Προϋποθέσεις για μη εγγραφή καταδικαστικής απόφασης στο ποινικό μητρώο γενικής χρήσης
Γίνεται συχνά λόγος για το ποινικό μητρώο. Ιδιαίτερα το ζήτημα απασχολεί τα άτομα που στο παρελθόν υπέπεσαν σε «λάθη» τα οποία μετέπειτα τους αναγνωρίστηκαν με δικαστικές αποφάσεις, οι οποίες ήταν σαφώς καταδικαστικές. Ας δούμε όμως κάποια πράγματα ειδικότερα αναφορικά με το ζήτημα. Πότε δηλαδή μια απόφαση δεν αναγράφεται στο μητρώο γενικής χρήσης;
Σύμφωνα με τις ισχύουσες διατάξεις του άρθρου 574§§1, 2 του Κ. Π. Δ. «Με την επιφύλαξη της εφαρμογής του μηχανογραφικού συστήματος κατά το άρθρο 573§1 εδ. ε’, το ποινικό μητρώο αποτελείται από δελτία. Σε κάθε δελτίο ποινικού μητρώου αναγράφονται τα εξής: α) Τα στοιχεία της ταυτότητας του προσώπου που είναι αναγκαία για την εξατομίκευσή του. Αν πρόκειται για έγγαμο, αναγράφεται το πατρικό επώνυμο και το όνομα και επώνυμο του συζύγου. β) Οι ακόλουθες αμετάκλητες καταδικαστικές αποφάσεις ή βουλεύματα: βα) Κάθε απόφαση για κακούργημα ή πλημμέλημα για το οποίο έχει επιβληθεί ποινή στερητική της ελευθερίας ή χρηματική ποινή, με τις παρεπόμενες ποινές και τα μέτρα ασφάλειας που έχουν επιβληθεί.
Περαιτέρω, σύμφωνα με τις διατάξεις του άρθρου 576 §§2,3 του Κ. Π. Δ. στο αντίγραφο δικαστικής χρήσης καταχωρίζεται το περιεχόμενο όλων των δελτίων ποινικού μητρώου, εκτός από εκείνα που έχουν παύσει να ισχύουν. Στο αντίγραφο γενικής χρήσης καταχωρίζεται το περιεχόμενο όλων των δελτίων ποινικού μητρώου, σύμφωνα με την προηγούμενη παράγραφο, εκτός από εκείνα: α) που αναγράφουν χρηματική ποινή ή ποινή φυλάκισης έως έξι μήνες, μετά την πάροδο τριών ετών, β) που αναγράφουν ποινή φυλάκισης πέραν των έξι μηνών ή ποινή περιορισμού σε ψυχιατρικό κατάστημα, μετά την πάροδο οκτώ ετών, γ) που αναγράφουν κάθειρξη, μετά την πάροδο είκοσι ετών. Εξάλλου, σύμφωνα με τις διατάξεις του άρθρου 576§§ 4, 5, 6 Κ.Π.Δ., οι προθεσμίες της προηγούμενης παραγράφου αρχίζουν από την απότιση της ποινής. Αν επήλθε μεταγενέστερη καταδίκη για πλημμέλημα ή κακούργημα, οι προθεσμίες αυτές αρχίζουν από την απότιση της νέας ποινής. Η ποινή θεωρείται ότι αποτίθηκε και όταν : α) μετατράπηκε σε χρηματική, από την ημέρα καταβολής του ποσού της μετατροπής, β) χαρίστηκε, από την έκδοση του οικείου προεδρικού διατάγματος, γ) χορηγήθηκε απόλυση, από την επιτυχή πάροδο του χρόνου δοκιμασίας. Αν η καταδικαστική απόφαση δεν εκτελέστηκε, οι πιο πάνω προθεσμίες αρχίζουν από την παραγραφή της.
Όπως γίνεται δεκτό, για την έναρξη των προθεσμιών των τριών (3), των οκτώ (8) ή των είκοσι (20) ετών, που προβλέπονται, από τις διατάξεις του ανωτέρω άρθρου, προκειμένου η καταδικαστική απόφαση, που έχει καταχωρηθεί σε δελτίο ποινικού μητρώου, να μην συμπεριληφθεί σε αντίγραφο ποινικού μητρώου γενικής χρήσης, από της – κατά το άρθρο 576§5 ΚΠΔ - ημερομηνίας αποτίσεως της ποινής, απαιτείται η μη καταχώρηση σε δελτίο ποινικού μητρώου, μεταγενέστερης νέας αμετάκλητης καταδίκης του ίδιου προσώπου, εντός τριών (3), οκτώ (8) ή είκοσι (20) ετών, αντίστοιχα, αφού, σε περίπτωση καταχώρησης τέτοιας νέας καταδίκης, για πλημμέλημα ή κακούργημα, η απότιση της ποινής της προϋπάρχουσας αμετάκλητης καταδίκης του ίδιου προσώπου, αρχίζει, σύμφωνα με τη διάταξη του άρθρου 576§4 εδ. β’ ΚΠΔ, από την απότιση της νέας ποινής [βλ. Διάταξη Εισαγγελέως Πλημ/κών Πειραιώς 7/2003 ΠοινΔικ 2003-526, Γνωμοδότηση Εισαγγελέως Πλημ/κών Πειραιώς 3250/1-3-2002 ΑρχΝ 2002-710 και Τράπεζα Νομικών Πληροφοριών «ΝΟΜΟΣ» (324020), Σπ. Μουζακίτη «Ζητήματα εκτελέσεως ποινικών αποφάσεων», έκδ. 2002, σελ. 115 επ.].
Σε περίπτωση, κατά την οποία η αμετάκλητη καταδικαστική απόφαση δεν εκτελέσθηκε, η ανωτέρω οκταετής προθεσμία άρχεται, από της ημερομηνίας παρελεύσεως της – κατ’ άρθρο 114 περ. γ’ ΠΚ – δεκαετούς προθεσμίας παραγραφής της ποινής φυλακίσεως, η οποία, σύμφωνα με τη διάταξη του άρθρου 115 ΠΚ, άρχεται, από την ημέρα, κατά την οποία η εν λόγω καταδικαστική απόφαση κατέστη αμετάκλητη.
Ελένη Κλουκινιώτη
info@efotopoulou.gr