Κατ’ ουσίαν απόρριψη της έφεσης λόγω ερημοδικίας του εκκαλούντος – Δυνατότητα αναίρεσης της ερήμην εφετειακής απόφασης
Σύμφωνα με το άρθρο 553 παρ. 1 ΚΠολΔ, αναίρεση επιτρέπεται μόνο κατά των οριστικών αποφάσεων που δεν μπορούν να προσβληθούν με ανακοπή ερημοδικίας και έφεση και περατώνουν όλη τη δίκη ή μόνο τη δίκη για την αγωγή ή για την ανταγωγή. Άλλωστε σύμφωνα με το άρθρο 524 παρ. 3 εδ. α΄ ΚΠολΔ, σε περίπτωση ερημοδικίας του εκκαλούντος εφαρμόζονται ως προς την έφεση οι διατάξεις για την ερημοδικία του ενάγοντος.
Δηλαδή, κατά προσαρμογή προς τα οριζόμενα στο άρθρο 272 παρ. 1, 2 ΚΠολΔ, η έφεση απορρίπτεται ερήμην του εκκαλούντος, που επιμελήθηκε για τη συζήτηση ή κλητεύθηκε νομίμως κατ’ αυτήν. Η απόρριψη της εφέσεως, λόγω της ερημοδικίας του εκκαλούντος, γίνεται κατ’ ουσία και όχι κατά τύπους. Γιατί, παρ’ όλο που στην πραγματικότητα οι λόγοι της εφέσεως δεν εξετάζονται ως προς το παραδεκτό και τη βασιμότητά τους, θεωρείται, κατά πλάσμα του νόμου, ότι είναι αβάσιμοι και για την αιτία αυτή πάντοτε απορριπτέοι, αφού δεν δίδεται στο δικαστήριο η δυνατότητα εκδόσεως αντίθετης αποφάσεως περί παραδοχής τους (βλ. ολ ΑΠ 16/1990 και ΑΠ 126/2000).
Επομένως, εάν η ασκηθείσα έφεση κατά της πρωτόδικης αποφάσεως απορριφθεί, λόγω ερημοδικίας του εκκαλούντος, προσβλητή με το ένδικο μέσο της αναιρέσεως είναι μόνον η (μη υποκείμενη πλέον σε ανακοπή ερημοδικίας) απόφαση του Εφετείου, στην οποία ενσωματώνεται η πρωτόδικη. Έτσι, τα τυχόν σφάλματα της αποφάσεως του πρώτου βαθμού, αφού επικυρώνονται από το Εφετείο μπορούν να προταθούν με την αίτηση αναιρέσεως ως σφάλματα της δευτεροβάθμιας αποφάσεως, εφ’ όσον συνιστούν και αναιρετικούς λόγους, που προβάλλονται παραδεκτώς.
Θεώνη Κάδρα, Δικηγόρος
e-mail: info@efotopoulou.gr