Δικηγορικό Γραφείο Ευγενίας Α. Φωτοπούλου
Βασιλίσσης Σοφίας 6 Αθήνα 106 74
Τηλέφωνο: 210 36 24 769, 211 7 80 80 80
210 30 09 019
Email: info@efotopoulou.gr

Προϋποθέσεις υποβολής προσώπου σε καθεστώς πλήρους στερητικής δικαστικής συμπαράστασης

Σύμφωνα με το άρθρο 1666 ΑΚ σε δικαστική συμπαράσταση υποβάλλεται ο ενήλικος: 1. Όταν λόγω ψυχικής ή διανοητικής διαταραχής  ή λόγω σωματικής αναπηρίας αδυνατεί εν όλω ή εν μέρει να φροντίζει μόνος για τις υποθέσεις του, 2. Όταν, λόγω ασωτίας, τοξικομανίας ή αλκοολισμού, εκθέτει στον κίνδυνο της στέρησης τον εαυτό του, το σύζυγό το, τους κατιόντες του ή τους ανιόντες του. Ψυχική ή διανοητική διαταραχή είναι η ψυχική ή διανοητική εκείνη κατάσταση που εμποδίζει τον ελεύθερο σχηματισμό της βούλησης ή της κρίσης (για το λόγο ότι μειώνει σημαντικά την ικανότητά του αντικειμενικού ελέγχου της πραγματικότητας). Η ψυχική ή διανοητική αυτή διαταραχή πρέπει να έχει ως συνέπεια την ολική ή μερική αδυναμία του προσώπου να φροντίζει μόνο του για τις υποθέσεις του. Για τη σχετική κρίση λαμβάνεται υπόψη η όλη προσωπικότητα του πάσχοντος, καθώς και η φύση και το είδος των υποθέσεων. Έτσι μεταξύ «διαταραχής» και «αδυναμίας» πρέπει να υπάρχει αιτιώδης συνάφεια. Σε πλήρη στερητική δικαστική συμπαράσταση, έχει κριθεί από τη νομολογία ότι υποβάλλεται ένα πρόσωπο όταν έχει βαριά νοητική υστέρηση με δείκτη νοημοσύνης 34 και επιληψία και όταν έχει κριθεί ανάπηρος από την αρμόδια υπηρεσία του ΙΚΑ σε ποσοστό 80%, καθότι αδυνατεί εν όλω να επιμεληθεί μόνος του των υποθέσεών του (προσωπικές και περιουσιακές), καθιστώντας αναγκαία τη συνεχή φροντίδα και προστασία του από άλλο άτομο (850/2012 ΜΠρΑθ, 14/2015 ΜΠρΛαμ). Πλήρης είναι η στερητική δικαστική συμπαράσταση, όταν το δικαστήριο ορίζει ότι το πρόσωπο που υποβάλλεται σε αυτή είναι ανίκανο για δικαιοπραξία. Δεν μπορεί δηλαδή να επιχειρήσει καμία δικαιοπραξία ούτε να διεξαγάγει δίκη. Ο δικαστικός συμπαραστάτης του είναι ο νόμιμος αντιπρόσωπός του (ΑΚ 1676 περ. 1) και ενεργεί αντ’ αυτού. Η υποβολή σε πλήρη στερητική δικαστική συμπαράσταση πρέπει να ορίζεται ρητώς στην απόφαση (ΑΚ 1678 παρ. 1).

Η υποβολή στη δικαστική συμπαράσταση κατά το άρθρο 1667 ΑΚ αποφασίζεται από το δικαστήριο, ύστερα από αίτηση του ίδιου του πάσχοντος ή του συζύγου του, εφόσον υπάρχει έγγαμη συμβίωση, ή των γονέων ή των τέκνων του ή του Εισαγγελέως ή και αυτεπαγγέλτως. Οι γονείς του πάσχοντος νομιμοποιούνται να υποβάλλουν αίτηση για δικαστική συμπαράσταση στις ίδιες περιπτώσεις, όπως ή σύζυγός του. Καθένας από τους γονείς έχει αυτοτελές δικαίωμα και αν ακόμη δεν ασκεί ή δεν έχει τη γονική μέριμνα, γιατί η νομιμοποίηση αυτή των γονέων δεν βασίζεται στη γονική μέριμνα. Στην περίπτωση αυτή η σχετική αίτηση δεν θα θεωρηθεί πως στρέφεται κατά του πάσχοντος ως αντιδίκου. Η εξεταζόμενη αίτηση εκδικάζεται κατά τη διαδικασία της εκουσίας δικαιοδοσίας (ΕισΝ ΑΚ 121, ΚΠολΔ 739 επ., 801 επ.). Αρμόδιο καθ’ ύλην δικαστήριο για τη θέση του πάσχοντος σε δικαστική συμπαράσταση είναι το Μονομελές Πρωτοδικείο (ΚΠολΔ 740 παρ. 1, 801 παρ. 1). Αρμόδιο κατά τόπο δικαστήριο είναι το δικαστήριο του τόπου της συνήθους διαμονής του πάσχοντος (ΚΠολΔ 801 παρ. 1).

Τα στοιχεία της αίτησης για δικαστική συμπαράσταση είναι τα εξής: α) Το δικαστήριο στο οποίο υποβάλλεται, β) Ότι είναι αίτηση για την κήρυξη δικαστικής συμπαράστασης, γ) Το όνομα, το επώνυμο, το πατρώνυμο και η συνήθης διαμονή του αιτούντος και του συμπαραστατέου, καθώς και τα στοιχεία της νομιμοποίησής του αιτούντος, δ) Ότι ο συμπαραστατέος λόγω ψυχικής ή διανοητικής διαταραχής αδυνατεί εν όλω ή εν μέρει να φροντίζει μόνος για τις υποθέσεις του, ε) Ότι η δικαστική συμπαράσταση επιβάλλεται από το συμφέρον του συμπαραστατέου και ότι το είδος της δικαστικής συμπαράστασης που αρμόζει στη συγκεκριμένη περίπτωση είναι η πλήρης ή η μερική στερητική ή επικουρική δικαστική συμπαράσταση, στ) Τα στοιχεία του προτεινόμενου δικαστικού συμπαραστάτη και τα προσόντα του που φανερώνουν ότι είναι πρόσωπο κατάλληλο γι’ αυτό το έργο και η) Αίτημα για κήρυξη της δικαστικής συμπαράστασης, για ορισμό του δικαστικού συμπαραστάτη και του εποπτικού συμβουλίου (Κων/νος Α. Παπαδόπουλος, Αγωγές Οικογενειακού Δικαίου, Θεωρ- Νομολ- Πράξη, σελ. 699).

               Αντίγραφο της αίτησης με τη σημείωση για τον προσδιορισμό της δικασίμου πρέπει να κοινοποιείται στον Εισαγγελέα Πρωτοδικών της περιφέρειας του δικαστηρίου (ΚΠολΔ 748 παρ. 2) και στην αρμόδια κοινωνική υπηρεσία (ΚΠολΔ 796 παρ. 3). Κατ΄ εφαρμογή του άρθρου 54 του Ν. 2447/96, εκδόθηκε το Π.Δ. 250/99, όπου σύμφωνα με την παρ. 2 του άρθρου 1, ο συντονισμός των αρμοδιοτήτων κοινωνικής υπηρεσίας, οι οποίες αναφέρονται στο θεσμό του δικαστικού συμπαραστάτη, ανήκει στα Κέντρα Ψυχικής Υγείας των νομών, σε όσους δε νομούς λειτουργούν περισσότερα του ενός, το κάθε Κέντρο θα έχει το συντονισμό και την εποπτεία για την περιοχή ευθύνης του. Επίσης στη δίκη για την υποβολή ενός προσώπου σε δικαστική συμπαράσταση, διατάσσεται υποχρεωτικώς η κλήτευση του ίδιου (ΚΠολΔ 802 παρ. 2).

Κατά το άρθρο ΚΠολΔ 804 το δικαστήριο επικοινωνεί με αυτόν τον οποίο αφορά το μέτρο, ώστε να σχηματίσει άμεση αντίληψη για την κατάστασή του. Η επικοινωνία παραλείπεται μόνο αν πιστοποιείται βάσιμος κίνδυνος για την υγεία του προσώπου. Επίσης το δικαστήριο συνεκτιμά την έκθεση της αρμόδιας κοινωνικής υπηρεσίας σχετικά με την αναγκαιότητα του μέτρου και την καταλληλότητα του προσώπου που πρόκειται να διοριστεί δικαστικός συμπαραστάτης (ΑΚ 1674). Όπως έχει κριθεί από τη νομολογία  και στην περίπτωση της μη υποβολής της προβλεπόμενης από το άρθρο 1674 ΑΚ έκθεσης της αρμόδιας Κοινωνικής Υπηρεσίας, το δικαστήριο προχωρά στην ουσιαστική έρευνα της αίτησης χωρίς την έκθεση, καθόσον στο άρθρο 19 § 4 του Ν. 2521/1997 ορίζεται ότι, αν η έκθεση, η οποία σε κάθε περίπτωση δεν είναι δεσμευτική, αλλά απλώς συνεκτιμάται, δεν υποβληθεί εμπρόθεσμα, το δικαστήριο δικάζει χωρίς αυτήν και συνεπώς, η παράλειψη προσαγωγής της δε δημιουργεί τυπικό απαράδεκτο για τη συζήτηση της υπόθεσης και την έκδοση σχετικής απόφασης (βλ. ΑΠ 1953/2006 Χρίδ 2007, σελ. 526, 6079/2013 ΜΠΠ). Το ίδιο ισχύει και με την πραγματογνωμοσύνη που προβλέπεται στο άρθρο ΚΠολΔ 804 παρ. 2, σύμφωνα με το οποίο η διεξαγωγή πραγματογνωμοσύνης προς διαπίστωση της κατάστασης του πάσχοντος και της επίδρασης της στην ικανότητα του να φροντίζει για τις υποθέσεις του κλπ μπορεί να παραλειφθεί αν προσκομίζεται βεβαίωση της δημόσιας αρχής ή νομικού προσώπου δημοσίου δικαίου για την κατάσταση του συμπαραστατέου (άρθρο 804 § 2 ΚΠολΔ). Έχει κριθεί από τη νομολογία ότι εφόσον από τα προσκομιζόμενα ιατρικά πιστοποιητικά και γνωματεύσεις, προκύπτει η μορφή και ο βαθμός της διανοητικής νόσου από την οποία πάσχει ο συμπαραστατέος δεν απαιτείται να διαταχθεί η διενέργεια σχετικής πραγματογνωμοσύνης (8303/2013 ΜΠΑ, 6079/2013 ΠΠΑ).

Στο δικόγραφο της αίτησης με την οποία ζητείται η υποβολή του πάσχοντος σε δικαστική συμπαράσταση μπορεί να σωρευτεί αίτημα για το διορισμό δικαστικού συμπαραστάτη. Εξάλλου το ίδιο πρόσωπο που διορίζεται (υποχρεωτικά) προσωρινός δικαστικός συμπαραστάτης, μπορεί να διοριστεί και οριστικός δικαστικός συμπαραστάτης αλλά τα καθήκοντα του τελευταίου θα αναλάβει μετά τη τελεσιδικία της απόφασης. Στην περίπτωση αυτή το σχετικό αίτημα πρέπει να σωρεύεται στο ίδιο δικόγραφο, με το οποίο ζητείται η υποβολή σε δικαστική συμπαράσταση. Σύμφωνα με το άρθρο 1681 ΑΚ τα αποτελέσματα της δικαστικής συμπαραστάσεως αρχίζουν αφότου δημοσιευθεί η σχετική απόφαση, για την έναρξη όμως του λειτουργήματος του δικαστικού συμπαραστάτη απαιτείται τελεσιδικία της αποφάσεως που τον διορίζει. Ο διαχωρισμός αυτός μεταξύ του χρόνου ενάρξεως των αποτελεσμάτων της δικαστικής συμπαραστάσεως και του χρόνου ενάρξεως του λειτουργήματος του δικαστικού συμπαραστάτη, έχει ως συνέπεια τον υποχρεωτικό διορισμό προσωρινού δικαστικού συμπαραστάτη για το ενδιάμεσο χρονικό διάστημα, ο διορισμός δε αυτός μπορεί να επιδιωχθεί με την ίδια αίτηση (βλ. Δεληγιάννη, Δικαστική συμπαράσταση εκδ. 1997 σελ. 49-50). Η εξουσία του προσωρινού δικαστικού συμπαραστάτη περιλαμβάνει κάθε ασφαλιστικό μέτρο απαραίτητο για να αποφευχθεί σοβαρός κίνδυνος για το πρόσωπο ή την περιουσία του συμπαραστατέου. Συνεπώς με την ίδια αίτηση μπορεί να ζητηθεί να τεθεί ένα πρόσωπο σε πλήρη στερητική δικαστική συμπαράσταση και να διοριστεί τόσο προσωρινός, για το χρόνο από την έκδοση μέχρι την τελεσιδικία της παρούσας απόφασης (αρθ. 1672 εδ. γ`, 1673 ΑΚ, 805§ 5 ΚΠολΔ), όσο και οριστικός, για το μετέπειτα χρονικό διάστημα.

Κατά το άρθρο 781 ΚΠολΔ προσωρινός δικαστικός συμπαραστάτης μπορεί να διοριστεί και με προσωρινή διαταγή του δικαστηρίου, όταν από ιατρικό πιστοποιητικό συνάγεται ότι συντρέχουν εξαιτίας της κατάστασης της υγείας του προσώπου, που αφορά το μέτρο, επείγοντες λόγοι υπέρ του διορισμού δικαστικού συμπαραστάτη και ότι απειλείται από την αναβολή κίνδυνος για τα συμφέροντά του (ΚΠολΔ 805 παρ. 2 εδ. α΄). Στην περίπτωση της προσωρινής διαταγής δεν είναι υποχρεωτική η έκθεση της κοινωνικής υπηρεσίας (796 παρ. 3 τελευταίο εδάφιο ΚΠολΔ). Σύμφωνα με το αρθ. 1669 ΑΚ, το δικαστήριο δεσμεύεται καταρχήν να διορίσει δικαστικό συμπαραστάτη το πρόσωπο που έχει προτείνει αυτός, τον οποίο αφορά το μέτρο ακόμη και σε χρόνο απώτερο, άσχετα από ποιόν κινείται η διαδικασία. Για να συμβεί αυτό απαιτείται η συνδρομή των εξής προϋποθέσεων: α) ότι ο τελευταίος όταν διατύπωσε την πρότασή του, είχε συμπληρώσει το 16ο έτος της ηλικίας του και β) ότι το προτεινόμενο πρόσωπο είναι κατάλληλο. Σε περίπτωση μη συνδρομής των παραπάνω προϋποθέσεων ή μη προτάσεως κάποιου προσώπου από τον πάσχοντα το δικαστήριο μπορεί να επιλέξει ελεύθερα το κατάλληλο πρόσωπο ως συμπαραστάτη. Θα πρέπει να λάβει υπόψη του την εκφρασμένη βούληση του πάσχοντος για αποκλεισμό κάποιου προσώπου, τους δεσμούς τους πάσχοντος με τους συγγενείς του και ιδίως τους γονείς, τα τέκνα , το σύζυγο κλπ και την τυχόν υπάρχουσα αντίθεση συμφερόντων μεταξύ του πάσχοντος και του υποψηφίου δικαστικού συμπαραστάτη. Έχει κριθεί από τη νομολογία ότι το κατάλληλο πρόσωπο για το λειτούργημα τόσο του προσωρινού, όσο και του οριστικού δικαστικού συμπαραστάτη κρίνεται, με αποκλειστικό γνώμονα το συμφέρον του συμπαραστατούμενου (αρθ. 1684 ΑΚ), όπως το καθορίζουν οι βιοτικές και ψυχικές ανάγκες του και στην περίπτωση αυτή υπάγεται ο στενός συγγενής του που τον φροντίζει και τον συντηρεί οικονομικά καθώς παρέχει τα εχέγγυα ότι θα ασκήσει με επάρκεια και συνέπεια το λειτούργημα που του ανατίθεται, ενεργώντας πάντοτε προς το συμφέρον του συμπαραστατέου (8572/2011 ΜΠρΘεσ).

Σύμφωνα με τη διάταξη του άρθρου 1680 ΑΚ, το Δικαστήριο μπορεί να αναθέσει στο δικαστικό συμπαραστάτη εν όλω ή εν μέρει και την επιμέλεια του προσώπου του συμπαραστατουμένου. Κατά την άσκηση της επιμέλειας, ο δικαστικός συμπαραστάτης οφείλει να εξασφαλίζει στον συμπαραστατούμενο τη δυνατότητα να διαμορφώνει μόνος του τις προσωπικές του σχέσεις, εφόσον του το επιτρέπει η κατάσταση του. Η παραπάνω διάταξη εφαρμόζεται τόσο στη στερητική όσο και στην επικουρική δικαστική συμπαράσταση. Η ανάθεση της επιμέλειας στον δικαστικό συμπαραστάτη αποτελεί τον κανόνα, όταν πρόκειται για πλήρη στερητική δικαστική συμπαράσταση (ΜΠρΑθ 3958/1998, 3879/1998, 3669/1998). Ο σεβασμός στην προσωπικότητα του συμπαραστατουμένου επιβάλλει την ανάθεση της επιμέλειας στον δικαστικό συμπαραστάτη μόνο σε οριακές περιπτώσεις, κατά τις οποίες είναι προφανές ότι το πρόσωπο δεν μπορεί να φροντίσει τον εαυτό του (κατά κανόνα μόνο σε περιπτώσεις στερητικής δικαστικής συμπαράστασης). Η έννοια και το, περιεχόμενο της επιμέλειας του προσώπου του συμπαραστατουμένου δεν προσδιορίζεται ειδικά στην ΑΚ 1680. Πρόκειται για αόριστη νομική έννοια, για την εξειδίκευση της οποίας θα ληφθεί υπόψη η ΑΚ 1518 παρ.1 μετά από κατάλληλη ερμηνευτική προσαρμογή. Στην έννοια της επιμέλειας περιλαμβάνεται κάθε φροντίδα ή μέτρο σχετικό με τη σωματική, πνευματική ή ψυχική ανάπτυξη του συμπαραστατουμένου (βλ. σχετικά Ρ. Παντελίδου σε Α. Γεωργιάδη-Μ. Σταθόπουλο, “Ερμηνεία Αστικού Κώδικα-Οικογενειακό Δίκαιο”, υπό άρθρο 1680, σελ. 755 επ.) (1321/2014 ΜΠρΑθ).

Την εποπτεία της δικαστικής συμπαράστασης για το χρονικό διάστημα πριν την τελεσιδικία της παρούσας απόφασης ασκεί ο Ειρηνοδίκης, ενώ για το μετά την τελεσιδικία της απόφασης χρονικό διάστημα ασκεί συμβούλιο από τρία έως πέντε μέλη, τα οποία διορίζονται με την ίδια απόφαση που διορίζει τον δικαστικό συμπαραστάτη από συγγενείς και φίλους του συμπαραστατούμενου (εποπτικό συμβούλιο) και τα οποία θα παρέχουν τα εχέγγυα ότι θα ασκήσουν ενσυνείδητα τα καθήκοντά τους (1682 ΑΚ). Το αίτημα επομένως για διορισμό δικαστικού συμπαραστάτη και των μελών του εποπτικού συμβουλίου είναι δυνατό να σωρευθεί στο ίδιο δικόγραφο με το αίτημα για τη δικαστική συμπαράσταση, δυνάμει του άρθρου 69 § 1 περ. δ (Αρβανιτάκης σε Κεραμέα/Κονδύλη/Νίκα αρθ. 801 § 1 ΚΠολΔ) (643/2009 ΜΠρΒόλου).

 

Λένα Πολύζου

Δικηγόρος

Email: info@efotopoulou.gr

ΑΦΗΣΤΕ ΕΝΑ ΣΧΟΛΙΟ

Το email σας δεν θα δημοσιευτεί