Προσωρινή ρύθμιση κατάστασης κατ’ άρθρο 731 ΚΠολΔ
Η προσωρινή ρύθμιση κατάστασης δεν αποτελεί ασφαλιστικό μέτρο με προκαθορισμένο περιεχόμενο, αλλά το πλαίσιο για τη λήψη ασφαλιστικών μέτρων (άρθρο 692 παρ. 1 ΚΠολΔ), με τα οποία ορισμένη κατάσταση (άρθρο 682 ΚΠολΔ), που έχει διαμορφωθεί ή τείνει να διαμορφωθεί στις έννομες σχέσεις των διαδίκων, αντιμετωπίζεται προσωρινά, ωσότου κριθούν οριστικά οι έννομες σχέσεις τους, ως προς τις οποίες έχει ανακύψει η έριδα και εφόσον υπάρχει άμεση και πιεστική ανάγκη (επείγουσα περίπτωση) να ενεργοποιηθούν ως τότε ή ανάλογα να αδρανοποιηθούν εν όλω ή εν μέρει, για να αποφευχθεί η δημιουργία αμετάκλητων ή δυσβάστακτων συνεπειών ως προς το πιθανολογούμενο αποτέλεσμα της κύριας δίκης (Ερμηνεία ΚΠολΔ, Κεραμεύς/Κανδύλης/Νίκας ό.π. άρθρο 731, αρ. 1).
Από τον συνδυασμό των διατάξεων των άρθρων 731 και 732 ΚΠολΔ προκύπτει ότι το Δικαστήριο μπορεί να διατάξει ως ασφαλιστικό μέτρο όχι μόνο κάποιο από τα ειδικώς και ρητώς ρυθμιζόμενα στον Κώδικα Πολιτικής Δικονομίας, αλλά και κάθε άλλο, το οποίο κατά την κρίση του είναι απαραίτητο για την εξασφάλιση ή διατήρηση του δικαιώματος ή τη ρύθμιση της κατάστασης. Αυτονόητη όμως προϋπόθεση για τη λήψη κάποιου ασφαλιστικού μέτρου είναι η ύπαρξη νόμιμου δικαιώματος του αιτούντος, καθόσον σε περίπτωση ανύπαρκτου και μη αναγνωριζόμενου από το νόμο δικαιώματος δεν μπορούν να διαταχθούν ασφαλιστικά μέτρα (ΜΠρΗρ 195/2017, ΜΠρΚοζ 56/2009 ΝΟΜΟΣ).
Περαιτέρω από το συνδυασμό των διατάξεων των άρθρων 682 επ. ΚΠολΔ, συνάγεται ότι τα ασφαλιστικά μέτρα αποτελούν παρεπόμενο της εκκρεμούς ή μέλλουσας να ανοίγει διαγνωστικής δίκης ως προς το επικαλούμενο ουσιαστικό δικαίωμα και αποβλέπουν στη διασφάλιση, διατήρηση ή προσωρινή ρύθμιση του τελευταίου, μέχρι να συντελεστεί δικαστικά η διάγνωσή του και συνεπώς, στη διασφάλιση της κοινωνικής ειρήνης.
Η ικανοποίηση, επομένως, του ουσιαστικού δικαιώματος, δηλαδή η δημιουργία ουσιαστικής κατάστασης, που ανταποκρίνεται στην έννομη συνέπεια, που προκύπτει από το ουσιαστικό δικαίωμα, βρίσκεται εκτός του σκοπού των ασφαλιστικών μέτρων, γι’ αυτό και απαγορεύεται ρητά από το νόμο και ειδικότερα από τη διάταξη του άρθρου 692 § 4ΚΠολΔ, η οποία καθιερώνει τη γενική αρχή, σύμφωνα με την οποία, με τα ασφαλιστικά μέτρα, δεν επιτρέπεται η δημιουργία αμετακλήτων καταστάσεων στις σχέσεις των διαδίκων, με τρόπο ώστε να ματαιώνεται ο τελικός σκοπός της οριστικής προστασίας. Ο ως άνω κανόνας έχει εφαρμογή και στο ασφαλιστικό μέτρο της προσωρινής ρύθμισης της κατάστασης (άρθρα 731, 732 ΚΠολΔ), το οποίο κατά το σκοπό του δε διαφέρει από τα υπόλοιπα ασφαλιστικά μέτρα, εφόσον και αυτό συνδέεται τελολογικά με κάποιο δικαίωμα, που πρέπει να προστατευθεί προσωρινά, για να μη δημιουργηθούν, μέχρι την περαίωση της κύριας δίκης, αμετάκλητες καταστάσεις, που θα μπορούσαν να ματαιώσουν το σκοπό της δίκης αυτής.
Η διακριτική ευχέρεια του άρθρου 732 ΚΠολΔ, σύμφωνα με το οποίο το Δικαστήριο δικαιούται να διατάξει ως ασφαλιστικό μέτρο και κάθε μέτρο, που, κατά τις περιστάσεις, είναι, κατά την κρίση του, πρόσφορο για την εξασφάλιση ή διατήρηση δικαιώματος ή τη ρύθμιση κατάστασης, δεν αποτελεί εξαίρεση στον απαγορευτικό κανόνα του άρθρου 692 § 4 του ΚπολΔ, εφόσον ο τελευταίος αποτελεί οριοθέτηση της με το άρθρο 732 παρεχόμενης στο δικαστήριο διακριτικής ευχέρειας.
Εξαίρεση αποτελεί μόνο η διάταξη του άρθρου 728 ΚΠολΔ, κατά την οποία το Δικαστήριο ως ασφαλιστικό μέτρο μπορεί να επιδικάσει προσωρινά το σύνολο ή μέρος των απαιτήσεων, που αναφέρονται σ’ αυτήν και πάντως με τους περιορισμούς που προβλέπονται από τις διατάξεις του άρθρου 729 § 2 ΚΠολΔ. Οι ως άνω δε διατάξεις απηχούν τις βασικές αρχές του δικαίου των ασφαλιστικών μέτρων, σύμφωνα με τις οποίες η προσωρινή δικαστική προστασία πρέπει: α) να μην ταυτίζεται με το αντικείμενο της οριστικής δικαστικής προστασίας, αλλά να διαφέρει και να υπολείπεται από αυτό, και β) να μη δημιουργεί αμετάκλητες καταστάσεις, που δεν μπορούν να ανατραπούν, όταν ανακληθεί η σχετική απόφαση ασφαλιστικών μέτρων ή διαγνωσθεί στην κύρια δίκη, με ισχύ δεδικασμένου, η ανυπαρξία του δικαιώματος που εξασφαλίστηκε, ώστε να μη ματαιώνεται ο πρακτικός σκοπός της κύριας δίκης (ΜΠρΑΘ 3375/2019, ΜΠρΠειρ 298/2019, ΜΠρΑΘ 8287/2017, ΜΠρΡοδ 28/2016, ΜΠρΘεσ 35.887/2008 ΤΝΠ-Νόμος, ΜΠρΑθ 5801/2001Δ 33, 1149, ΜΠρΑθ 10691/1998 ΝοΒ 47.434, βλ. σχετ. και Τζίφρα, Ασφαλιστικά μέτρα, έκδ. 1985, σ. 58).
Ναταλία Κ. Νεραντζάκη, δικηγόρος
info@efotopoulou.gr