Ελευθερία συμβάσεων. Μικτή σύμβαση. Σύμβαση πώλησης και σύμβαση έργου. Πότε η σύμβαση πώλησης απορροφά τη σύμβαση έργου (ΕφΠατρ 527/2017, ΤΝΠ ΝΟΜΟΣ)
Η διάταξη του άρθρου 361 ΑΚ, που ορίζει ότι προς σύσταση ή αλλοίωση ενοχής με δικαιοπραξία απαιτείται, εφόσον ο νόμος δεν ορίζει διαφορετικά, σύμβαση, καθιερώνει τον κανόνα ότι η ιδιωτική αυτονομία μπορεί να παράγει ενοχικά δικαιώματα και υποχρεώσεις κατ’ αρχήν μόνο μέσω σύμβασης και δεν αρκεί αντίθετα μονομερής δικαιοπραξία, αφού το να αποκτά ένα άτομο δικαιώματα και πολύ περισσότερο υποχρεώσεις με βάση τη βούληση άλλου ατόμου και χωρίς τη δική του συναίνεση προσκρούει στην αυτοδιάθεση και στην ισότητα των πολιτών, ως συνταγματικά κατοχυρωμένα ατομικά δικαιώματα (άρθρα 2 § 1, 4 §§ 1, 2 και 5 § 1 του Συντάγματος). Συνέπεια άμεση της αρχής της αυτονομίας της ιδιωτικής βούλησης είναι η αρχή της ελευθερίας των συμβάσεων, που έμμεσα καθιερώνεται με την αυτή διάταξη του άρθρου 361 ΑΚ ως έκφραση της οικονομικής ελευθερίας, που αποτελεί και αυτή ατομικό δικαίωμα κατοχυρωμένο από το άρθρο 5 § 1 του Συντάγματος (ΟλΑΠ 4/1998).
Εξάλλου, στο πλαίσιο της αρχής της ελευθερίας των συμβάσεων δεν είναι νοητό να υπάρχει και δεν υπάρχει numerus clausus των ενοχικών σχέσεων. Έτσι, στη συναλλακτική πρακτική συναντούμε, εκτός από τις ενώσεις δύο ή περισσότερων συμβάσεων και τις ανώνυμες συμβάσεις, τις αποκαλούμενες μικτές συμβάσεις. Μικτή σύμβαση είναι η ενιαία εκείνη σύμβαση, η οποία εμφανίζει μία άγνωστη στο νόμο σύνθεση στοιχείων, που ανήκουν σε διάφορους «τύπους» συμβάσεων (επώνυμων ή και ανώνυμων). Οι μικτές συμβάσεις εμφανίζονται συνήθως με μία από τις ακόλουθες μορφές: 1. α) Συμβάσεις, όπου ο ένας συμβαλλόμενος οφείλει περισσότερες παροχές που ανήκουν η καθεμία τους σε διαφορετικό συμβατικό τύπο, αλλά η μία είναι (οικονομικώς και νομικώς) κύρια, ενώ οι άλλες παρεπόμενες (τυπικές συμβάσεις με παρεπόμενη παροχή διαφορετικού τύπου), β) στις συμβάσεις αυτού του τύπου εφαρμόζεται βασικά η μέθοδος της «απορρόφησης ή αφομοίωσης», κατά την οποία θα πρέπει να διαπιστώνεται κάθε φορά ποια είναι η οικονομικώς κύρια παροχή, γ) πάντως και εδώ θα πρέπει να εξετάζεται, σε κάθε συγκεκριμένη περίπτωση, μήπως ενδεχόμενη ανωμαλία σχετικά με την εξέλιξη μιας από τις οφειλόμενες παροχές (ακόμη και της παρεπόμενης) και η συνακόλουθη δημιουργία «καταργητικού λόγου» ως προς αυτήν (λ.χ. δικαιώματος καταγγελίας, υπαναχώρησης, κτ.λ.) επηρεάζει την τύχη της όλης σύμβασης. 2.α) Συμβάσεις, όπως οι παραπάνω, όπου όμως οι περισσότερες παροχές που οφείλει ο ένας συμβαλλόμενος είναι οικονομικώς ισοδύναμες μεταξύ τους και νομικώς κύριες («δίδυμες») συμβάσεις, β) στις συμβάσεις αυτού του τύπου εφαρμόζεται βασικά η «μέθοδος του συνδυασμού», κατά την οποία θα πρέπει να εφαρμοστούν παράλληλα για καθεμία από τις σωρευόμενες παροχές, οι κανόνες του συμβατικού τύπου, στον οποίο αυτή ανήκει, χωρίς όμως να παραβλέπεται και η ενότητα της μικτής σύμβασης, ιδίως όταν μία ανωμαλία σε κάποια από τις παροχές δημιουργεί έναν «καταργητικό λόγο». 3. Συμβάσεις, όπου ο ένας συμβαλλόμενος οφείλει (κύρια) παροχή που ανήκει σε ορισμένο συμβατικό τύπο (ή και περισσότερες παροχές που ανήκουν σε διαφορετικό συμβατικό τύπο η καθεμία), ενώ ο αντισυμβαλλόμενος του οφείλει αντιπαροχή που ανήκει σε άλλον συμβατικό τύπο. 4. Συμβάσεις, όπου η μία ενιαία παροχή του ενός συμβαλλομένου περιέχει τα χαρακτηριστικά περισσότερων συμβατικών τύπων (συμβάσεις ενιαίας μικτής παροχής). Στις συμβάσεις αυτών των τύπων υπό στοιχεία 3 και 4 εφαρμόζεται βασικά η παραπάνω «μέθοδος του συνδυασμού» (ΑΠ 167/2015 Ε7 2015/715- βλ. Π. Κορνηλάκη, «Ειδικό Ενοχικό Δίκαιο», τόμος I, εκδ. 2002, σελ. 16-26).
Έτσι, επί μικτής σύμβασης, η οποία υφίσταται και στην περίπτωση που συμφωνηθεί μεταξύ των συμβληθέντων ότι ο πωλητής εκτός της υποχρέωσής του να μεταβιβάσει την κυριότητα του πωληθέντος και παραδώσει το πράγμα έναντι συμφωνηθέντος τιμήματος, αναλαμβάνει και την υποχρέωση τοποθέτησης του πωληθέντος στο τόπο του προορισμού του χωρίς ιδιαίτερη αμοιβή, εφαρμόζονται οι περί πωλήσεως διατάξεις των άρθρων 513 επ. ΑΚ, λόγω του, έναντι της σύμβασης της πώλησης, παρακολουθηματικού χαρακτήρα της μετ’ αυτής συμφωνηθείσης για την τοποθέτηση των πωληθέντων μίσθωσης έργου, κατά την οποία η οφειλόμενη αμοιβή περιλαμβάνεται στο συμφωνηθέν με την πώληση τίμημα (ΕφΠατρ 415/2008, ΑχαΝομ 2009. 87- βλ. Ζούρλα, ΕρμΑΚ, Εισαγ. άρθ. 361-373 αριθ. 40-47, -βλ. Σταθόπουλο, σε Γεωργιάδη/Σταθόπουλο, ΑΚ, Εισαγ. 361-373 αριθ. 6). Το ότι σε αυτή την περίπτωση σε πώληση αποβλέπουν κυρίως τα μέρη καταφαίνεται και από το γεγονός ότι αν απομονωθεί από την ενιαία σύμβαση το στοιχείο της πώλησης, το σκέλος της τοποθέτησης των πωληθέντων πραγμάτων παραμένει μετέωρο και το σημαντικότερο δεν είναι αυτοτελώς αγώγιμο. Επομένως μόνο η πώληση οδηγεί στον επιδιωκόμενο από τα μέρη σκοπό και η συμφωνία περί της τοποθέτησης εξυπηρετεί αυτόν. Γι’ αυτό τον λόγο απορροφάται τελικά η σύμβαση έργου από τη σύμβαση πώλησης (ΕφΑθ 6437/2011 ΕλλΔνη 2012.844- βλ. Σταθόπουλο σε Γεωργιάδη/Σταθόπουλου, όπ.π., αριθ. 9 επ.). Εξ άλλου κατ’ άρθρο 513 ΑΚ αντικείμενο πώλησης δύναται να είναι και ορισμένο μέλλον πράγμα το οποίον δεν έχει στην κατοχή του ο πωλητής κατά το χρόνο σύναψης της σύμβασης, αναλαμβάνει όμως την υποχρέωση να παράγει στις εγκαταστάσεις του και να παραδώσει στον αγοραστή με την πληρωμή σε αυτόν του συμφωνηθέντος τιμήματος (ΕφΑθ 6160/1981, Αρμ 1982, 186).
Κωνσταντίνα Β. Πουρνάρα
Δικηγόρος