Γενικά ζητήματα δεδικασμένου
Κατά την έννοια των διατάξεων των άρθρων 321, 322 και 324 ΚΠολΔ η τελεσίδικη απόφαση αποτελεί δεδικασμένο, που δεν επιτρέπει να αμφισβητηθεί και να καταστεί αντικείμενο νέας δίκης το δικαίωμα που κρίθηκε και η δικαιολογική σχέση από την οποία αυτό έχει παραχθεί. Η απαγόρευση αυτή ενεργεί τόσο θετικά, με την έννοια ότι το Δικαστήριο, ενώπιον του οποίου ανακύπτει εξ αφορμής άλλης δίκης, είτε ως κύριο είτε ως προδικαστικό ζήτημα, το δίκαιο που κρίθηκε με τελεσίδικη απόφαση, οφείλει να θέσει ως βάση της αποφάσεώς του το δεδικασμένο, που προκύπτει από την απόφαση αυτή, λαμβάνοντάς το ως αμάχητη αλήθεια, όσο και αρνητικά, με την έννοια ότι απαγορεύεται η συζήτηση νέας αγωγής για το ίδιο δικαίωμα, για την ύπαρξη ή μη του οποίου υπάρχει δεδικασμένο. Το δεδικασμένο αυτό εκτείνεται στο ουσιαστικό ζήτημα που κρίθηκε, αν η απόφαση έκρινε οριστικά για έννομη σχέση που προβλήθηκε με αγωγή, ανταγωγή, κύρια παρέμβαση ή ένσταση συμψηφισμού, έννομη δε σχέση κατά την έννοια των παραπάνω διατάξεων είναι το σύνολο των έννομων συνεπειών που κρίθηκαν τελεσίδικα και όχι τα πραγματικά γεγονότα που γέννησαν ή απόσβεσαν τις έννομες αυτές συνέπειες. Δεδικασμένο παράγεται και από τελεσίδικη απόφαση που εκδίδεται επί αναγνωριστικής αγωγής, αφού και στην περίπτωση αυτή, η απόφαση τέμνει τη διαφορά, όπως και στην περίπτωση της καταψηφιστικής αγωγής, η έκταση δε αυτού προσδιορίζεται από το περιεχόμενο του αιτήματος που απευθύνθηκε προς το Δικαστήριο (ολΑΠ 959/1985). Εξάλλου, η απόφαση που θα εκδοθεί επί αναγνωριστικής αγωγής, όταν καταστεί τελεσίδικη, αποτελεί ουσιαστικό δεδικασμένο για την καταψηφιστική αγωγή που θα ασκηθεί στη συνέχεια (AΠ 877/1978 ΝοΒ 27, σελ. 752, ΑΠ 95/1972 ΝοΒ 22, σελ. 1152, ΕφΘεσ 751/1999 Αρμ 1999, σελ.813).
Χριστίνα Γεωργούλα, δικηγόρος
Email: info@efotopoulou.gr