Δικηγορικό Γραφείο Ευγενίας Α. Φωτοπούλου
Βασιλίσσης Σοφίας 6 Αθήνα 106 74
Τηλέφωνο: 210 36 24 769, 211 7 80 80 80
210 30 09 019
Email: info@efotopoulou.gr

Το νέο νομοθετικό πλαίσιο για τους «αδρανείς καταθετικούς λογαριασμούς» (άρθρα 6-10 του Ν. 4151/2013)

Με τον νέο Ν. 4151/2013 για τους αδρανείς καταθετικούς λογαριασμούς εισάγεται ένα πλέγμα ρυθμίσεων, αποκλειστικός σκοπός των οποίων είναι, μετά την παραγραφή των δικαιωμάτων του καταθέτη ή των νομίμων κληρονόμων του, η χρήση των κεφαλαίων από αδρανείς καταθέσεις για την κάλυψη αναγκών του Δημοσίου (βλ. άρθρο 6 του Ν. 4151/2013).

Βέβαια, αιτία της νέας αυτής παρέμβασης του νομοθέτη αποτέλεσε και η σημαντική απόφαση του ΕΔΔΑ της 29-1-2013 «Ζολώτας κατά Ελλάδος», όπου το Δικαστήριο καταδίκασε την Ελλάδα, κρίνοντας ότι υπήρξε παραβίαση του άρθρου 1 του 1ου Πρόσθετου Πρωτοκόλλου της ΕΣΔΑ (αρχή του σεβασμού της περιουσίας του ατόμου), λόγω της μη ενημέρωσης εκ μέρους της Τράπεζας (υπό το καθεστώς του ΝΔ 1195/1942) του δικαιούχου ενός αδρανούς λογαριασμού ότι πλησιάζει το τέλος του χρόνου παραγραφής. 

Σύμφωνα με τον ορισμό που περιέχεται στο άρθρο 7 του Ν. 4151/2013, «ως αδρανής καταθετικός λογαριασμός σε πιστωτικό ίδρυμα , κατά την έννοια του ν. 3601/2007 για τις ανάγκες του παρόντος κεφαλαίου, χαρακτηρίζεται εκείνος στον οποίο δεν έχει πραγματοποιηθεί αποδεδειγμένα καμία πραγματική συναλλαγή από τους δικαιούχους καταθέτες για χρονικό διάστημα είκοσι (20) ετών. Η επομένη της τελευταίας συναλλαγής αποτελεί την έναρξη ισχύος της εικοσαετίας».

Ακολούθως, στο άρθρο 8 του Ν. 4151/2013 προβλέπεται η διαδικασία ενημέρωσης των δικαιούχων αδρανών καταθετικών λογαριασμών που έχει κάθε πιστωτικό ίδρυμα και ειδικότερα καθορίζεται η διαδικασία αποστολής ειδοποιήσεων σε συγκεκριμένα χρονικά σημεία εκ μέρους του πιστωτικού ιδρύματος. Ειδικότερα ορίζεται στην παρ. 1 του άρθρου 8 του Ν. 4151/2013 ότι κάθε πιστωτικό ίδρυμα υποχρεούται να στέλνει στο δικαιούχο αδρανούς κατάθεσης ειδοποίηση πριν τη συμπλήρωση του χρόνου παραγραφής, ενημερώνοντας τον ότι, σε περίπτωση που δεν παρουσιάσει κίνηση ο λογαριασμός του, η κατάθεση θα παραγραφεί και θα περιέλθει στο Δημόσιο λόγω συμπλήρωσης εικοσαετίας. Συγκεκριμένα, με τη συμπλήρωση πέντε (5) ετών από την πραγματοποίηση της τελευταίας πραγματικής συναλλαγής, πρέπει να γίνεται η πρώτη ειδοποίηση του δικαιούχου και των τυχόν συνδικαιούχων του, όπως αυτοί εμφανίζονται στον τραπεζικό λογαριασμό, με συστημένη επιστολή υπό την προϋπόθεση ότι το κόστος αυτής δεν υπερβαίνει το ενυπάρχον στο συγκεκριμένο λογαριασμό, ποσό. Σε διαφορετική περίπτωση, η Τράπεζα οφείλει να ειδοποιήσει με απλή επιστολή. Η δεύτερη ειδοποίηση γίνεται με τη συμπλήρωση δέκα (10) ετών και η τελευταία με τη συμπλήρωση δεκαπέντε (15) ετών από την πραγματοποίηση της τελευταίας πραγματικής συναλλαγής. Η δεύτερη και η τρίτη ειδοποίηση, οι οποίες πρέπει να γίνονται με συστημένη επιστολή, αφορούν σε δικαιούχους λογαριασμών υπολοίπου μεγαλύτερου των εκατό (100) ευρώ. Ταυτόχρονα, με την τρίτη ειδοποίηση ή την παρέλευση δεκαπενταετίας, τα πιστωτικά ιδρύματα υποχρεούνται να δημιουργούν ειδικό αρχείο, το οποίο θα συμπεριλαμβάνει τα στοιχεία όλων των λογαριασμών. Για την ενημέρωση των δικαιούχων ακίνητων καταθετικών λογαριασμών άνω της δεκαπενταετίας απαιτείται μία τουλάχιστον ειδοποίηση πριν τη συμπλήρωση της εικοσαετίας. Στο αρχείο αυτό θα έχουν πρόσβαση οι δικαιούχοι/συνδικαιούχοι και οι νόμιμοι κληρονόμοι τους. Το εν λόγω αρχείο θα οριστικοποιείται με τη συμπλήρωση είκοσι (20) ετών και θα είναι στη διάθεση των εποπτικών αρχών και δημόσιων ελεγκτικών θεσμών για δέκα (10) ακόμη χρόνια.

Περαιτέρω προβλέπεται στο ίδιο άρθρο 8 παρ. 2 του Ν. 4151/2013 ότι το υπόλοιπο αδρανούς καταθετικού λογαριασμού παραγράφεται υπέρ Ελληνικού Δημοσίου μετά την παρέλευση της εικοσαετίας. Η πίστωση των καταθέσεων με τόκους, καθώς και η κεφαλαιοποίησή τους, δεν συνιστούν συναλλαγή, κατά την έννοια του άρθρου 7 του Ν. 4151/2013 και δεν διακόπτουν την παραγραφή.

Κάθε πιστωτικό ίδρυμα, που δραστηριοποιείται στην Ελλάδα, οφείλει αμέσως μετά την παρέλευση του χρονικού ορίου της εικοσαετίας: α) να αποδίδει στο Δημόσιο συγκεντρωτικά μέχρι το τέλος Απριλίου κάθε έτους τα υπόλοιπα των αδρανών καταθέσεων, πλέον αναλογούντων τόκων, καταθέτοντας στην Τράπεζα της Ελλάδος τα σχετικά ποσά σε ειδικό λογαριασμό, β) να ενημερώνει ταυτόχρονα τις αρμόδιες Διευθύνσεις του Γενικού Λογιστηρίου του Κράτους και της Γενικής Διεύθυνσης Δημόσιας Περιουσίας για την εκπλήρωση των υποχρεώσεων που απορρέουν από τον παρόντα νόμο, γ) να ενημερώνει τους δικαιούχους/κληρονόμους για το που έχουν μεταφερθεί τα σχετικά ποσά, μετά την παρέλευση της εικοσαετίας, εφόσον ερωτηθεί.

Τα ως άνω ποσά στο σύνολο τους θα καταγράφονται ως έσοδο στον ετήσιο Κρατικό Προϋπολογισμό. Τα πιστωτικά ιδρύματα υποχρεούνται, μέσα στις προθεσμίες σύνταξης του Κρατικού Προϋπολογισμού, να ενημερώνουν το Γενικό Λογιστήριο του Κράτους για το κατ` εκτίμηση ύψος των αδρανών καταθέσεων που θα μεταφέρουν στο Δημόσιο μέχρι τον Απρίλιο του επόμενου έτους, ώστε τα κονδύλια αυτά να συμπεριληφθούν στο Γενικό Προϋπολογισμό του επόμενου οικονομικού έτους.

 

 

Μαρία Τζαβέλα

Δικηγόρος, LL.M.

E-mail: info@efotopoulou.gr

ΑΦΗΣΤΕ ΕΝΑ ΣΧΟΛΙΟ

Το email σας δεν θα δημοσιευτεί