όλα αυτά, στο παρελθόν υπήρξε και αντίθετη άποψη στη νομολογία των ελληνικών δικαστηρίων, ότι δηλαδή η διάταξη του άρθρου 21 του Κώδικα Νόμων περί δικών του Δημοσίου αντίκειται στα άρθρα 4 παρ. 1 του Συντάγματος και 1 του Πρώτου Πρόσθετου Πρωτοκόλλου της ΕΣΔΑ και δεν ισχύει στο μέτρο που θεσπίζεται υπέρ του Δημοσίου έναντι των ιδιωτών αδικαιολόγητη προνομιακή μεταχείριση, χωρίς να συντρέχει προς τούτο λόγος δημοσίου συμφέροντος, που θα δικαιολογούσε τη διαφοροποίηση αυτή. Με την εκδοθείσα από 22.5.2008 απόφαση του ΕΔΔΑ επί της με αριθμ. 33977/2006 προσφυγής του Ευθυμίου Μεϊδάνη, εργαζόμενου ιατρού στο δημόσιο Νοσοκομείο Σισμανόγλειο-Γενικό Περιφερειακό Νοσοκομείο Αττικής κατά Ελλάδος, το Δικαστήριο του Στρασβούργου απεφάνθη ομοφώνως ότι η διάταξη που προσδιορίζει το νόμιμο επιτόκιο των οφειλών του Ελληνικού Δημοσίου και των Ν.Π.Δ.Δ. στο ποσοστό 6% ετησίως, όσο και η απόφαση της Ολομέλειας του ΑΠ (3/2006), που την έκρινε συνταγματική παραβίασε το δικαίωμα του συγκεκριμένου προσφεύγοντα στη περιουσία του, όπως αυτό προστατεύεται από το άρθρο 1 του Πρώτου Πρόσθετου στην ΕΣΔΑ Πρωτοκόλλου, αναφέροντας μάλιστα στο σκεπτικό της επί λέξει, ότι μόνο το απλό ταμειακό συμφέρον του νομικού προσώπου δημοσίου δικαίου δεν ταυτίζεται με το δημόσιο συμφέρον ή γενικό συμφέρον και δεν μπορεί να δικαιολογήσει την παραβίαση του δικαιώματος στην περιουσία του πολίτη. Και ναι μεν όπως προκύπτει από το σκεπτικό της, το δικαστήριο δέχθηκε ότι τα νομικά πρόσωπα δημοσίου δικαίου μπορούν να απολαμβάνουν εντός του πλαισίου της άσκησης των καθηκόντων τους προνόμια και ασυλίες, που θα επιτρέπουν να εκπληρώνουν αποτελεσματικά την δημοσίου δικαίου αποστολή τους, ωστόσο η εκτίμηση ότι μονή η συμπερίληψη του νομικού προσώπου στη δομή του κράτους δεν επαρκεί από μονή της για να νομιμοποιήσει όλες τις περιπτώσεις την εφαρμογή των κρατικών προνομίων αλλά πρέπει τούτο να είναι αναγκαίο για την ορθή άσκηση της δημόσιας αποστολής του, μη δεχόμενο εντέλει, τη θέση του ελληνικού κράτους, ότι η διαφορά μεταξύ τόκου υπερημερίας των ιδιωτών και εκείνου των νομικών προσώπων δημοσίου δικαίου ήταν απαραίτητη για τη λειτουργία του νοσοκομείου. Η ανωτέρω άποψη του ΕΔΔΑ έγινε δεκτή αργότερα από την ολομέλεια του ΣτΕ το οποίο με την υπ’ αριθμ. 1663/2009 απόφαση του (δημοσιευμένη σε ΔΕΕ 2009/1133 με παρατηρήσεις Π. Πανταζόπουλου), απεφάνθη ότι δεν υφίσταται λόγος δημοσίου συμφέροντος, που θα μπορούσε να καταστήσει ανεκτή την εφαρμογή κρατικών προνομίων και τη διαφορετική μεταχείριση Δημόσιου και ιδιώτη οφειλέτη. 

Μαρία Τζαβέλα

Δικηγόρος, LL.M.

E-mail: info@efotopoulou.gr

ΑΦΗΣΤΕ ΕΝΑ ΣΧΟΛΙΟ

Το email σας δεν θα δημοσιευτεί