Δικηγορικό Γραφείο Ευγενίας Α. Φωτοπούλου
Βασιλίσσης Σοφίας 6 Αθήνα 106 74
Τηλέφωνο: 210 36 24 769, 211 7 80 80 80
210 30 09 019
Email: info@efotopoulou.gr

Ανακοπή κατά επιταγής προς εκτέλεση (άρθ. 933 ΚΠολΔ) – Τα στοιχεία που πρέπει να περιλαμβάνει για να κριθεί ορισμένη

Από τη διάταξη του άρθρου 924 ΚΠολΔ, συνάγεται ότι επί αναγκαστικής εκτελέσεως πρέπει απαραιτήτως να προηγείται στον καθ ου πρόκειται να γίνει αυτή, κοινοποίηση αντιγράφου του εκτελεστού δικογράφου με επιταγή προς πληρωμή ή εκτέλεση. Η επιταγή αυτή είναι προκαταρκτική της εκτελέσεως πράξη, συνιστώντας νομότυπη προειδοποίηση του οφειλέτη περί των συνεπειών της κατ αυτού εκτελέσεως (βλ. Μπρίνιαν: Αναγκ. Εκτέλεσις παρ. παρ. 113 και 114 σελ. 298 επ. Εισγη. Εμμ. Μιχελάκη εις σχέδιον Πολ. Αικ. τόμος 8ος σελ 16. Κεραμέως γνωμ. εις Δ – 142, αΠ 404/1972 ΝοΒ 20-452), συνεπαγόμενη συνήθως την κατάσχεση ή άλλη αναγκαστικής πράξη εκτελέσεως, αυτές δε δύνανται να φέρουν κίνδυνο στα νόμιμα συμφέροντα του επιτασσομένου οφειλέτου, ο οποίος δύναται να ανακόψει αυτές κατά το άρθ. 933 ΚΠολΔ για να προλάβει την απειλούμενη από την εκτέλεση επικείμενη βλάβη από αυτές (βλ. Μπρίνιας ενθ. ανωτ. Γιδοπούλου, Εκτέλεσις:παρ. 86 σελ. 192 Παπαδοπούλου, Εκτέλεσις παρ. 113 σελ. 71, ΕφΘεσ 335/1973 ΝοΒ 21-518).

Έτι περαιτέρω, εκ του συνδυασμού του άρθρου 933 και 934 εδάφ. α` ΚΠολΔ συνάγεται ότι αντιρρήσεις κατά της επιταγής δεν αποκλείεται και προς της ενεργείας της πρώτης μετά την επιταγή εκτελεστικής πράξης. Ο ανακόπτων την επιταγή δικαιούται να προτείνει προς ακύρωση αυτής όχι μόνο λόγους τυπικής ακυρότητας αυτής, όπως π.χ. ότι αυτή δεν στηρίζεται επί τίτλου εκτελεστού κ.λπ., αλλά και κάθε λόγο που καθιστά απαράδεκτη την εκτέλεση του τίτλου κατ αυτού, ως λ.χ. κατάργηση του κύρους του τίτλου λόγω πληρωμής, συμψηφισμού κ.ά. (ΜΠρΑθ 1487/2013 – ΤΝΠ ΝΟΜΟΣ).

Εξάλλου, από τη διάταξη του άρθρου 924 ΚΠολΔ, σε συνδυασμό με τη διάταξη του άρθρου 118 του ΚΠολΔ, συνάγεται ότι μεταξύ των στοιχείων που πρέπει να περιέχει η επιταγή προς εκτέλεση είναι ο κατά το άρθρο 924 εδάφ. 2 ΚΠολΔ ακριβής καθορισμός της απαίτησης υπέρ της οποίας επισπεύδεται η εκτέλεση. Η απαίτηση πρέπει να προσδιορίζεται κατά τρόπο σαφή, ορισμένο και ευσύνοπτο (άρθρο 118 του ΚΠολΔ). Με την επιταγή αφενός μεν καθορίζεται η έκταση της απαίτησης του επιτάσσοντος κατά ποσό και ποιόν και αντίστοιχα της υποχρέωσης του καθού, αφετέρου δε καλείται ο τελευταίος να συμμορφωθεί και συγχρόνως ειδοποιείται περί της επικείμενης εκτέλεσης. Τα ανωτέρω δε πρέπει να προσδιορίζονται στην επιταγή κατά τρόπο ορισμένο, σαφή και ευσύνοπτο, κατά τρόπον ώστε να καθίσταται δυνατή η συμμόρφωση του επιτασσόμενου και εφικτή η εκτέλεση καθώς και η άμυνα του οφειλέτη. Επομένως, ουσιώδες στοιχείο της επιταγής προς πληρωμή είναι η μνεία του οφειλόμενου ποσού το οποίο πρέπει να προκύπτει από τον τίτλο, χωρίς να είναι ανάγκη να εκτίθεται το ιστορικό κάθε κονδυλίου. Ειδικότερα, αρκεί να προκύπτει από την επιταγή η αιτία της απαιτήσεως, η οποία καταρχήν θα προκύπτει από το αντίγραφο του τίτλου κάτω από το οποίο γράφεται η επιταγή, καθώς και η οφειλή κατά κεφάλαιο, τόκους και έξοδα (ΑΠ 72/1995 ΕλλΔνη 38, 585, ΑΠ 194/1995 ΕλλΔνη 37, 101, ΕΑ 2535/1998 ΕλλΔνη 40, 384, ΕΑ 5667/1995 ΕλλΔνη 38, 1618, ΕφΘεσ 80/1996 Αρμ 1996, 367). Εφόσον γίνει ο διαχωρισμός αυτός, η επιταγή παρουσιάζει πληρότητα και απόκειται στον οφειλέτη να ισχυριστεί και να αποδείξει την απόσβεση της απαίτησης ή την ανακρίβεια των κονδυλίων ή τον εσφαλμένο υπολογισμό ή το παράνομο των τόκων. Οι καταβολές του οφειλέτη δεν αποτελούν στοιχείο του περιεχομένου της επιταγής, αναγκαίο για το κύρος της. Επίσης, ούτε το ποσόν του τόκου χρειάζεται να προσδιορίζεται στην επιταγή, αφού το μεν ποσοστό του τόκου ορίζεται από το νόμο, το δε ποσό των τόκων που θα καταβληθεί μπορεί να βρεθεί με απλό μαθηματικό υπολογισμό, βάσει του ποσοστού αυτού και του χρονικού διαστήματος που θα έχει παρέλθει μέχρι την ημέρα εξοφλήσεως της επιταγής. Η αναφορά του είδους των τόκων σε συσχετισμό με το κεφάλαιο και το χρονικό διάστημα είναι αρκετή, ώστε ο οφειλέτης να είναι σε θέση να παρακολουθήσει και αντιληφθεί τα περιστατικά στα οποία θεμελιώνεται η οφειλή και να μπορεί να τα ελέγξει και να ανατάξει την άμυνά του (ΑΠ 72/95 ΕλλΔνη 38, 585). Τέλος, το εκκαθαρισμένο της απαίτησης αφορά μόνο στην κυρία απαίτηση και όχι στα παρεπόμενά της, όπως είναι οι τόκοι, συμβατικοί και υπερημερίας, τα διάφορα έξοδα ως ασφάλιστρα, δικαστικά κλπ, τα οποία αρκεί να προκύπτει και να συνάγεται από τον τίτλο ότι βαρύνουν τον οφειλέτη, αφού όλα τους ανάγονται στο μέλλον, με συνέπεια να είναι άγνωστο κατά την έκδοση αυτής σε ποιο ύψος τελικά θα ανέλθουν και αν ακόμα θα υπάρξουν. Αν η επιταγή δεν περιέχει τα πιο πάνω στοιχεία, επέρχεται ακυρότητα που κηρύσσεται από το δικαστήριο, με την προϋπόθεση ότι η αοριστία επιφέρει στον καθού την εκτέλεση δικονομική βλάβη, που δεν μπορεί να επανορθωθεί άλλως παρά μόνο με την κήρυξη της ακυρότητας (ΑΠ 310/1992 Δ 23, 813, ΑΠ 47/1990 ΕλλΔνη 1990, 812). Εάν δε η επιταγή έγινε για μεγαλύτερο ποσό από αυτό που προκύπτει από τον τίτλο, είναι άκυρη μόνο για το επιπλέον ποσό, γιατί ο τίτλος είναι ανύπαρκτος ως προς το επιπλέον ποσό (ανυπαρξία τίτλου) και διατηρεί τις συνέπειές της για το πράγματι οφειλόμενο και δυνάμενο να εισπραχθεί και διά αναγκαστικής εκτελέσεως, για το οποίο νόμιμα αρχίζει και προχωρεί η εκτέλεση, εκτός αν ο καθού η επιταγή επικαλείται και αποδεικνύει προσήκουσα προσφορά του πράγματι οφειλόμενου ποσού (ΜΠρΑθ1318/2013 – ΤΝΠ ΝΟΜΟΣ, ΑΠ 194/1995 ΕλλΔνη 37, 101,1. Μπρίνια Αναγκαστική εκτέλεση, τ.Α`, σελ. 303). Εξάλλου, αν η επιταγή έγινε για μεγαλύτερο από το πράγματι οφειλόμενο ποσό, ακυρότητα επέρχεται μόνον κατά το επιπλέον (ΕΑ 581/1991 ΑρχΝ 1993, 241).

Αγγελική Πολυδώρου, δικηγόρος

e-mail: info@efotopoulou.gr

ΑΦΗΣΤΕ ΕΝΑ ΣΧΟΛΙΟ

Το email σας δεν θα δημοσιευτεί