Δικηγορικό Γραφείο Ευγενίας Α. Φωτοπούλου
Βασιλίσσης Σοφίας 6 Αθήνα 106 74
Τηλέφωνο: 210 36 24 769, 211 7 80 80 80
210 30 09 019
Email: info@efotopoulou.gr

Το αποδεικτικό μέσο των ένορκων βεβαιώσεων και ο επιτρεπτός αριθμός χρήσης τους ανάλογα με τη διαδικασία που εφαρμόζεται

Υπό το ισχύον νομικό πλαίσιο των επιτρεπόμενων αποδεικτικών μέσων του ΚΠολΔ η χρήση ενόρκων βεβαιώσεων που έχουν ληφθεί ενώπιον ειρηνοδίκη ή συμβολαιογράφου ή προξένου, επιτρέπεται στην τακτική διαδικασία ενώπιον πλέον όλων των πρωτοβάθμιων δικαστηρίων (πριν το ν.2915/2001 στο πολυμελές πρωτοδικείο δεν αποτελούσαν επιτρεπόμενο αποδεικτικό μέσο).

 

Πρόκειται για «μαρτυρία τρίτου προσώπου διαφόρου των διαδίκων, η οποία δίδεται εκτός ακροατηρίου και χωρίς τη δυνατότητα υποβολής ερωτήσεων από τους διαδίκους ή τους πληρεξουσίους δικηγόρους τους, περιβάλλεται δε με τον τύπο του δημοσίου εγγράφου που συντάσσεται από τον ειρηνοδίκη, τον συμβολαιογράφο ή τον πρόξενο»(βλ. αναλυτικότερα Νικολόπουλος Γ., Το δίκαιον της αποδείξεως, 2005, σελ. 289 επ.) και εκτιμάται από το δικάζον δικαστήριο ελευθέρως.

Μετά την τροποποίηση του άρθρου 339 ΚΠολΔ από το νόμο 3994/2011, οι ένορκες βεβαιώσεις πλέον εντάσσονται στα επώνυμα αποδεικτικά μέσα, εξομοιούμενες έτσι με τα λοιπά αποδεικτικά μέσα (που είναι η ομολογία, η αυτοψία, η πραγματογνωμοσύνη, τα έγγραφα, η εξέταση των διαδίκων, οι μάρτυρες και τα δικαστικά τεκμήρια). Αποτυπώθηκε δηλαδή και νομοθετικά η πάγια θέση της νομολογίας και της θεωρίας, κατά τις οποίες (πριν τη δικονομική αυτή αλλαγή και αναβάθμιση του αποδεικτικού μέσου) και όταν δεν περιλαμβάνονταν στον κατάλογο του άρθρου 339 με τα επώνυμα αποδεικτικά μέσα, εντούτοις τις θεωρούσαν ιδιαίτερο/ιδιώνυμο αποδεικτικό μέσο, μη εντασσόμενο ούτε στην έννοια των εγγράφων ούτε στην έννοια των μαρτύρων και όχι ως μη πληρούν τους όρους του νόμου αποδεικτικό μέσο (βλ. ΑΠ 244/2003, ΑΠ 54/2003, ΑΠ 1453/2002). Έπαψε έτσι πλέον και ο προβληματισμός για την εσφαλμένη κατάταξη των ενόρκων βεβαιώσεων από την εισηγητική έκθεση του ν.2915/2001 στα μη πληρούντα τους όρους του νόμου αποδεικτικά μέσα, η οποία είχε ερμηνευθεί μόνο ως βούληση του νομοθέτη για την υπαγωγή και των ενόρκων βεβαιώσεων στους περιορισμούς των άρθρων 393-394 ΚΠολΔ. Αναμφισβήτητα λοιπόν σήμερα οι ένορκες βεβαιώσεις είναι αποδεικτικό μέσο, για αυτό απαιτείται ρητή μνεία στην εκδιδόμενη απόφαση ότι ελήφθησαν υπ’ όψιν οι προσκομιζόμενες και επικαλούμενες από τους διαδίκους ένορκες βεβαιώσεις, άλλως δημιουργείται λόγος αναιρέσεως βάσει του άρθρου 559 αρ.11 ΚΠολΔ.

Συγκεκριμένα, το άρθρο 270 παρ.2 εδ. γ΄ ΚΠολΔ ορίζει ειδικώς τις προϋποθέσεις υπό τις οποίες είναι επιτρεπτή η χρήση του εν λόγω αποδεικτικού μέσου: «Ένορκες βεβαιώσεις ενώπιον ειρηνοδίκη ή συμβολαιογράφου ή προξένου λαμβάνονται υπόψη το πολύ τρεις για κάθε πλευρά και μόνον αν έχουν δοθεί ύστερα από κλήτευση του αντιδίκου δύο τουλάχιστον εργάσιμες ημέρες πριν από τη βεβαίωση και, αν πρόκειται να δοθούν στην αλλοδαπή, οκτώ τουλάχιστον ημέρες πριν από αυτή. Για την αντίκρουση ένορκων βεβαιώσεων επιτρέπεται η προσκομιδή, μέσα στις προθεσμίες της παραγράφου 3 του άρθρου 237 και του γ` εδαφίου του άρθρου 238, πρόσθετων βεβαιώσεων, το πολύ ίσου αριθμού προς τις αντικρουόμενες».

Εκτός δηλαδή από τη νόμιμη και εμπρόθεσμη κλήτευση του αντιδίκου (ως προϋπόθεση του υποστατού των ενόρκων βεβαιώσεων, ΑΠ 1408/2003, ΑΠ 891/2000) τέθηκε με το ν.2915/2001 και αριθμητικός περιορισμός στην χρήση τους στην τακτική διαδικασία (το ανώτατο όριο των τριών για κάθε διάδικο). Ένορκες βεβαιώσεις πέραν των τριών κηρύσσονται απαράδεκτες αυτεπαγγέλτως (Κεραμεύς-Κονδύλης-Νίκας. ΣυμπλΚΠολΔ, σ.4). Αν το δικαστήριο λάβει υπόψη ένορκες βεβαιώσεις πέραν του αριθμού, που ορίζει ο νόμος, τότε η απόφασή του καθίσταται αναιρετέα. Στην υπ’ αριθμ. 1712/2006 ΑΠ αναιρέθηκε η προσβαλλόμενη απόφαση, επειδή εκτίμησε πέραν των τριών ενόρκων βεβαιώσεων για κάθε διάδικο με την αιτιολογία ότι σύμφωνα με τη διάταξη του άρθρου 270 παρ. 2 εδ. γ΄ και δ΄ του Κ.Πολ.Δ., επιτρέπεται η λήψη από το δικαστήριο υπόψη τριών κατ` ανώτατο όριο ενόρκων βεβαιώσεων για κάθε διάδικη πλευρά. Συνεπώς, αν το δικαστήριο της ουσίας λάβει υπόψη και συνεκτιμήσει με τις λοιπές αποδείξεις πέραν των τριών πρώτων ένορκες βεβαιώσεις που επικαλέσθηκε και προσκόμισε οποιοδήποτε από τα διάδικα μέρη, υποπίπτει στην από το άρθρο 559 αριθ. 11 εδ. α΄ ΚΠολΔ πλημμέλεια, ότι δηλαδή έλαβε υπόψη αποδεικτικά μέσα που ο νόμος δεν επιτρέπει.

Ζήτημα, όμως ανακύπτει στις ειδικές διαδικασίες και συγκεκριμένα στα άρθρα 650 παρ.1 εδ. γ΄ (διαδικασία μισθωτικών διαφορών) και 671 παρ.1 εδ. δ΄ ΚΠολΔ (διαδικασία εργατικών διαφορών), όπου δεν προβλέπεται αριθμητικός περιορισμός στη χρήση του εν λόγω αποδεικτικού μέσου. Η σιωπή αυτή του νόμου πρέπει να ερμηνευθεί ότι χωρεί επίκληση και προσκόμιση απεριορίστου αριθμού ενόρκων βεβαιώσεων στις διαδικασίες αυτές ή εφαρμόζεται ο αριθμητικός περιορισμός του άρθρου 270 ΚΠολΔ λόγω της εφαρμογής των διατάξεων της τακτικής διαδικασίες όπου προσομοιάζουν κατ’ άρθρο 591 παρ.1 εδ.α΄ ΚΠολΔ ;

Η νομολογία απαντώντας στο ερώτημα αυτό έχει κρίνει ότι ο περιορισμός που θέτει η διάταξη του άρ. 270 ΚΠολΔ αναφορικά με τον αριθμό των ενόρκων βεβαιώσεων δεν ισχύει στις ειδικές διαδικασίες, όπου ισχύει το αρ. 671 ΚΠολΔ, οπότε δεν αποκλείονται οι πέραν των τριών ενόρκων βεβαιώσεων, οι οποίες πρέπει να λαμβάνονται στο σύνολό τους υπόψη από το Δικαστήριο, έστω και με απλή μνεία τους στην απόφαση. Από την διάταξη του αρθ. 671 §1 εδ. δ` ΚΠολΔ, με την οποία ορίζεται ότι ένορκες βεβαιώσεις ενώπιον ειρηνοδίκη ή συμβολαιογράφου λαμβάνονται υπόψη, μόνο εάν έγιναν ύστερα από προηγούμενη κλήτευση του αντιδίκου πριν από 24 τουλάχιστον ώρες, σε συνδυασμό με το αρθ. 270§2γ ΚΠολΔ, που ορίζει ότι ένορκες βεβαιώσεις ενώπιον ειρηνοδίκη ή συμβολαιογράφου κλπ. λαμβάνονται υπόψη το πολύ τρεις για κάθε πλευρά, και την διάταξη του άρθ. 591 §1 του ίδιου Κώδικα, με την οποία ορίζεται ότι τα αρθ. 1-590 εφαρμόζονται και στις ειδικές διαδικασίες, εκτός αν αντιβαίνουν προς τις ειδικές διατάξεις των διαδικασιών αυτών, προκύπτει ότι στις διαδικασίες αυτές, στις οποίες περιλαμβάνεται και εκείνη των διαφορών από αμοιβές για την παροχή εργασίας, το δικαστήριο λαμβάνει υπόψη ένορκες βεβαιώσεις που προσκομίζονται νόμιμα με επίκληση και που έχουν συνταχθεί με την τήρηση των νομίμων διατυπώσεων (οι οποίες ως ιδιαίτερο και αυτοτελές αποδεικτικό μέσο πρέπει να μνημονεύονται ειδικά στην απόφαση), έστω και αν αυτές υπερβαίνουν αριθμητικά τις τρεις. Η γενική διάταξη του άρθ. 270 ΚΠολΔ δεν μπορεί να εφαρμοσθεί, διότι στην ως άνω ειδική διάταξη του άρθ. 671 §1 εδ. δ` ορίζεται για το επίμαχο θέμα άλλως, εφόσον δεν τίθεται ο προαναφερόμενος αριθμητικός περιορισμός και δεν αποκλείονται, κατά συνέπεια, οι πέραν των τριών ένορκες βεβαιώσεις, οι οποίες, επομένως, δεν αποτελούν αποδεικτικά μέσα που δεν επιτρέπει ο νόμος (βλ. ΑΠ 318/2011, ΑΠ 875/2007, ΑΠ 160/2006, AΠ 522/1999).

Στις ειδικές διαδικασίες, λοιπόν, μπορούν να ληφθούν υπόψη ένορκες βεβαιώσεις που υπερβαίνουν αριθμητικά τις 3 για κάθε πλευρά και δεν τίθεται αριθμητικός περιορισμός, όπως στην τακτική διαδικασία. Το δικαστήριο πρέπει να τις λάβει υπόψη και να τις μνημονεύσει. Στην υπ’ αριθμ. 160/2006 ΑΠ όμως μνημονεύεται και η μειοψηφούσα άποψη ενός αρεοπαγίτη σύμφωνα με την οποία: Σύμφωνα με το άρθρο 591 παρ. 1 ΚΠολΔ, όπως η διάταξη αυτή ισχύει μετά την αντικατάστασή της με το άρθρο 19 του ν. 2915/2001 «Τα άρθρα 1 έως 590 εφαρμόζονται και στις ειδικές διαδικασίες, εκτός αν αντιβαίνουν προς τις ειδικές διατάξεις των διαδικασιών αυτών. Αν στις ειδικές αυτές διατάξεις δεν ορίζεται διαφορετικά». Από το περιεχόμενο της διάταξης αυτής προκύπτει με σαφήνεια, ότι στις ειδικές διαδικασίες έχουν εφαρμογή όλες οι διατάξεις της τακτικής διαδικασίας με εξαίρεση μόνο εκείνες που αντίκεινται στις ειδικές ρυθμίσεις που καθιερώνουν τα άρθρα 592 έως 681 Δ ΚΠολΔ. Δηλαδή, αποκλείεται η εφαρμογή μιας διάταξης της τακτικής διαδικασίας όταν, ή στο μέτρο που το διαδικαστικό ζήτημα το οποίο αυτή ρυθμίζει, ρυθμίζεται διαφορετικά στις ειδικές διαδικασίες. Στο πλαίσιο αυτό η διάταξη της παραγράφου 2 του άρθρου 270 ΚΠολΔ, όπως αυτό αντικαταστάθηκε με το άρθρο 12 του ν. 2915/2001, έχει εφαρμογή κατά το μέρος που τίθεται όριο στον αριθμό των ενόρκων βεβαιώσεων που κάθε πλευρά μπορεί να χρησιμοποιήσει, ή στον αριθμό την προς αντίκρουση τέτοιων βεβαιώσεων προσκομιζομένων, και στις ειδικές διαδικασίες. Και τούτο γιατί με τις διατάξεις που τις θεσπίζουν εκτός από τις ρυθμίσεις α) του άρθρου 591 παρ. 1 περ. δ ΚΠολΔ, που αφορά τον χρόνο προσκόμισης μετά τη συζήτηση αποδεικτικών μέσων, μεταξύ των οποίων και ένορκες βεβαιώσεις, για το σχολιασμό των αποδείξεων και β) των άρθρων 650 παρ. 1 και 671 παρ. 1 ΚΠολΔ που επιβάλλουν την για τη λήψη της ένορκης βεβαίωσης, προηγούμενη κλήτευση του αντιδίκου προ 24 τουλάχιστον ωρών, ουδεμία ειδική ως προς το εν λόγω ζήτημα, ρύθμιση γίνεται.

 

Θεώνη Κάδρα

e-mail:  info@efotopoulou.gr

ΑΦΗΣΤΕ ΕΝΑ ΣΧΟΛΙΟ

Το email σας δεν θα δημοσιευτεί