Προσωρινή ρύθμιση κατάστασης μέσω ασφαλιστικών μέτρων (731, 732 του ΚΠολΔ)
Από το συνδυασμό των διατάξεων των άρθρων 731, 732 και 692 παρ. 4 ΚΠολΔ, προκύπτει ότι, το δικαστήριο έχει δικαίωμα να διατάξει, ως ασφαλιστικό μέτρο, κάθε πρόσφορο κατά την κρίση του μέτρο που επιβάλλεται από τις περιστάσεις και αποσκοπεί στην εξασφάλιση ή τη διατήρηση του δικαιώματος ή τη ρύθμιση της κατάστασης, υπό την προϋπόθεση, όμως, ότι θα τηρηθεί ο κανόνας της διάταξης του άρθρου 692 παρ. 4, με την οποία ορίζεται ότι, τα ασφαλιστικά μέτρα δεν πρέπει να συνίστανται στην ικανοποίηση του δικαιώματος, του οποίου ζητείται η εξασφάλιση ή διατήρηση. Σκοπός, δηλαδή, των ασφαλιστικών μέτρων είναι να τεθεί σε προσωρινή λειτουργία η επίδικη σχέση και όχι να κριθεί οριστικά η έννομη σχέση (βλ. Π. Τζίφρα «Ασφαλιστικά Μέτρα» σελ. 270 επ.).
Τα ασφαλιστικά μέτρα που έχουν στόχο την προσωρινή ρύθμιση της κατάστασης δεν επιτρέπεται να δημιουργούν αμετάκλητες καταστάσεις και να ματαιώνουν τον πρακτικό σκοπό της διαγνωστικής δίκης, με την οποία θα δοθεί η οριστική δικαστική προστασία (ΜονΠρωτΑθ 11257/1994, ΕΕΔ 53.1118). Τα ασφαλιστικά μέτρα που έχουν τη μορφή της ρύθμισης της κατάστασης αίρονται αυτοδικαίως, αν περάσει άπρακτη η προθεσμία που ορίστηκε προς άσκηση της αγωγής για την κύρια υπόθεση ή αν δεν έχει χορηγηθεί εγγυοδοσία.
Δεν διατάσσονται ασφαλιστικά μέτρα, εξαιτίας της έλλειψης εννόμου συμφέροντος και όταν η σχετική αίτηση έχει ως αντικείμενο δικαίωμα που διαγνώστηκε ήδη έναντι του αντιδίκου με δύναμη δεδικασμένου (ΕιρΠυργ 183/1976 Δ8 625 με σημείωμα).
Η γενική αρχή που ισχύει στη διαδικασία των ασφαλιστικών μέτρων είναι ότι πρέπει να υπάρχει δικαίωμα του αιτούντα που να βασίζεται στο ουσιαστικό δίκαιο. Αν πρόκειται για λήψη ασφαλιστικών μέτρων με τη μορφή της προσωρινής ρύθμισης της κατάστασης, αυτή θα προκύπτει από την άσκηση συγκεκριμένου δικαιώματος ή θα προπαρασκευάζει την άσκησή του (ΕιρΡοδ 160/1993 ΑΝ 45.398). Δεν παρέχεται όμως ένδικη προστασία και για αξιώσεις που δεν προστατεύονται από κάποια διάταξη νόμου.
Τέλος, τα ασφαλιστικά μέτρα, ως ίδια διαπλαστικά δικαιώματα, προϋποθέτουν την ύπαρξη εκκρεμούς δίκης ή τη δυνατότητα προς έγερση τακτικής αγωγής (ΕιρΑθ 265/1994 Αρμ 48.154).
Στην διαδικασία των ασφαλιστικών μέτρων, όπως και σε όλες τις δικονομικές διαφορές, δεν νοείται κατάχρηση του δικαιώματος (ΑΠ 950/1981) και επίσης δεν ασκούν καμία επιρροή ισχυρισμοί που επιδρούν καταλυτικά στο ασφαλιστέο δικαίωμα (ΑΠ 60/72 ΝοΒ 20622, Ειρ 78/98 ΑΝ 50.560).
Μαρία Τζαβέλα
Δικηγόρος, LL.M.
E-mail: info@efotopoulou.gr