Δικηγορικό Γραφείο Ευγενίας Α. Φωτοπούλου
Βασιλίσσης Σοφίας 6 Αθήνα 106 74
Τηλέφωνο: 210 36 24 769, 211 7 80 80 80
210 30 09 019
Email: info@efotopoulou.gr

Η οικογενειακή στέγη κατά τη διακοπή της έγγαμης συμβίωσης – Περίπτωση εκποίησής της σε τρίτο κατά τη διάσταση

Κατά το άρθρο 1386 ΑΚ, ο γάμος παράγει για τους συζύγους αμοιβαία υποχρέωση για συμβίωση, εφόσον η σχετική αξίωση δεν αποτελεί κατάχρηση δικαιώματος.

 

Η υποχρέωση για έγγαμη συμβίωση περιλαμβάνει όλες τις υποχρεώσεις που επιβάλλει σύμφωνα με τις κρατούσες ηθικές αντιλήψεις και συνήθειες η έγγαμη ζωή, μεταξύ των οποίων είναι και η υποχρέωση των συζύγων για συγκατοίκηση (βλ. ΠολΠρΑΘ 235/1996). Από αυτήν απορρέει και η αξίωση καθενός από τους συζύγους να χρησιμοποιήσει την οικογενειακή στέγη, καθώς και τα έπιπλα και σκεύη που βρίσκονται μέσα σ` αυτήν, ακόμη κι αν δεν ανήκουν στη δική του κυριότητα, αλλά στην κυριότητα του άλλου συζύγου. Έτσι, γίνεται δεκτό στη θεωρία και τη νομολογία ότι ο σύζυγος, που χρησιμοποιεί ή παραμένει στη συζυγική οικία κατά τη διάρκεια του γάμου, δεν έχει την ιδιότητα του “χρησάμενου” της σύμβασης χρησιδανείου (αρθρ. 810 ΑΚ), αλλά ασκεί οικογενειακό δικαίωμα, που πηγάζει από τη συζυγική του σχέση (βλ. Τζίφρας, ΝοΒ 20.575-576, Ασφαλιστικά μέτρα, Γ` έκδοση, σελ. 395, Ι. Δεληγιάννης, Οικογενειακό Δίκαιο, τόμ. 1, τεύχ. 2, σελ. 54, Α. Τούσης, ΟικογΔ, έκδ. Δ`, παρ. 126-127, σελ. 413, σημ. 2α, Ι. Αποστολόπουλος, Ο Πρόεδρος Πρωτοδικών, έκδ. Ε`, παρ. 427, σελ. 550, σημ. 33, Γ. Κατράς, ΕλλΔνη 22.75, ΠολΠρΑΘ 10398/1982 NoB 30.1312, ΠολΠρΑθ 8073/87 EEN 1988, 151).

Κατά τη διάταξη του άρθρου 1393 εδ. α΄ ΑΚ σε περίπτωση διακοπής της συμβίωσης, το δικαστήριο μπορεί, εφόσον το επιβάλλουν λόγοι επιείκειας ενόψει των ειδικών συνθηκών του καθενός από τους συζύγους και του συμφέροντος των τέκνων, να παραχωρήσει στον ένα σύζυγο την αποκλειστική χρήση ολόκληρου ή τμήματος του ακινήτου που χρησιμεύει για κύρια διαμονή των ίδιων (οικογενειακή στέγη), ανεξάρτητα από το ποιός από αυτούς είναι κύριος ή έχει απέναντι στον κύριο το δικαίωμα της χρήσης του. Με αυτή θεσπίζεται ενδοτικού δικαίου ρύθμιση που στηρίζεται στην αρχή της επιείκειας και αποκλίνει από τις γενικές διατάξεις του ενοχικού και εμπράγματου δικαίου. Η παραχώρηση της χρήσεως του ακινήτου στον ένα σύζυγο, ενώ τούτο ανήκει αποκλειστικά ή κατά ποσοστό στον άλλο σύζυγο, δημιουργεί μια ιδιόρρυθμη ενοχική σχέση, η οποία δεν μπορεί να υπαχθεί στις ειδικότερες ρυθμίσεις κατεστρωμένων στον Αστικό Κώδικα έννομων σχέσεων, σε σχέση με τη χρήση ακινήτου, διότι αυτές έχουν μορφή συμβάσεως και στηρίζονται στην αρχή της ελευθερίας των συμβάσεων (ΑΚ 361) (βλ. ΑΠ 219/1999, ΕφΝαυπ 545/1999).

Η οικογενειακή στέγη διαρκεί από τη σύναψη του γάμου έως τη λύση του και προσδιορίζεται κατά τη συμβίωση από τους ίδιους τους συζύγους στο πλαίσιο των Α.Κ. 1386 και 1387.     Φυσικό είναι σε περίπτωση διάστασης να υποχωρεί η υποχρέωση της Α.Κ. 1386, ενώ δεν καταργείται και το δικαίωμα που πηγάζει από την ΑΚ 1387, να ρυθμίζουν οι σύζυγοι από κοινού το κάθε θέμα σχετικό με το συζυγικό βίο. Ως τέτοιες αποφάσεις δεν νοούνται μόνο αυτές, που αφορούν τη δημιουργία και διατήρηση συμβίωσης, αλλά και αποφάσεις που ρυθμίζουν τα θέματα της ζωής των συζύγων κατά τη διάσταση. Το δικαίωμα αυτό χρήσης της οικογενειακής στέγης μπορεί κατά την ορθότερη γνώμη να γεννηθεί εκτός από δικαστική απόφαση και με τη συμφωνία των συζύγων, είτε γραπτή, είτε προφορική (βλ.ΕφΠατρ145/2009). Έτσι έγκυρα αποφασίζουν για τον τρόπο χρήσης της οικογενειακής στέγης. Η απόφαση των συζύγων μπορεί να είναι γραπτή ή προφορική και είναι δεσμευτική, όσο δεν αλλάζουν οι συνθήκες που τη δημιούργησαν. Η ρύθμιση της χρήσης της οικογενειακής στέγης μπορεί να αφορά και προκαθορισμένο χρόνο που δεν εξαντλεί όλο το χρόνο της διακοπής της συμβίωσης. Η μεταβολή των συνθηκών δικαιολογεί την τροποποίηση είτε από τους ίδιους τους συζύγους με άλλη κοινή απόφαση τους είτε από το Δικαστήριο μετά από αίτηση του ενός συζύγου (βλ.Γεωργιάδη-Σταθόπουλου ΕρμΑΚ, αρθρ. 1393, σελ.238, 240 αριθ. 41, 47, 49, Β. Βαθρακοκοίλη το Νέο Οικογενειακό Δίκαιο, Β` έκδοση, αρθρ. 1393 σελ.272, 274, αριθμ.6,11).

Η διάταξη του 1393ΑΚ που ιδρύει δικαίωμα χρήσης της οικογενειακής οικίας στον μη δικαιούχο της (εμπραγμάτως ή ενοχικώς) εισάγει σοβαρή καινοτομία, κατά τη ρύθμιση της οικογενειακής στέγης, μετά την επελθούσα διάσταση των συζύγων και μάλιστα κατά τρόπο διαφορετικό από εκείνον, που συνάγεται με βάση τις γενικές διατάξεις, όπως, άλλωστε, προκύπτει από τη δικαιολογία της εισηγητικής έκθεσης [βλ. αναπτ. Απ. Γεωργιάδης, Η οικογενειακή στέγη, ΕλλΔνη 29, 1284 επ. και κυρίως αριθ. IV, σελ. 1286 -Απ. Γεωργιάδης, ΕμπραγμΔ, τομ. Α`, εκδ. 1991, § 58/11, αριθ. 37, σελ. 566 – για την εισηγητική έκθεση βλ. Αρμ 37, 285]. Το άρθ. 1393 ΑΚ θεμελιώνει υπέρ του συζύγου, στο πρόσωπο του οποίου συντρέχουν οι προϋποθέσεις της διατάξεως, αξίωση κατά του άλλου συζύγου, για παραχώρηση της χρήσης της οικογενειακής στέγης, αγώγιμη και εκτελεστή [βλ. Δεληγιάννης/ Κουτσουράδης, ΟικογενΔ, τομ. II, εκδ. 1987, § 241]. Η διάταξη απομακρύνεται από τη ρύθμιση των γενικών διατάξεων του ενοχικού και εμπραγμάτου δικαίου και εισάγει δίκαιο επιεικές. Έτσι, σε περίπτωση εναγωγής της συζύγου από το δικαιούχο κύριο και ενάγοντα σύζυγό της με τη διεκδικητική αγωγή του άρθ. 1094 ΑΚ, η εναγομένη σύζυγος μπορεί να αντιτάξει, στα πλαίσια εφαρμογής της διατάξεως του αρθ. 1095 ΑΚ, το δικαίωμα της έννομης σχέσης της κατοχής, που βασίζεται στο αρθ. 1393 ΑΚ. Σημειώνεται, ότι η ρύθμιση αυτή, έχει κριθεί νομολογιακώς ότι δεν προσκρούει στη συνταγματική διάταξη του αρθ. 17 Συντ. αφού δεν κρίνεται, πως αποστερεί τον κύριο από την ιδιοκτησία του. Άλλωστε, τόσο η κατοικία όσο και η ιδιοκτησία έχουν και κοινωνική λειτουργία, που, στη συγκεκριμένη περίπτωση, πραγματώνεται διά της διατάξεως του αρθ. 1393 ΑΚ, σε συνδυασμό με αυτή του αρθ. 21 Συντ, με την οποία προστατεύεται η οικογένεια [βλ. Δεληγιάννης/Κουτσουράδης, ό.π. σελ. 209 επ. – Θ. Παπαζήση, στο Απ. Γεωργιάδη/Μ. Σταθόπουλου, ΑστΚωδ., τομ. VII, εκδ. 1991, ΟικογενΔ, εκδ. 1991,στο αρθ. 1393/VΙΙΙ, αριθ. 84, σελ. 246 in fine και επ. – Π. Δαγτόγλου, Σύνταγμα (ατομικά δικαιώματα), τομ. Α`, εκδ. 1991, αριθ. 190, σελ. 104 in fine και επ.].

Από τα παραπάνω συνάγεται ότι, με τη διάσταση των συζύγων παύει να υφίσταται αξίωση για συμβίωση και κατ’ επέκταση για συνοίκηση. Το γεγονός όμως αυτό δεν δίνει το δικαίωμα στο σύζυγο, που είναι κύριος και νομέας της οικογενειακής στέγης, να αξιώσει την άμεση απομάκρυνση του άλλου συζύγου από αυτήν και την απόδοση της χρήσης της αποκλειστικά σ` αυτόν με επίκληση των αντίστοιχων εμπραγμάτων δικαιωμάτων του, αφού πλέον η χρήση της οικογενειακής στέγης αποτελεί αντικείμενο είτε συναινετικής ρύθμισης είτε ρύθμισης κατ` αρθρ. 1393 ΑΚ, ύστερα από αγωγή κατά τη διαδικασία των γαμικών διαφορών ή αίτηση ασφαλιστικών μέτρων για προσωρινή ρύθμιση της κατάστασης κατ` αρθρ. 735 ΚΠολΔ. Μέχρι τότε, ο σύζυγος που δεν είναι κύριος ή νομέας της οικογενειακής στέγης, δικαιωματικά παραμένει σ’ αυτήν με βάση είτε τη διάταξη του αρθρ. 1386 ΑΚ είτε τη διάταξη του αρθρ. 1393 ή και 361 ΑΚ και η άρνηση του, συνεπώς, να αποδώσει τη χρήση της στον άλλο σύζυγο, που είναι κύριος και νομέας, δεν συνιστά αντιποίηση της νομής του, που εξακολουθεί να ασκείται μέσω αυτού ως κατόχου δυνάμει της έννομης σχέσης του γάμου (βλ. ΠολΠρΑΘ 235/1996 και Γεωργιάδη – Σταθόπουλου ΕρμΑΚ, αρθρ. 1386, αρ. 5, αρθρ. 1393, αρ. 15, 16, 17, 26, 41, 43, 45, 46, 47, 51, 52, 54, 55, 56 και 67).

Επομένως ο σύζυγος που είναι κύριος του ακίνητου της οικογενειακής στέγης παραμένει, κύριος και νομέας αυτού, και ασκεί τη νομή του μέσω του δικαιούχου συζύγου που κατέχει το ακίνητο. Η κατοχή του τελευταίου στηρίζεται, στην έννομη σχέση του γάμου, το νόμο και τη δικαστική απόφαση και μπορεί να αντιταχθεί έναντι του συζύγου-κυρίου, με συνεπεία να μην μπορεί αυτός να ζητήσει τη λήψη ασφαλιστικών μέτρων νομής κατά του δικαιούχου, αφού δεν υπάρχει παράνομη προσβολή της νομής του (άρθ. 987, 997, 1095 ΑΚ).

Στην περίπτωση όμως που κύριος του ακινήτου το εκποιήσει σε τρίτον, αμφισβητείται εάν το δικαίωμα αυτό χρήσης της οικογενειακής στέγης μπορεί να αντιταχθεί έναντι του νέου κτήτορα, που ασκεί διεκδικητική αγωγή ή τις αγωγές της νομής. Υποστηρίζονται τρεις απόψεις ως προς την τύχη του δικαιώματος οικογενειακής στέγης αν ο σύζυγος και κύριος του ακίνητου το εκποιεί σε τρίτο πρόσωπο μετά από την έκδοση δικαστικής απόφασης με την οποία το ακίνητο είχε παραχωρηθεί στον εν διαστάσει, σύζυγο ως οικογενειακή στέγη ή μετά τη συμφωνία των συζύγων πως το ακίνητο αυτό παραχωρείται στον μη δικαιούχο ως οικογενειακή στέγη (βλ. ΕφΑθ 4585/2002).

Κατά την πρώτη από αυτές, ο νέος κύριος δεν δεσμεύεται και ο δικαιούχος της οικογενειακής στέγης δεν κατοχυρώνεται παρά μόνο με την εφαρμογή του άρθρου 914 ΑΚ (Απ. Γεωργιάδη, Η οικογενειακή στέγη, ΕλΔ 1988, 1287), κατά τη δεύτερη άποψη, η δικαστική απόφαση για την παραχώρηση της οικογενειακής στέγης έχει θέση εγγράφου βεβαίας χρονολογίας, που καθίστα γνωστή την παραχώρηση στο νέο κύριο, με συνεπεία να μπορούν να εφαρμοστούν αναλογικά εναντίον του και υπέρ του δικαιούχου της οικογενειακής στέγης τα άρθρα 614 επ. ΑΚ, ώστε ο νέος κύριος να δεσμεύεται απέναντι στο σύζυγο δικαιούχο της χρήσης (Δεληγιάννης, οικογενειακό δίκαιο, τόμος ΙΙ, 1987 σελ 197, Κουνουγέρη-Μανωλεδάκη Οικογενειακό δίκαιο, τόμ. ΙΙ, 1998, σελ. 333, Πουλιάδης, Η δικαστική ρύθμιση της χρήσης της οικογενειακής στέγης επί διακοπής της συμβιώσεως των συζύγων, Αρμ 1995,596), και κατά την τρίτη άποψη, η αναλογική εφαρμογή των άρθρων 614 επ. πρέπει να γίνεται δέκτη μόνο όταν η παραχώρηση της οικογενειακής στέγης γίνεται με αντάλλαγμα (Παπαζήση, στον ΑΚ Γεωργιάδη-Σταθόπουλου, άρθρο 1393, αρ. 60). Εξάλλου προστασία απέναντι σε εκποιήσεις του ακίνητου από το δικαιούχο σύζυγο, οι οποίες ματαιώνουν το δικαίωμα του συζύγου στον οποίο παραχωρήθηκε η στέγη, θα μπορεί να εξασφαλισθεί και με παράλληλη επιβολή είτε με την κυρία δικαστική απόφαση είτε ως ασφαλιστικό μέτρο απαγόρευσης διαθέσεως (ΑΚ 176) ως έκφραση και της κοινωνικής δέσμευσης της ιδιοκτησίας. Η εκτέλεση της αποφάσεως θα γίνεται σύμφωνα μα τη διάταξη του ΚΠολΔ για την καταδίκη σε παράλειψη πράξεως (άρθ. 947).  

Επιπλέον, διάθεση που γίνεται με τον αποκλειστικό σκοπό ματαίωσης του δικαιώματος χρήσης θα δημιουργεί αδικοπρακτική ευθύνη του υπαίτιου συζύγου ή θα συνεπάγεται ακυρότητα της διαθέσεως εφόσον συντρέχουν οι προϋποθέσεις αντίθεσης στα χρηστά ήθη ή της εικονικής δικαιοπραξίας (ΑΚ 178, 138 § 1). Αν όμως η εκποίηση (πώληση, δωρεά, παραίτηση κλπ) ήταν εικονική και το γνώριζε ο ωφελούμενος ή έγινε με σκοπό εκδικήσεως εν γνώσει αυτού που αποκτά, η εκποίηση θα είναι άκυρη κατ` άρθ. 138 § 1 ή 178 ΑΚ και ο άλλος σύζυγος (στον οποίο παραχωρήθηκε από το Δικαστήριο η χρήση της οικογενειακής στέγης) θα μπορεί να αντιτάξει την τυχόν ακυρότητα στην τυχόν αγωγή του “νέου κτήτορα” για απόδοση του ακίνητου. Αν δεν συντρέχουν οι προϋποθέσεις αυτές (εικονικότητα, γνώση του τρίτου) και άρα η διάθεση είναι ισχυρή, ο σύζυγος ιδιοκτήτης που εκποιεί θα ευθύνεται, σε αποζημίωση λόγω αδικοπραξίας (ΑΚ 914, 919).

Θεώνη Κάδρα

e-mail:  info@efotopoulou.gr

ΑΦΗΣΤΕ ΕΝΑ ΣΧΟΛΙΟ

Το email σας δεν θα δημοσιευτεί