Αποδεικτικά μέσα κατ’ άρθρο 444 ΚΠολΔ: αμφισβήτηση της γνησιότητας φωτογραφικής αναπαράστασης
Κατά το άρθρο 444 παρ. 1 περ. 3 ΚΠολΔ, ιδιωτικά έγγραφα θεωρούνται και οι φωτογραφικές ή κινηματογραφικές αναπαραστάσεις, φωνοληψίες και κάθε άλλη μηχανική απεικόνιση. Κατά την παρ. 2 του ίδιου άρθρου, μηχανική απεικόνιση είναι και κάθε μέσο το οποίο χρησιμοποιείται από υπολογιστή ή περιφερειακή μνήμη υπολογιστή, με ηλεκτρονικό, μαγνητικό ή άλλο τρόπο, για εγγραφή, αποθήκευση, παραγωγή ή αναπαραγωγή στοιχείων, που δεν μπορούν να διαβαστούν άμεσα, όπως επίσης και κάθε μαγνητικό, ηλεκτρονικό ή άλλο υλικό στο οποίο εγγράφεται οποιαδήποτε πληροφορία, εικόνα, σύμβολο ή ήχος, αυτοτελώς ή σε συνδυασμό, εφόσον τα μέσα και τα υλικά αυτά προορίζονται ή είναι πρόσφορα να αποδείξουν γεγονότα που έχουν έννομη σημασία. Η επίκληση και προσαγωγή ιδιωτικού εγγράφου προς απόδειξη ουσιώδους ισχυρισμού εμπεριέχει, εντεύθεν, τον ισχυρισμό του διαδίκου περί της γνησιότητάς του, ο δε αντίδικος τούτου έχει το βάρος της δήλωσης περί άρνησης της γνησιότητας και ο πρώτος της απόδειξης αυτής, όταν αμφισβητηθεί.
Ιδιωτικά έγγραφα θεωρούνται και οι φωτογραφικές αναπαραστάσεις (φωτογραφίες), των οποίων την γνησιότητα, δηλαδή του περιεχομένου τους, εφόσον αμφισβητείται, οφείλει να την αποδείξει εκείνος που τις επικαλείται και τις προσάγει. Για την απόδειξη αυτή μπορούν να χρησιμοποιηθούν όλα τα μέσα απόδειξης, ιδίως αυτοψία, πραγματογνωμοσύνη και μάρτυρες. Η απόδειξη δε της γνησιότητας των φωτογραφιών από εκείνον που τις προσήγαγε, εφόσον αυτή αμφισβητήθηκε από τον αντίδικό του, επιβάλλεται όχι μόνο αν γίνεται χρήση αυτών για άμεση απόδειξη, αλλά και όταν από αυτές συνάγονται δικαστικά τεκμήρια. Και αν μεν αποδειχθεί κατά την διαδικασία, κατά την οποία εκδικάζεται η υπόθεση και προσάγονται οι φωτογραφίες, η μη γνησιότητα του περιεχομένου τους, δεν μπορούν να ληφθούν υπόψη από το δικαστήριο, ενώ αν προκύπτει ότι αυτές είναι γνήσιες τότε πρέπει να ληφθούν υπόψη. Αν όμως το δικαστήριο στην περίπτωση αυτή, χωρίς να εξετάσει την άρνηση της γνησιότητας του περιεχομένου τους, λάβει ή δεν λάβει υπόψη αυτές, τότε υποπίπτει στην πλημμέλεια του άρθρου 559 αριθ. 11 περ. α` ΚΠολΔ, αφού εκτιμά ή δεν εκτιμά έγγραφο πριν διαπιστώσει, ως οφείλει, αν εμπίπτει στα επιτρεπόμενα ή μη επιτρεπόμενα από το νόμο αποδεικτικά μέσα. Τέλος, η άρνηση της γνησιότητας των φωτογραφιών, όπως και κάθε ιδιωτικού εγγράφου, πρέπει να είναι ρητή, σαφής και ειδική, χωρίς ενδοιαστικές ή υποθετικές εκφράσεις και να γίνει κατ` αυτή τη συζήτηση κατά την οποία προσκομίζονται αυτές, εάν δε αυτό δεν γίνει, θεωρείται ότι αναγνωρίστηκε σιωπηρώς η γνησιότητα αυτών και τυχόν αμφισβήτηση της γνησιότητας αυτών σε μεταγενέστερη συζήτηση είναι απαράδεκτη (ΑΠ 1304/2013 ΤΝΠ ΝΟΜΟΣ).
Εξάλλου, αμφισβήτηση της γνησιότητας φωτογραφικής αναπαράστασης αποτελεί η άρνηση ότι η συγκεκριμένη αναπαράσταση που προσκομίζεται εικονίζει όντως ένα πραγματικό φαινόμενο του εξωτερικού κόσμου και ιδίως η απόδοση στην ένδικη αναπαράσταση παραποίησης δια μηχανικών ή άλλου είδους τεχνασμάτων της πραγματικότητας. Ο ισχυρισμός ότι η προσκομιζόμενη φωτογραφία δεν εικονίζει κάποιο συγκεκριμένο, κρίσιμο για τη δίκη, υλικό αντικείμενο ή κάποια συγκεκριμένη και κρίσιμη για τη δίκη πραγματική κατάσταση, δηλαδή η άρνηση ή αμφισβήτηση της ταυτότητας της φωτογραφικής αναπαράστασης, δεν συνιστά αμφισβήτηση της γνησιότητας αυτής, αλλά αμφισβήτηση της αποδεικτικής αξίας αυτής για τον σχηματισμό δικανικής πεποίθησης περί του αποδεικτικού πορίσματος του δικαστηρίου (ΠΠΡ ΙΩΑΝΝ 32/2021, δημοσιευμένη σε ΤΝΠ ΝΟΜΟΣ).
Αγγελική Λιγοψυχάκη, ασκ. δικηγόρος
Email: info@efotopoulou.gr