Προσεπίκληση ενυπόθηκου/ενεχυρούχου δανειστή και/ή επικαρπωτή στη δίκη διανομής
Κατά τη διάταξη του άρθρου 491 παρ.1 ΚΠολΔ, στη δίκη διανομής προσεπικαλούνται υποχρεωτικά με επιμέλεια εκείνου που επισπεύδει τη συζήτηση όσοι έχουν δικαίωμα υποθήκης ή ενεχύρου ή επικαρπίας, καθώς και όσοι έχουν επιβάλει συντηρητική ή αναγκαστική κατάσχεση στη μερίδα κάποιου από τους κοινωνούς. Η διάταξη αυτή θεσπίστηκε γιατί ο νομοθέτης, ενόψει των σοβαρών συνεπειών που επιφέρει η διανομή κοινού πράγματος, θέλησε οι αναφερόμενοι σε αυτή τρίτοι, όχι να λαμβάνουν απλώς γνώση της δίκης διανομής, αλλά και να συμμετέχουν υποχρεωτικώς σε αυτή, αφού από την τελεσιδικία της σχετικής απόφασης, σύμφωνα με τη διάταξη του άρθρου 492 παρ. 1 ΚΠολΔ, που εισήγαγε νέα ρύθμιση, διαφορετική από εκείνη του ΑΚ (άρθρο 803), η υποθήκη ή το ενέχυρο περιορίζονται εφεξής μόνο στα μέρη που περιήλθαν στον οφειλέτη. Ακόμη ο νόμος (άρθρο 492 παρ. 2 και3 ΚΠολΔ), προκειμένου να εξασφαλίσει πληρέστερα τα συμφέροντα του εν λόγω υποχρεωτικώς προσεπικαλούμενου ενυπόθηκου ή ενεχυρούχου δανειστή, του παρέχει το δικαίωμα να ζητήσει από το δικαστήριο που διατάζει τη διανομή να διατάξει υπέρ αυτού τα πρόσθετα εξασφαλιστικά μέτρα: α) της συστάσεως υποθήκης ή ενεχύρου σε αντικείμενα που με τη διανομή περιέρχονται στον οφειλέτη του, στα οποία δεν είχε συσταθεί υποθήκη ή ενέχυρο και β) της εξοφλήσεως (εν όλω ή εν μέρει), ύστερα από αίτηση του ενυπόθηκου ή ενεχυρούχου δανειστή, της ασφαλισμένης με την υποθήκη ή το ενέχυρο απαιτήσεώς του, έστω και αν αυτή δεν είναι ληξιπρόθεσμη κατά τον χρόνο της διανομής, με την καταβολή εκ μέρους κάποιου άλλου κοινωνού ολόκληρου ή μέρους του ποσού στον κοινωνό που η μερίδα του βαρύνεται με υποθήκη ή ενέχυρο, προκειμένου έτσι να εξισωθούν οι μερίδες τους. Με τα δεδομένα αυτά και το περαιτέρω γεγονός ότι η άσκηση της προσεπικλήσεως έχει, κατά το άρθρο 89 εδ. τελευταίο ΚΠολΔ, τα αποτελέσματα που έχει και η άσκηση της αγωγής, ο ενυπόθηκος ή ενεχυρούχος δανειστής από την επίδοση σε αυτόν της προσεπικλήσεως καθίσταται αναγκαίος ομόδικος των συγκυρίων ανάμεσα στους οποίους διεξάγεται η δίκη της διανομής του κοινού πράγματος, υπό την έννοια του άρθρου 76 παρ. 1 του ίδιου Κώδικα, και έτσι αποκτά την ιδιότητα του διαδίκου, έστω και αν δεν άσκησε παρέμβαση, στερούμενος συνακόλουθα του δικαιώματος τριτανακοπής. Επομένως, πρέπει, σύμφωνα με το άρθρο 76 παρ. 3 ΚΠολΔ, να καλείται σε κάθε μεταγενέστερη διαδικαστική πράξη, διαφορετικά η συζήτηση κηρύσσεται απαράδεκτη ως προς όλους τους ομοδίκους. Αν το εν λόγω υποχρεωτικώς προσεπικαλούμενο πρόσωπο δεν εμφανιστεί στη δίκη διανομής κοινού πράγματος, κατά το άρθρο 76 παρ.1 του ίδιου Κώδικα, θεωρείται ότι αντιπροσωπεύεται από τους λοιπούς παριστάμενους διαδίκους (κοινωνούς) και δεσμεύεται από το δεδικασμένο που πηγάζει από την απόφαση που εκδίδεται επί της αγωγής διανομής, διότι διευρύνονται και ως προς αυτό τα υποκειμενικά όρια της δίκης (ΟλΑΠ 20/1995, Τράπεζα Νομικών Πληροφοριών ΝΟΜΟΣ, ΑΠ 1822/2017, Τράπεζα Νομικών Πληροφοριών ΝΟΜΟΣ, ΕφΑθ 4882/1999,ΝοΒ1999.1426, ΕφΠατρ279/2008, Τράπεζα Νομικών Πληροφοριών ΝΟΜΟΣ, ΕφΑθ 2020/1983, ΝοΒ 1983. 1010, Κεραμέας /Κονδύλης/Νίκας (-Νίκας), ΚΠολΔ I, αρθρ. 76, αριθμ.6, ΠΠΑθ 540/2010, Τράπεζα Νομικών Πληροφοριών ΝΟΜΟΣ), Λ.Πίψου, Δικαστική Διανομή, έκδ.2006, παρ.8 ΙΙ, σελ.170 επ.).
Σημειωτέον ότι στα πρόσωπα που πρέπει να προσεπικληθούν κατά τη διάταξη του άρθρου 491 ΚΠολΔ περιλαμβάνεται και ο προσημειούχος δανειστής, αφού η προσημείωση είναι υποθήκη υπό αναβλητική αίρεση (ΑΠ 810/2018, Τράπεζα Νομικών Πληροφοριών ΝΟΜΟΣ).
Η θεσπιζομένη με το άρθρο 491 παρ.1 ΚΠολΔ υποχρεωτική προσεπίκληση στη δίκη διανομής, με επιμέλεια εκείνου που επισπεύδει τη συζήτηση, όσων έχουν δικαίωμα υποθήκης ή ενεχύρου ή επικαρπίας, καθώς και όσων έχουν επιβάλει συντηρητική ή αναγκαστική κατάσχεση στη μερίδα κάποιου από τους κοινωνούς, σκοπό έχει την ενημέρωση των δανειστών ενόψει του περιορισμού των δικαιωμάτων τους, επί αυτούσιας διανομής, μόνον στα μέρη που περιέχονται στον οφειλέτη (άρθρο 492 παρ.1 ΚΠολΔ) και προκειμένου οι άνω δανειστές να εξασφαλίσουν πληρέστερα τα συμφέροντά τους, ασκώντας τα δικαιώματα που τους παρέχουν οι διατάξεις των παρ. 2 και 3 του άρθρου 492 ΚΠολΔ. Έτσι πληρούται και ο σκοπός ενημερώσεως των εμπραγμάτων δανειστών ενόψει της αποσβέσεως των δικαιωμάτων τους, με την καταβολή του πλειστηριάσματος, εάν η διανομή γίνει με πλειστηριασμό (άρθρο 484 παρ. 2 εδ. 4 ΚΠολΔ). Από τα ανωτέρω συνάγεται ότι η προσεπίκληση των άνω δανειστών, κατά το άρθρο 491 παρ.1 ΚΠολΔ, σκοπεί στην προστασία του ιδιωτικού συμφέροντος αυτών και όχι στην προστασία των συναλλαγών επί ακινήτων, όπως συμβαίνει στην περίπτωση των εμπράγματων αγωγών, περιλαμβανομένων και των αναγνωριστικών ή ανακοπών, μικτών ή περί νομής, που αφορούν ακίνητα, οι οποίες σύμφωνα με το άρθρο 220 παρ. 1 ΚΠολΔ εγγράφονται υποχρεωτικώς στα βιβλία διεκδικήσεων του γραφείου της περιφέρειας όπου βρίσκεται το ακίνητο, μέσα σε τριάντα ημέρες από την κατάθεσή τους, με ποινή απαραδέκτου, δυνάμενων έτσι των τρίτων οι οποίοι ενδιαφέρονται για το διανεμητέο ακίνητο να πληροφορηθούν τα βάρη του από τα οικεία βιβλία, στα οποία αυτά είναι εγγεγραμμένα (υποθηκών, κατασχέσεων, μεταγραφών). Συνεπώς η κατά το άρθρο 491 παρ. 1 προσεπίκληση των αναφερομένων στη διάταξη αυτή δανειστών στη δίκη περί διανομής ακινήτου δεν είναι απαραίτητο να εγγράφεται στα βιβλία διεκδικήσεων, αρκεί μόνον αυτοί να καλούνται στην αντίστοιχη δίκη, η συζήτηση της οποίας θα είναι απαράδεκτη, εφόσον δεν αποδεικνύεται η κλήτευσή τους (ΑΠ 1622/2001, Τράπεζα Νομικών Πληροφοριών ΝΟΜΟΣ).
Σύμφωνα με τη διάταξη του άρθρου 89 ΚΠολΔ, όπως ισχύει μετά την τροποποίησή της με το άρθρο πρώτο του άρθρου 1 Ν. 4335/2015 (έναρξη ισχύος σύμφωνα με το άρθρο ένατο παρ. 4 του αυτού άρθρου και νόμου από 01ης.01.2016), «Η προσεπίκληση ασκείται σύμφωνα με τις διατάξεις, που ισχύουν για την αγωγή και κοινοποιείται στον προσεπικαλούμενο. Η άσκηση της προσεπίκλησης έχει τα αποτελέσματα, που έχει και η άσκηση της αγωγής.». Διαφορετικά, πάντως, από τα γενικώς ισχύοντα στην προσεπίκληση, που ασκείται στο πλαίσιο εμπράγματης ή μικτής αγωγής περί ακινήτου (άρθρο 220 του ΚΠολΔ), στη δίκη επί της αγωγής διανομής δεν είναι αναγκαία η εγγραφή της προσεπικλήσεως στα βιβλία διεκδικήσεων (ΑΠ 1622/2001, ΕλλΔνη 2001. 401, ΠΠΚερκ 737/2021, Τράπεζα Νομικών Πληροφοριών ΝΟΜΟΣ), καθώς με την απόφαση διανομής δεν δημιουργούνται ούτε αναγνωρίζονται για πρώτη φορά εμπράγματα δικαιώματα υπέρ του προσεπικαλούμενου, ώστε να είναι αναγκαία η εγγραφή τους στα δημόσια βιβλία, αλλά απλώς τα δικαιώματα αυτά περιορίζονται εκ του νόμου στο μέρος που περιήλθαν στον οφειλέτη ή ψιλό κύριο αντίστοιχα. Εξάλλου η κατά το άρθρο 491 παρ.1 ΚΠολΔ προσεπίκληση αποσκοπεί στην προστασία του ιδιωτικού συμφέροντος των ενυπόθηκων δανειστών ή του επικαρπωτή και όχι στην προστασία των συναλλαγών επί ακινήτων, όπως συμβαίνει στην περίπτωση των εμπράγματων αγωγών, οι οποίες εγγράφονται υποχρεωτικά, με ποινή απαραδέκτου, στα βιβλία διεκδικήσεων κατά το άρθρο 220 παρ.1 ΚΠολΔ. Επιπλέον δεν συντρέχει ο νομοθετικός λόγος για τον οποίο καθιερώθηκε η δημόσια εγγραφή διαδικαστικών πράξεων στα βιβλία διεκδικήσεων, ο οποίος συνίσταται στην προστασία των τρίτων αναφορικά με το επίδικο αντικείμενο, αφού η απαιτούμενη δημοσιότητα έχει τηρηθεί ήδη με την εγγραφή των βαρών στα οικεία βιβλία υποθηκών και κατασχέσεων (Λήδα Πίψου, Δικαστική Διανομή, παρ. 8.ΙΙ, σ. 183, 184).
Εάν δεν ασκηθεί προσεπίκληση το δικαστήριο δεν απορρίπτει χωρίς άλλο την αγωγή αλλά με αίτημα κάποιου από τους διαδίκους ή και αυτεπαγγέλτως αναβάλλει τη συζήτηση και ορίζει προθεσμία μέσα στην οποία πρέπει αυτή να επακολουθήσει. Αν και η προθεσμία αυτή παρέλθει άπρακτη, τότε πλέον απορρίπτεται ως απαράδεκτη η ίδια η αγωγή διανομής (ΑΠ 1622/2001, Τράπεζα Νομικών Πληροφοριών ΝΟΜΟΣ, ΕφΛαρ 43/2015, Τράπεζα Νομικών Πληροφοριών ΝΟΜΟΣ, ΕφΑθ 5383/1998, ΕλλΔνη 1998.1353, ΠΠΑθ528/2016,Τράπεζα Νομικών Πληροφοριών ΝΟΜΟΣ, ΠΠΑθ 2580/2012, Τράπεζα Νομικών Πληροφοριών ΝΟΜΟΣ, ΠΠΡοδ 157/2003, Τράπεζα Νομικών Πληροφοριών ΝΟΜΟΣ).
Οι προσεπικληθέντες κατά το άρθρο 491 παρ.1 ΚΠολΔ μπορούν να ασκήσουν κύρια παρέμβαση, με την οποία να ζητούν αφενός την διάγνωση υπέρ αυτών της υποθήκης, της επικαρπίας ή της κατάσχεσης, αφετέρου την διάπλαση των δικαιωμάτων τους αυτών, ώστε εφεξής να ισχύουν, αντί επί του ιδανικού μεριδίου συγκυριότητας, επί του μέλλοντος να περιέλθει στον κοινωνό μέρος, άλλως, κατ’ αναλογική εφαρμογή του άρθρου 492 παρ. 3 ΚΠολΔ, σε περίπτωση που διαταχθεί η πώληση του κοινού πράγματος με πλειστηριασμό, την καταβολή από το πλειστηρίασμα που θα επιτευχθεί του αναλογούντος στην απαίτησή τους, που ασφαλίζεται με υποθήκη, ποσού ή τη δημόσια κατάθεση από το πλειστηρίασματου ποσού που αντιστοιχεί στην ασφαλιζόμενη με προσημείωση απαίτησή τους (βλ. ΕφΠατρ 13/2020, Τράπεζα Νομικών Πληροφοριών ΝΟΜΟΣ, Κεραμέας/Κονδύλης/Νίκας (-Ορφανίδης), ΚΠολΔ Ι, αρθρ.491 αρ.3, αντιθέτως περί του ότι δεν πρόκειται περί κύριας παρέμβασης καθώς με την απόφαση διανομής δεν δημιουργούνται ούτε αναγνωρίζονται το πρώτο τα εμπράγματα δικαιώματα, ο δε περιορισμός των δικαιωμάτων των ενυπόθηκων δανειστών στα μέρη που προσνέμονται στον βεβαρυμμένο κοινωνό συνιστά συνέπεια επερχόμενη εκ του νόμου και όχι της δικαστικής απόφασης βλ. Λήδα Πίψου, ό.π. παρ.8 II, σελ.178).
Από το συνδυασμό των διατάξεων των άρθρων 76 παρ.1,3 και 4, 89 και 491 ΚΠολΔ προκύπτει ότι τα πρόσωπα που έχουν μόνο δικαίωμα υποθήκης ή ενεχύρου σε μερίδα κάποιου ή κάποιων κοινωνών, ο νόμος δεν θέλησε να συμμετέχουν στη δίκη διανομής ως ενάγοντες ή εναγόμενοι, αλλά ενόψει του διαπλαστικού αποτελέσματος που συνεπάγεται γι’ αυτούς η δίκη, απαιτεί απλώς να προσεπικαλούνται σε αυτή υποχρεωτικώς, προκειμένου, αν θέλουν, να ασκήσουν με παρέμβασή τους τα προβλεπόμενα από το άρθρο 492 ΚΠολΔ δικαιώματά τους. Συνεπώς ως προς τα πρόσωπα αυτά, η δίκη διανομής σε όλη την διαδρομή δεν μπορεί να θεωρηθεί διπλή, όπως για τους συγκύριους, με την έννοια ότι οι προσεπικαλούμενοι ενυπόθηκοι δανειστές μπορεί να έχουν ταυτόχρονα και την ιδιότητα του προσεπικαλούντος κοινωνού (ΟλΑΠ 20/1995, Τράπεζα Νομικών Πληροφοριών ΝΟΜΟΣ, ΠΠΡοδ 21/2004, Τράπεζα Νομικών Πληροφοριών ΝΟΜΟΣ, Λήδα Πίψου, ο.π. παρ.2 ΙΙ, σελ.60). Απόσπασμα από την υπ’ αρ. 287/2021 απόφαση του ΜονΠρΗλείας.
Ευγενία Φωτόπουλου, δικηγόρος
info@efotopoulou.gr