Δυνατότητες στρατευσίμων αναφορικά με την κρίση των υγειονομικών επιτροπών
Πολύ συχνά ένα ζήτημα που ανακύπτει είναι αναφορικά με τα δικαιώματα, που χορηγεί ο νόμος στους πολίτες, που καλούνται να εκπληρώσουν τη θητεία τους.
Κατ’ άρθρον 1 παρ. 1 του προεδρικού διατάγματος 133/2002 «Για την κρίση Σωματικής ικανότητας των στρατευσίμων, αυτών που κατατάσσονται στις Ένοπλες Δυνάμεις καθώς και του στρατιωτικού προσωπικού γενικά» (Φ.Ε.Κ. Α΄ 109): «1. Όλοι οι κατατασσόμενοι, με οποιαδήποτε ιδιότητα, στις Ένοπλες Δυνάμεις (Ε.Δ.) πρέπει να έχουν σωματική ικανότητα (σωματική και ψυχική υγεία, αρτιμέλεια και σωματική διάπλαση) που να ανταποκρίνεται πλήρως στις απαιτήσεις της αποστολής για την οποία προορίζονται. Η ικανότητα αυτή κρίνεται μετά από υγειονομική εξέταση», ενώ κατ’ άρθρον 2 του ιδίου δ/τος : «1. Το προσωπικό του άρθρου 1, παράγραφος 1, εντάσσεται στις παρακάτω κατηγορίες σωματικής ικανότητας: α. Οι στρατεύσιμοι, οι ανυπότακτοι, οι οπλίτες οποιασδήποτε κατηγορίας κρίνονται: (1) Ικανοί πρώτης κατηγορίας (Ι/1). (2) Ικανοί δευτέρας κατηγορίας (Ι/2). (3) Ικανοί τρίτης κατηγορίας (Ι/3). (4) Ικανοί τετάρτης κατηγορίας (Ι/4). (5) Ακατάλληλοι για στράτευση (Ι/5) 2. Από τις κατηγορίες προσωπικού της προηγουμένης παραγράφου: α. Αυτοί που δεν παρουσιάζουν καμία διαταραχή της σωματικής ικανότητας κρίνονται ικανοί πρώτης κατηγορίας (Ι/1) κατάλληλοι και ικανοί αντιστοίχως. β. Αυτοί που παρουσιάζουν διαταραχές της σωματικής ικανότητας κρίνονται ανάλογα με την περίπτωση της κατηγορίας προσωπικού στην οποία ανήκουν».
Οι Υγειονομικές Επιτροπές και τα Ειδικά Στρατολογικά Συμβούλια γνωματεύουν και κρίνουν για τη σωματική ικανότητα όπως καθορίζεται αυτή στους αντίστοιχους πίνακες και παραρτήματα της κείμενης νομοθεσίας. Στην αρμοδιότητα των Επιτροπών Απαλλαγών ανήκει και η έκδοση γνωματεύσεων, αναφορικά με την ανικανότητα ή μη για εργασία, των παραπεμπομένων σε αυτές, από τα στρατολογικά γραφεία, ιδιωτών, για τη μεταφορά οπλιτών στους υπόχρεους μειωμένης θητείας, καθώς και η κρίση για ακαταλληλότητα για στράτευση των ατόμων αυτών, εφόσον δεν έχουν υπερβεί το πεντηκοστό έτος της ηλικίας τους» (611/2012 ΣΤΕ).
Το σημαντικό εν προκειμένω που πρέπει να γνωρίζουμε είναι, ότι οι ως άνω γνωματεύσεις είναι εκτελεστές διοικητικές πράξεις και άρα προσβάλλονται δικαστικά. Ειδικότερα έχει κριθεί νομολογιακά ότι «οι γνωματεύσεις των Επιτροπών Απαλλαγών περί της ικανότητος στρατεύσεως των ενώπιον τους παραπεμπομένων είναι υποχρεωτικές για την κατά περίπτωση αρμοδία αρχή και, κατά συνέπειαν έχουν εκτελεστό χαρακτήρα» (ΣτΕ 3542/2010).
Ακόμα όμως πιο σημαντικό είναι να γνωρίζουμε το καθεστώς της προσωρινής δικαστικής προστασίας που χορηγείται στις ως άνω περιπτώσεις.
Σύμφωνα με τις διατάξεις του άρθρου 52 του ν.δ. 170/ 1973 «Περί του Συμβουλίου Επικρατείας», το δικαστήριο, στο οποίο ασκήθηκε η αίτηση ακύρωσης εκτελεστής ατομικής διοικητικής πράξης, μπορεί, με συνοπτικά αιτιολογημένη απόφαση, η οποία εκδίδεται σε Συμβούλιο να διατάξει, με αίτηση εκείνου που άσκησε την αίτηση ακύρωσης, την αναστολή εκτέλεσης της προσβαλλόμενης πράξης, όταν η άμεση εκτέλεση αυτής θα προκαλέσει στον αιτούντα βλάβη ανεπανόρθωτη ή δυσχερώς επανορθώσιμη σε περίπτωση ευδοκίμησης της αίτησης ακύρωσης. Αντίθετα το Δικαστήριο μπορεί να απορρίψει την αίτηση αν, κατά τη στάθμιση της βλάβης του αιτούντος και του δημοσίου συμφέροντος, κρίνεται ότι οι αρνητικές συνέπειες από την αποδοχή θα είναι σοβαρότερες από την ωφέλεια του αιτούντος. Εξάλλου, εάν εκτιμάται ότι η αίτηση ακύρωσης είναι προδήλως βάσιμη, μπορεί να δεχθεί την αίτηση αναστολής, ακόμη και αν η βλάβη του αιτούντος από την άμεση εκτέλεση της προσβαλλόμενης πράξης δεν κρίνεται ως ανεπανόρθωτη ή δυσχερώς επανορθώσιμη. Η αίτηση αναστολής, όμως, μπορεί να απορριφθεί ακόμη και σε περίπτωση ανεπανόρθωτης ή δυσχερώς επανορθώσιμης βλάβης, αν η Επιτροπή εκτιμά ότι η αίτηση ακύρωσης είναι προδήλως απαράδεκτη ή προδήλως αβάσιμη (18/2010 ΔΕφ Αθ Αναστ.).
Ελένη Κλουκινιώτη
info@efotopoulou.gr