Ανακοπή κατά της εκτελεστικής διαδικασίας επί εκποίησης της πτωχευτικής περιουσίας (άρθρ. 152 του Ν. 3588/2007) – Έννομο συμφέρον ανακόπτοντος
Η ανακοπή του άρθρου 152 του Πτωχευτικού Κώδικα (ΠτΚ), με την οποία ανοίγεται δίκη περί την εκποίηση της πτωχευτικής περιουσίας, αποτελεί ειδικότερη έκφανση του γενικού δικαιώματος ανακοπής των άρθρων 583-585 ΚΠολΔ, ώστε οι διατάξεις αυτές να εφαρμόζονται και στις προκείμενες υποθέσεις, στο μέτρο όμως που δεν έρχονται σε σύγκρουση με τις ειδικότερες διατάξεις του ΠτΚ και της εκουσίας δικαιοδοσίας, των οποίων η εφαρμογή προηγείται. Από τη ρύθμιση του άρθρ. 151 ΠτΚ και τη νομοθετική εξομοίωση συγκεκριμένων πράξεων εκτελέσεως με πράξεις του πλειστηριασμού τού ΚΠολΔ συνάγεται ότι η ανακοπή του άρθρ. 152 ΠτΚ είναι λειτουργικώς συγγενής προς την ανακοπή του άρθρ. 933 ΚΠολΔ και αποτελεί ειδικότερη έκφανση εκείνης του άρθρ. 583 ΚΠολΔ. (ΑΠ1139 / 2018, Α2 Πολιτικές, δημ. Areiospagos.gr). Έτσι, οι διατάξεις αυτές εφαρμόζονται και στις προκείμενες υποθέσεις, στο μέτρο όμως που δεν έρχονται σε σύγκρουση με τις ειδικότερες διατάξεις του ΠτΚ και της εκουσίας δικαιοδοσίας, των οποίων η εφαρμογή προηγείται.
Το έννομο συμφέρον του ανακόπτοντος για την ακύρωση της πράξης εκτέλεσης πρέπει να συνδέεται με την ωφέλεια, που αυτός προσδοκά από την ακύρωσή της, ανεξάρτητα από το αν πρόκειται για ωφέλεια διαδικαστική ή αν αυτή αφορά το ουσιαστικό δικαίωμα του κι όχι με τη βλάβη, που απορρέει από την παράβαση συγκεκριμένης διάταξης (ΑΠ 1941/2009 ΧρΙΔ 2010.629, ΑΠ 747/2002 ΕλλΔικ 2004/738). Διαδικαστική είναι η ωφέλεια, αν λ.χ. εμφιλοχωρεί ελάττωμα σε κάποια πράξη της διαδικασίας που παρεμποδίζει την όσο το δυνατόν ευρύτερη ή ελεύθερη συμμετοχή στον πλειστηριασμό, ενώ ουσιαστική θα είναι εφόσον με την ακύρωση της προσβαλλόμενης πράξης αποφεύγεται παράνομη εξάλειψη ή προσβολή δικαιωμάτων. Επιπλέον, κατ’ άρθρ. 741, 68 ΚΠολΔ, προκειμένου να διαγνωσθεί από το Δικαστήριο, πρέπει να είναι άμεσο, ήτοι να αναφέρεται σε υπαρκτές και όχι σε υποθετικές έννομες σχέσεις, ενώ προσέτι η ανάγκη δικαστικής προστασίας πρέπει να είναι ενεστώσα, να αφορά δηλαδή σε έννομες σχέσεις του παρόντος, όχι απλώς μέλλουσες ή ενδεχόμενες.
Υποστηρίζεται η άποψη ότι έννομο συμφέρον να προσβάλλουν την εκποίηση έχουν και τρίτοι, καθώς επιδιώκουν η δική τους προσφορά να κριθεί πιο συμφέρουσας στο πλαίσιο έγκυρης εκτελεστικής διαδικασίας. Τούτο διότι η ανατροπή της πράξης εκποίησης θα επέτρεπε τη νομότυπη επανάληψή της (βλ. άρθρ. 144 και 145 του Ν. 3588/2007) στο πλαίσιο της οποίας οι τρίτοι θα είχαν το δικαίωμα να υποβάλουν προσφορά εκ νέου. Έτσι, τυχόν ακύρωση του πλειστηριασμού με πρωτοβουλία του τρίτου παράγει γι’ αυτόν ωφέλεια. Πράγματι, όσο ο πλειστηριασμός παραμένει έγκυρος, ο τρίτος έχει απωλέσει το δικαίωμα να διεκδικήσει την απόκτηση του εκποιούμενου περιουσιακού στοιχείου του οφειλέτη. Με την ακύρωσή του, όμως, το δικαιώμα αυτό διατηρείται. Ως εκ τούτου, ο τρίτος έχει έννομο συμφέρον ανατροπής της πράξης εκποίησης [Χατζηϊωάννου, σε τόμο: Δικονομικά ζητήματα του πτωχευτικού δικαίου, 2012, σελ. 148].
Ελένη Μακροδημήτρη, ασκ. δικηγόρος
info@efotopoulou.gr