Δικηγορικό Γραφείο Ευγενίας Α. Φωτοπούλου
Βασιλίσσης Σοφίας 6 Αθήνα 106 74
Τηλέφωνο: 210 36 24 769, 211 7 80 80 80
210 30 09 019
Email: info@efotopoulou.gr

Εκπρόθεσμη κλήτευση διαδίκου – κήρυξη απαράδεκτης της συζήτησης

Από τη διάταξη του άρθρου 110 παρ. 2 ΚΠολΔ απορρέει η θεμελιώδης δικονομική αρχή της ακρόασης όλων των διαδίκων. Η τήρηση της αρχής αυτής επιβάλλει στο Δικαστήριο να ερευνήσει αυτεπαγγέλτως, αν ο διάδικος που απουσιάζει κατά την επ’ ακροατηρίου συζήτηση της υπόθεσης, έχει κλητευθεί να παραστεί σ’ αυτήν νομοτύπως και εμπροθέσμως και να κηρύξει απαράδεκτη τη συζήτηση, εφόσον διαπιστώσει ότι δεν έγινε τέτοια κλήτευση ή ότι αυτή δεν έγινε εμπροθέσμως και σύμφωνα με τις νόμιμες διατυπώσεις (ΕφΛαρ 307/2012, ΤΝΠ ΔΣΑ).

Σύμφωνα με τη διάταξη του άρθρου 228 του Κ.Πολ.Δικ. «η προθεσμία για την κλήτευση των διαδίκων είναι εξήντα ημέρες και, αν ο διάδικος που καλείται ή κάποιος από τους ομοδίκους διαμένει στο εξωτερικό ή είναι άγνωστης διαμονής, ενενήντα ημέρες πριν από τη συζήτηση», ενώ σύμφωνα με τη διάταξη του επόμενου άρθρου 229 του ίδιου κώδικα «αντίγραφο της αγωγής με την κάτω απ’ αυτήν πράξη για τον προσδιορισμό δικασίμου και την κλήση για συζήτηση στην ορισμένη δικάσιμο επιδίδεται στον εναγόμενο με επιμέλεια του ενάγοντος». Περαιτέρω, κατά τη διάταξη του άρθρου 271 § 1 του αυτού κώδικα «αν ο εναγόμενος δεν εμφανισθεί κατά τη συζήτηση ή εμφανισθεί αλλά δεν λάβει μέρος σ’ αυτήν κανονικά, το δικαστήριο, αν η αγωγή και η κλήση για συζήτηση δεν επιδόθηκαν σ’ αυτόν νόμιμα και εμπρόθεσμα, κηρύσσει απαράδεκτη τη συζήτηση». Από τις παραπάνω διατάξεις συνάγονται με σαφήνεια τα ακόλουθα: Ο ενάγων, επισπεύδοντας τη συζήτηση της υπόθεσης, οφείλει, με επιμέλεια του, να κοινοποιήσει νόμιμα, ήτοι με τον τρόπο που ορίζουν οι διατάξεις των άρθρων 122 επ. του Κ.Πολ.Δικ. και εμπρόθεσμα στον εναγόμενο αντίγραφο της αγωγής του με την κάτω από αυτή πράξη για τον προσδιορισμό δικασίμου και την κλήση του τελευταίου για να παραστεί στη συζήτηση της αγωγής στην ορισμένη δικάσιμο. Η επίδοση του προαναφερόμενου αντιγράφου της αγωγής, για να είναι εμπρόθεσμη, πρέπει να έχει ολοκληρωθεί, στις περιπτώσεις υποθέσεων που εκδικάζονται κατά την τακτική διαδικασία και εφ` όσον ο εναγόμενος διαμένει ή έχει την κατοικία του στο εσωτερικό, εξήντα ημέρες πριν από την ορισμένη για τη συζήτηση της υπόθεσης δικάσιμο, ενώ σε περίπτωση που ο εναγόμενος διαμένει στο εξωτερικό ενενήντα ημέρες πριν από τη συζήτηση. Εάν, λοιπόν, ο εναγόμενος δεν εμφανισθεί στο ακροατήριο του δικαστηρίου κατά τη συζήτηση της υπόθεσης, οπότε η δικονομική βλάβη αυτού είναι δεδομένη (βλέπε την Ε.Α.4430/1990 ΕλλΔνη 33, 910), το δικαστήριο οφείλει να ερευνήσει αυτεπαγγέλτως και με βάση τη σχετική έκθεση επίδοσης, εάν η αγωγή και η κλήση για συζήτηση επιδόθηκαν σ` αυτόν από τον επισπεύδοντα τη συζήτηση της αγωγής ενάγοντα, νόμιμα, δηλαδή σύμφωνα με το διαγραφόμενο από το νόμο τρόπο και εμπρόθεσμα, ήτοι πριν από την οριζόμενη επίσης από το νόμο προθεσμία και εφ’ όσον διαπιστώσει ότι ο εναγόμενος δεν κλητεύθηκε ή κλητεύθηκε μεν, αλλά μη νόμιμα ή εκπρόθεσμα, υποχρεούται τούτο να κηρύξει τη συζήτηση της υπόθεσης απαράδεκτη (βλέπε Βασίλη Αντ. Βαθρακοκοίλη «Κώδικας Πολιτικής Δικονομίας – Ερμηνευτική – Νομολογιακή Ανάλυση», συμπληρωματικός τόμος, έκδοση 2001, υπό το άρθρο 271, αριθ. 3 και 6, σελ. 315, Κεραμέα – Κονδύλη – Νίκα, «Ερμηνεία Κ.Πολ.Δικ. – Συμπλήρωμα», έκδοση 2003, σελ. 4, αριθ. 10 και υπό το άρθρο 271, αριθ. 2, σελ. 50, βλ. και ΕιρΝικαιας 15/2007 ΤΝΠ ΔΣΑ).

Από τον συνδυασμό δε των διατάξεων των άρθρων 271 παρ. 1, 159 στοιχ. 3 προκύπτει ότι, σε περίπτωση εμφάνισης και κανονικής συμμετοχής του εναγομένου στη συζήτηση της υπόθεσης χωρίς να έχει προηγηθεί νομότυπη κλήτευση του θα πρέπει αυτός να επικαλεστεί και ν` αποδείξει ότι από την παράλειψη της τήρησης των διατάξεων περί επιδόσεων υπέστη δικονομική βλάβη η οποία δεν μπορεί να επανορθωθεί άλλως παρά μόνο με την κήρυξη της ακυρότητος της επίδοσης (Ολομ. ΑΠ 2/2001, Ολομ. ΑΠ 12/2000 ΝοΒ 48. 1249 και ΑΠ 1286/2002 ΕλΔ 44.124). Δικονομική βλάβη συνιστούν η απώλεια ορισμένης προθεσμίας για την άσκηση διαδικαστικής πράξης ή δικαιώματος, η έλλειψη επαρκούς χρόνου που εμπόδισε τον διάδικο που την επικαλείται να προετοιμάσει δεόντως την υπεράσπιση της υπόθεσης του. Αν ο τελευταίος παρίσταται κανονικά και προβάλλει πλήρη υπεράσπιση της υπόθεσης του με κατάθεση προτάσεων εμπροθέσμως, δεν προκύπτει δικονομική βλάβη από μόνο το γεγονός ότι παραβιάσθηκε ορισμένη από τις διατάξεις περί επιδόσεων (βλ. Ερμηνεία ΚΠολΔ Κεραμεύς Κονδύλης Νίκας υπ’ άρθρο 221 αρ. 3, 228 αρ. 2 Ερμηνεία ΚΠολΔ Βασ Βαθρακοκοίλη υπ` άρθρο 228 αρ. 8).Τέλος σε περίπτωση ακυρότητος της επίδοσης της αγωγής οι συνέπειες της εξακολουθούν να ισχύουν έως την κήρυξη της από το Δικαστήριο (άρθρο 159 αρ. 3 ΚΠολΔ) οπότε και αίρονται αναδρομικά από τον χρόνο κατάθεσης κατά τον οποίο είχαν αρχίσει να ισχύουν. Αν όμως δεν κηρυχθεί η εν λόγω ακυρότητα είτε λόγω μη συνδρομής των απαραίτητων προϋποθέσεων όπως η δικονομική βλάβη του προτείνοντος αυτή είτε λόγω μη επίκλησης της από τον θιγόμενο διάδικο η αγωγή θεωρείται νομοτύπως ασκηθείσα και η δίκη συνεχίζεται κανονικά (ΕφΠατρ 742/2009, ΤΝΠ ΝΟΜΟΣ).

 

Μαρία Τζαβέλα

Δικηγόρος, LL.M.

E-mail: info@efotopoulou.gr

ΑΦΗΣΤΕ ΕΝΑ ΣΧΟΛΙΟ

Το email σας δεν θα δημοσιευτεί