Δικηγορικό Γραφείο Ευγενίας Α. Φωτοπούλου
Βασιλίσσης Σοφίας 6 Αθήνα 106 74
Τηλέφωνο: 210 36 24 769, 211 7 80 80 80
210 30 09 019
Email: info@efotopoulou.gr

Προσαύξηση ή Υποκατάσταση στην διαδοχή από διαθήκη

Είναι πολύ συχνό το φαινόμενο ο διαθέτης να καθιστά κληρονόμους στη διαθήκη του που να εξαντλούν την κληρονομία, χωρίς να ορίζει τι γίνεται σε περίπτωση που κάποιος εγκατάστατος εκπέσει πριν την επαγωγή της κληρονομίας. Ο νόμος έχει περιλάβει ρυθμίσεις για την πλήρωση του κενού που δημιουργείται: η προσαύξηση και υποκατάσταση.

Σύμφωνα με τη ρύθμιση του ΑΚ 1807 §1 χωρεί προσαύξηση «Αν περισσότεροι εγκαταστάθηκαν κατά τέτοιο τρόπο ώστε να αποκλείεται η εξ αδιαθέτου διαδοχή και ένας απ’ αυτούς εξέπεσε πριν από την επαγωγή ή μετά την επαγωγή, η μερίδα του προσαυξάνει στους λοιπούς, ανάλογα με τις μερίδες τους». Απαιτείται, δηλαδή, να υπάρχει εγκατάσταση κληρονόμων με τέτοιο τρόπο που να αποκλείει την εξ αδιαθέτου διαδοχή (εγκατάσταση κληρονόμων σε ολόκληρη την κληρονομία ή υπερβαίνοντας τον κλήρο), ένας τουλάχιστον εγκατάστατος να εκπίπτει από την κληρονομία είτε πριν είτε μετά την επαγωγή και τέλος, να μην έχει αποκλειστεί η προσαύξηση ρητά (πχ. με δήλωση υποκατάστασης) ή σιωπηρά από τον διαθέτη (ΑΚ 1807 §4).Όταν, λοιπόν, πληρούνται οι ανωτέρω προϋποθέσεις επέρχεται προσαύξηση στο μερίδιο των άλλων εγκατάστατων ανάλογα με τις μερίδες τους, αποκλείοντας την υπεισέλευση των κληρονόμων του εκπεσόντος.

Ο νόμος ορίζει δύο περιπτώσεις υποκατάστασης όπου δέχεται ότι υπάρχει σε περίπτωση αμφιβολίας σχετική βούληση του διαθέτη. Η πρώτη είναι η περίπτωση του ΑΚ 1791. Πρόκειται για συμπληρωτική ερμηνεία της διαθήκης, «Αν ο διαθέτης μνημόνευσε στη διαθήκη του τον κατιόντα του, σε περίπτωση αμφιβολίας, αν αυτός εκπέσει από οποιονδήποτε λόγο, τη θέση του παίρνουν οι δικοί του κατιόντες, εφόσον θα καλούνταν εξ αδιαθέτου». Η δεύτερη περίπτωση είναι του άρθρου ΑΚ 1932, «Οποιος εγκαταστάθηκε ως καταπιστευματοδόχος, σε περίπτωση αμφιβολίας θεωρείται ότι έχει οριστεί και ως υποκατάστατος του κληρονόμου».Στις δύο ανωτέρω περιπτώσεις, όταν προκύπτει αμφιβολία αν θα υπάρξει προσαύξηση του ΑΚ 1807 ή υποκατάσταση, ο νόμος δίνει το προβάδισμα στην υποκατάσταση δυνάμει του άρθρου ΑΚ 1812.

Στις περιπτώσεις, όμως, όπου δεν υπάρχει υποκατάσταση από τον διαθέτη (εκούσια) αλλά και ούτε είναι δυνατόν να εφαρμοστεί κάποια από τις προαναφερθείσες περιπτώσεις νόμιμης υποκατάστασης, δεν εφαρμόζεται αμέσως η  ΑΚ 1807, αλλά πρώτα θα αναζητηθεί αν συνάγεται κάτι διαφορετικό με ερμηνεία της διαθήκης κατά το ΑΚ 173, τόσο με βάση το κείμενο της διαθήκης όσο και με στοιχεία εκτός κειμένου. Με βάση αυτό το σκεπτικό έκρινε το Εφετείο Αθηνών στην 2445/2005 απόφασή του και έκανε δεκτό το αίτημα των εναγόντων «Πράγματι δε, σύμφωνα με όσα προεκτέθηκαν και μετά την κατά τα άνω γενομένη ερμηνεία της εν λόγω διαθήκης, η πραγματική βούληση του διαθέτη ήταν να αποκλείσει την προσαύξηση των μερίδων των λοιπών εγκαταστατών στη διαθήκη του, με την μερίδα του πατέρα των εναγόντων, αλλά η επιθυμία του ήταν σε περίπτωση εκπτώσεως του, πριν την επαγωγή της κληρονομιάς του, να περιέλθει το κληρονομικό μερίδιο αυτού στα παιδιά του, εφόσον δε ο τελευταίος (πατέρας των εναγόντων), προαποβίωσε, κατά τα ανωτέρω, του διαθέτη, και ως εκ τούτου εξέπεσε της κληρονομιάς του, από την ημέρα του θανάτου του διαθέτη (20.3.2001), το κληρονομικό μερίδιο που κατέλιπε αυτός στον πατέρα των εναγόντων, επέρχεται στους τελευταίους […]»

Καταλήγοντας, είναι βασική αρχή του κληρονομικού δικαίου η αναζήτηση της αληθινής βούλησης του διαθέτη και η διάσωσή της. Η ερμηνεία της διαθήκης κατά το άρθρο 173 προηγείται από όλες τις ερμηνευτικές διατάξεις, η θέσπιση των οποίων έγινε με σκοπό να βοηθήσει τον δικαστή αναζητήσει την εικαζόμενη βούληση του διαθέτη.

Αλέξανδρος Πατρίκιος

Φοιτητής νομικής

info@efotopoulou.gr

ΑΦΗΣΤΕ ΕΝΑ ΣΧΟΛΙΟ

Το email σας δεν θα δημοσιευτεί