Δικηγορικό Γραφείο Ευγενίας Α. Φωτοπούλου
Βασιλίσσης Σοφίας 6 Αθήνα 106 74
Τηλέφωνο: 210 36 24 769, 211 7 80 80 80
210 30 09 019
Email: info@efotopoulou.gr

Συγχώνευση ανωνύμων εταιρειών

Σύμφωνα με τις διατάξεις των άρθρων 68 παρ. 1, 69 παρ. 1 και 3, 71 παρ. 1 και 2, 72 παρ. 1 εδ. α’ και β’, 74 παρ. 1, 77 παρ. 1, 77α, 35α, 35β, και 7β του κ.ν. 2190/1920 “Περί ανωνύμων εταιρειών”, όπως το άρθρο 77α προστέθηκε με το άρθρο 72 του ν.3604/2007, η συγχώνευση των ανωνύμων εταιρειών πραγματοποιείται είτε με απορρόφηση είτε με σύσταση νέας εταιρείας, τα διοικητικά συμβούλια των εταιρειών που συγχωνεύονται καταρτίζουν εγγράφως σχέδιο σύμβασης συγχώνευσης, το οποίο υποβάλλεται στις διατυπώσεις δημοσιότητας του άρθρου 7β από καθεμιά των συγχωνευμένων εταιρειών. Για την εκτίμηση των περιουσιακών στοιχείων των εταιρειών αυτών συντάσσεται έκθεση προς τη γενική συνέλευση των μετόχων των εταιρειών αυτών, από επιτροπή εμπειρογνωμόνων, η οποία υποχρεούται στην έκθεση αυτή να αναφέρει αν κατά τη γνώμη της η σχέση ανταλλαγής των μετοχών της ή των απορροφούμενων εταιρειών προς τις μετοχές που εκδίδει η απορροφούσα εταιρεία είναι δίκαιη και λογική. Η συγχώνευση δεν κηρύσσεται άκυρη για το λόγο ότι η σχέση ανταλλαγής των μετοχών της απορροφούμενης εταιρείας με μετοχές της απορροφούσας έχει ορισθεί αδικαιολόγητα χαμηλή. Στην περίπτωση αυτή κάθε μέτοχος της απορροφούμενης εταιρείας μπορεί να αξιώσει την καταβολή σε αυτόν από την απορροφούσα εταιρεία αποζημίωσης σε μετρητά.

Για τη συγχώνευση απαιτείται απόφαση της Γενικής Συνέλευσης κάθε μίας από τις συγχωνευόμενες εταιρείες, η οποία αφορά την έγκριση του σχεδίου σύμβασης της συγχώνευσης. Οι αποφάσεις των Γενικών Συνελεύσεων για συγχώνευση μαζί με την σχετική σύμβαση, που καταρτίζεται με συμβολαιογραφικό έγγραφο, στο οποίο προσαρτάται υπεύθυνη δήλωση του άρθρου 8 του ν.1599/1986 ότι δεν προβλήθηκαν οι κατά την παρ. 2 του άρθρου 70 αντιρρήσεις ή ότι οι τυχόν προβληθείσες επιλύθηκαν, και μετά από έγκριση του Υπουργού Εμπορίου (ήδη Νομάρχη), υποβάλλονται στις διατυπώσεις δημοσιότητας του άρθρου 7β για κάθε μία από τις συγχωνευόμενες εταιρείες, δηλαδή με την καταχώρησή τους στο Μητρώο Ανωνύμων Εταιρειών και με τη δημοσίευση ανακοίνωσης για την καταχώρηση αυτή στο Φ.Ε.Κ. (τεύχος Α.Ε. και ΕΠΕ). Ήδη τα ως άνω έχουν αντικατασταθεί με το ΓΕ.ΜΗ.

Τέλος, η συγχώνευση κηρύσσεται άκυρη με απόφαση του Μονομελούς Πρωτοδικείου το οποίο δικάζει κατά τη διαδικασία της εκούσιας δικαιοδοσίας, μόνο αν: α) δεν τηρήθηκαν οι διατάξεις του άρθρου 74 (δηλαδή για μη καταχώρηση των αποφάσεων των Γενικών Συνελεύσεων για συγχώνευση και της σύμβασης συγχώνευσης στο Μ.Α.Ε. και μη δημοσίευση ανακοίνωσης στο Φ.Ε.Κ. (τ. ΑΕ και ΕΠΕ) για την καταχώρηση, ή β) αποδειχθεί ότι η απόφαση της Γενικής Συνέλευσης μιας από τις εταιρείες που συγχωνεύθηκαν και που ενέκρινε τη συγχώνευση είναι άκυρη ή ακυρώσιμη, κατά τις διατάξεις των άρθρων 35α και 35 β, δηλαδή αν η απόφαση λήφθηκε με τρόπο που δεν είναι σύμφωνος με το νόμο ή το καταστατικό ή αν η απόφαση λήφθηκε από Γ.Σ. που δεν είχε νόμιμα συγκληθεί ή συγκροτηθεί (ακυρωσία αποφάσεων Γ.Σ.), καθώς και στην περίπτωση που δεν υπήρξε σύγκλιση της γενικής συνέλευσης ή το περιεχόμενο της απόφασής της είναι αντίθετο στο νόμο ή το καταστατικό, οπότε η απόφαση είναι άκυρη (ακυρότητα αποφάσεων Γ.Σ.).

Κατ’ ακολουθίαν των ανωτέρω δεν δημιουργείται ακυρότητα της σύμβασης συγχώνευσης ανωνύμων εταιρειών, αν το σχέδιο της σύμβασης συγχώνευσης συνέταξαν οι πρόεδροι των Δ.Σ. της καθεμιάς από τις συγχωνευόμενες εταιρείες, ούτε αν η επιτροπή εμπειρογνωμόνων δεν περιέλαβε στην ανωτέρω έκθεσή της γνώμη περί του αν η σχέση ανταλλαγής των μετοχών των εταιρειών προς τις μετοχές που εκδίδει η απορροφούσα εταιρεία είναι δίκαιη και λογική, αλλά θεμελιώνει δικαίωμα αποζημιώσεως των μετόχων, κατά τα άρθρα 76 παρ. 2 και 77α παρ. 2 του κ.ν. 21090/1920, ούτε αν αυτή διενήργησε λογιστική και όχι πραγματική αποτίμηση των περιουσιακών στοιχείων των συγχωνευομένων εταιρειών. Η τελευταία περίπτωση δεν αποτελεί λόγο ακυρότητας της συγχώνευσης, διότι δεν προβλέπεται στις ανωτέρω περιοριστικώς αναφερόμενες περιπτώσεις (άρθρ. 77 ν.21090/1920) ως λόγος ακυρώσεως. Και στην περίπτωση αυτή έχει εφαρμογή το άρθρο 76 παρ. 2 ιδίου νόμου, το οποίο εναρμονίστηκε στα άρθρα 20 και 21 της τρίτης οδηγίας της ΕΟΚ (αρ. 78/855/ΕΟΚ), το οποίο προβλέπει για τους μετόχους αποζημίωση για κάθε πταίσμα των εμπειρογνωμόνων, ως ισοδύναμο μέτρο, ώστε να μην υφίσταται αντίθεση με τις 77/91/ΕΟΚ (δεύτερη) και 78/855/ΕΟΚ (τρίτη) κοινοτικές οδηγίες, που δεν προβλέπουν συγκεκριμένες κυρώσεις (πρβλ. Ολ.ΑΠ 31/2002). Άρα η λογιστική αποτίμησης των περιουσιακών στοιχείων, κατά τις διατάξεις του ν.2166/1993, δεν δημιουργεί ακυρότητα της συγχώνευσης, αλλά θεμελιώνει δικαίωμα αποζημίωσης των μετόχων (ΑΠ 2176/2013 δημ. στην ΤΝΠ ΙΣΟΚΡΑΤΗΣ).

Κωνσταντίνα Β. Πουρνάρα

Δικηγόρος

info@efotopoulou.gr

 

ΑΦΗΣΤΕ ΕΝΑ ΣΧΟΛΙΟ

Το email σας δεν θα δημοσιευτεί