Δικηγορικό Γραφείο Ευγενίας Α. Φωτοπούλου
Βασιλίσσης Σοφίας 6 Αθήνα 106 74
Τηλέφωνο: 210 36 24 769, 211 7 80 80 80
210 30 09 019
Email: info@efotopoulou.gr

Πότε θεωρείται ένα νομικό πρόσωπο μη κερδοσκοπικό από πλευράς αστικού και φορολογικού δικαίου

Από τη διάταξη του άρθρου 78 ΑΚ, που ορίζει ότι “ένωση προσώπων που επιδιώκει σκοπό μη κερδοσκοπικό αποκτά προσωπικότητα, όταν εγγραφεί σε ειδικό δημόσιο βιβλίο, (σωματείο), που τηρείται στο Πρωτοδικείο της έδρας του”, προκύπτει, ότι αποκλείεται η επιδίωξη από το σωματείο, όχι μόνο κέρδους με την εμπορική έννοια του όρου, αλλά οποιωνδήποτε οικονομικών ωφελημάτων, που έχουν περιουσιακή αξία, είτε άμεσα, γι’ αυτό καθεαυτό το σωματείο, είτε έμμεσα, για τα μέλη αυτού (ΠΠρΔρ 22/1973 ΝοΒ 21. 822, Γιαννόπουλος, Γ. Αρχές υπ` αριθ. 78, σελ. 210, Δ. Κατσιρέας, Μελέτη ΕΕΝΛΔ809, Καρακατσάνης, ΕρμΑΚ αρθρ. 78 σημ. 30, με παραπομπές σε Σβώλο και Πολύχρονη, Κρητικός, βλ. εις Γεωργιάδη – Σταθόπουλου ΑΚάρθρ. 78 αριθ. 2).

Συγχωρητή είναι η ανάπτυξη κερδοσκοπικής δραστηριότητας από το σωματείο, όταν αυτή δεν έχει κύρια θέση στη ζωή του (σωματείου), αλλά, αναπτυσσόμενη σε περιορισμένη κλίμακα, έχει σαν σκοπό αποκλειστικά και μόνο την εξεύρεση των απαραίτητων οικονομικών μέσων, για την πραγμάτωση του ιδανικού σκοπού του σωματείου. Αλλά και η προσπάθεια αυτή δεν επιτρέπεται να εξελίσσεται σε συστηματική άσκηση επιχείρησης, ούτε να υπερβαίνει το μέτρο της συνηθισμένης διαχείρισης ενός νοικοκυριού, ή μιας περιουσίας. Η επιδίωξη κερδοσκοπίας και η σχετική ανάπτυξη δραστηριότητας για τον παραπάνω στόχο, ανήκει μόνο σε νομικά πρόσωπα, που έχουν συσταθεί και λειτουργούν με άλλο νομικό σχήμα, όπως π.χ. είναι οι εταιρείες, οι συνεταιρισμοί, κτλ., που λειτουργούν νόμιμα και υπόκεινται σε αυστηρούς φορολογικούς νόμους και άλλες τυπικές και αυστηρές διατάξεις (βλ. τη με αριθ. 1484/1967 απόφ. Ν.Σ.Κ., Λ. Γεωργακόπουλος σε Γεωργιάδη – Σταθόπουλο, ΑΚ τόμ. IV ειδ. ενοχ. 139 επ., ΠΠρΚασ 65/1967, ΑρχΝ 1967. 732). Εξάλλου, για το χαρακτηρισμό της νομικής φύσης ενός νομικού προσώπου ως σωματείου, εταιρείας, συνεταιρισμού κλπ, ο νόμος αποβλέπει, όχι στο τυπικό κριτήριο της επωνυμίας, δηλαδή στο νομικό σχήμα της σύστασης και της λειτουργίας της, αλλά στο περιεχόμενο του καταστατικού τους και τις πράξεις που περιλαμβάνονται σε αυτό (566/1986 ΠΠΑ).

Από τη διάταξη του άρθρου 10 της με αριθ. 87 Διεθνούς Σύμβασης “περί συνδικαλιστικής ελευθερίας και προστασίας του συνδικαλιστικού δικαιώματος”, που κυρώθηκε με το ν.δ. 4204/1961 και, σαν τέτοια, έχει αυξημένη τυπική ισχύ και προτεραιότητα εφαρμογής από τις διατάξεις του ελληνικού δικαίου, σύμφωνα με το άρθρο 28 του Σ, σκοπός των επαγγελματικών οργανώσεων είναι η προαγωγή και προάσπιση των συμφερόντων των εργαζομένων και των εργοδοτών. Ο όρος “εργαζόμενοι” σ` αυτή, (διεθνή σύμβαση), περιλαμβάνει όλους τους εργαζόμενους, χωρίς καμία διάκριση, αρθρ. 2), επομένως περιλαμβάνει και τους ανεξάρτητους επαγγελματίες, όπως ακριβώς στην προκείμενη περίπτωση είναι και τα μέλη του εναγόμενου σωματείου. Στο πλαίσιο, τώρα, της ερμηνείας όλων των διατάξεων της με αριθ. 87 παραπάνω Διεθνούς Σύμβασης, γίνεται αυτό απ` τη νομολογία και την επιστήμη, ότι τα επαγγελματικά – σωματεία αναγνωρίζονται λόγω της επιδίωξης ενός ειδικού σκοπού, που είναι η προαγωγή και προάσπιση των επαγγελματικών συμφερόντων των μελών τους, επομένως απαγορεύεται αυστηρά σ` αυτά κάθε άσκηση επαγγελματικής δραστηριότητας. Το επαγγελματικό σωματείο, ταγμένο να προασπίζεται τα συμφέροντα του επαγγέλματος, δεν μπορεί το ίδιο να ασκεί το επάγγελμα των μελών του (βλ. Γαζής, Γεν. Αρχαί, ΕρμΑΚ αρθρ. 78 σελ. 81,Σημαντήρας, Γεν. Αρχαί 1980 σ. 490, Δ. Κατσιρέας, Διακρίσεις – σκοποί των σωματείων, ΕΕΝ 1967. 811,Σπυριδάκης-Περάκης, ΑΚ αρθρ. 78 αρ. 3) κλπ.

Από απόψεως φορολογικού δικαίου, προκειμένου περί νομικών προσώπων ιδιωτικού μη κερδοσκοπικού χαρακτήρα, στα οποία περιλαμβάνονται και τα σωματεία, αντικείμενο του φόρου εισοδήματος αποτελεί το καθαρό εισόδημα που προκύπτει στην ημεδαπή ή την αλλοδαπή μόνο από την εκμίσθωση ακινήτων, καθώς και από κινητές αξίες και δη ανεξαρτήτως του εάν τα ανωτέρω εισοδήματα  πραγματοποιήθηκαν κατά την επιδίωξη της εκπλήρωσης του σκοπού τους (πρβλ. ΣτΕ 249/1975, 1569/1969). Περαιτέρω, για να θεωρηθεί ένα νομικό πρόσωπο μη κερδοσκοπικό, από φορολογικής απόψεως, και να φορολογηθεί μόνον για το εισόδημα από την εκμίσθωση ακινήτων και από κινητές αξίες και όχι για τα λοιπά εισοδήματα αυτού, απαιτείται, κατ’ αρχήν, να μην έχει κατά το καταστατικό του ως σκοπό την απόκτηση εμπορικού κέρδους, αν δε λειτουργεί με όρους διαφορετικούς από αυτούς που ορίζει το καταστατικό του, πρέπει να μην έχει ούτε κατά τους όρους αυτούς ως σκοπό την απόκτηση τέτοιου κέρδους. Εξάλλου, εφόσον συντρέχουν οι πιο πάνω προϋποθέσεις, ο κατ’ αρχήν υφιστάμενος μη κερδοσκοπικός χαρακτήρας του δεν αίρεται εκ μόνου του λόγου ότι, κατά την ανάπτυξη της δραστηριότητας του προς επίτευξη των σκοπών του, προέκυψαν ενδεχομένως έσοδα, ή και θετικό οικονομικό αποτέλεσμα (περίσσευμα – πλεόνασμα), διατιθέμενα πάντως για την περαιτέρω προώθηση των καταστατικών σκοπών του (πρβλ. ΣτΕ 1630/2001, 3132/1981, 249/1975, 3139/1971, 1569/1969) και όχι, κατά τρόπο άμεσο ή έμμεσο, στα μέλη του (πρβλ. ΠΠρΑΘ 566/1986, ΝοΒ 1987, 398, ΠΠρΔρ 22/1973 ΝοΒ 21, 822). Εξ ετέρου, η απονομή από το νόμο της εμπορικής δραστηριότητας σε ένα νομικό πρόσωπο δεν συνεπάγεται αναγκαίως και το χαρακτηρισμό του ως κερδοσκοπικού, εάν συντρέχουν οι ως άνω όροι [του φορολογικού νόμου] υπό τους οποίους θεωρείται ως μη κερδοσκοπικό (ΣτΕ 3132/1981, ΔΠρΑθ 7988/2009).

Ευγενία Φωτοπούλου, δικηγόρος

info@efotopoulou.gr

ΑΦΗΣΤΕ ΕΝΑ ΣΧΟΛΙΟ

Το email σας δεν θα δημοσιευτεί