Αποκλεισμός εταίρου από την ομόρρυθμη εταιρεία: Προϋποθέσεις – Υπόθεση εκουσίας δικαιοδοσίας – Διχογνωμία για το εάν απαιτείται τελεσιδικία της απόφασης, ώστε να επέλθουν τα αποτελέσματά της
Σύμφωνα με το άρθρο 263 του v. 4072/2012 «Αν συντρέχει στο πρόσωπο ενός εταίρου περιστατικό που θα δικαιολογούσε τη λύση της εταιρείας σύμφωνα με την περίπτωση δ’ της παραγράφου 1 του άρθρου 259, το μονομελές πρωτοδικείο μπορεί, ύστερα από αίτηση των λοιπών εταίρων, η οποία εκδικάζεται κατά τη διαδικασία της εκούσιας δικαιοδοσίας, αντί της λύσης της εταιρείας, να διατάξει τον αποκλεισμό του εταίρου». Σκοπός της διάταξης αυτής είναι η προστασία των λοιπών εταίρων και η διατήρηση της επιχείρησης. Ο αποκλεισμός του εταίρου συνίσταται στην ακούσια έξοδό του από την εταιρεία και αποτελεί αναγκαστική αποχώρησή του από αυτήν παρά τη θέλησή του. Ο σπουδαίος λόγος πρέπει να υπάρχει όχι μόνο κατά τον χρόνο άσκησης της αγωγής, αλλά και κατά τον χρόνο συζήτησής της.
Επιπλέον, η συνέχιση της εταιρείας με τον υπό αποκλεισμό εταίρο, λόγω της (υπαίτιας ή μη) συμπεριφοράς του θα πρέπει να είναι δυσβάστακτη για τους άλλους εταίρους, έτσι ώστε να κινδυνεύει η ομαλή λειτουργία ή η υπόστασή της (ΑΠ 671/2020, ΑΠ 473/2019). Ο αποκλεισμός εταίρου είναι δυνατός και στις διμελείς εταιρίες, εφόσον ο σπουδαίος λόγος που καθιστά αδύνατη τη συνέχιση της εταιρίας με τον αιτούντα αφορά το πρόσωπο του καθ’ ου η αίτηση, αφού, μετά τον αποκλεισμό και μέσα στο τετράμηνο που ακολουθεί, ο εναπομείνας εταίρος μπορεί να συνεχίσει την εταιρία με νέο εταίρο, σύμφωνα με το άρθρο 267 του ίδιου ως άνω Νόμου, όπως αντικ. με το άρθρο 27 Ν. 4403/2016, που ορίζει ότι “Αν αποχωρήσουν για οποιονδήποτε λόγο ένας ή περισσότεροι εταίροι και παραμείνει μόνο ένας εταίρος, η εταιρεία λύνεται, εφόσον μέσα σε τέσσερις μήνες δεν δημοσιευτεί στο Γ.Ε.ΜΗ. η είσοδος νέου εταίρου”. Επίσης, το άρθρο 281 παρ. 1 του Νόμου αυτού προβλέπει ρητά ότι σε περίπτωση αποκλεισμού του μοναδικού ομόρρυθμου εταίρου” ετερόρρυθμης εταιρίας, η εταιρία λύνεται, εκτός αν μέσα σε 4 μήνες εισέλθει στην εταιρία νέος εταίρος ως ομόρρυθμος. Οι παραπάνω διατάξεις των άρθρων 267 και 281 παρ. 1 βρίσκονται σε συστηματική ενότητα μέσα στο ν. 4072/ 2012, επιτρέποντας την προσωρινή διατήρηση της εταιρίας, με σκοπό την εξομάλυνσή της, με την είσοδο νέου εταίρου. Συνεπώς, στο πεδίο εφαρμογής του άρθρου 267 που, κατά το γράμμα του, ρυθμίζει τις περιπτώσεις αποχώρησης για οποιονδήποτε λόγο, χωρίς να διακρίνει ειδικότερα, εντάσσεται και ο αποκλεισμός εταίρου διμελούς εταιρίας (ΑΠ 671/2020, ΑΠ 473/2019, ΑΠ 37/2019). Με την ως άνω λύση δίδεται η δυνατότητα στον εναπομείναντα εταίρο να συνεχίσει τη λειτουργία της εταιρίας με την ανεύρεση νέου εταίρου. Αν αυτό δεν συμβεί μέσα στην τετράμηνη προθεσμία, που ορίζει το άρθρο 267 του ν. 4072/2012, η λύση θα επέλθει αυτομάτως χωρίς να απαιτείται νέα δικαστική απόφαση (ΑΠ 225/2022 ΝΟΜΟΣ).
Η απόφαση που, απαγγέλει τον αποκλεισμό του εταίρου από την ομόρρυθμη εταιρία είναι διαπλαστική, υπόκειται σε ένδικα μέσα (761 ΚΠολΔ), δεν ανακαλείται, ούτε μεταρρυθμίζεται κατά την διάταξη του άρθρου 758 του ΚΠολΔ, διότι ο αποκλεισμός εταίρου είναι μη γνήσια υπόθεση εκούσιας δικαιοδοσίας, με την οποία συντελείται δεσμευτική διάγνωση του δικαιώματος (Ε. Κιουπτσίδου-Στρατουδάκη Λύση ομόρρυθμης εταιρίας και έξοδος εταίρου κατά το ν. 4072/2012 Αρμ 2014 σ. 199 επ). Η απόφαση έχει ως άμεση συνέπεια την διάπλαση που απαγγέλει, δηλαδή την έξοδο του εταίρου από την εταιρία. Εντούτοις υπάρχει διχογνωμία στη θεωρία και νομολογία για το βαθμό της απαιτούμενης δικανικής ωριμότητας της ως άνω απόφασης ώστε να επέλθουν τα αποτελέσματά της, δηλ. εάν απαιτείται τελεσιδικία αυτής (βλ. και ΜΕφΘεσ 387/2017, ΕλλΔ/νη 2017 σ. Ι 752, και Χρ. Μαστροκώστας Ο χρόνος αποκλεισμού του εταίρου από την ομόρρυθμη εταιρία σε ΕλλΔ/νη 2017 σ. 1752 και Χρ. Μαστροκώστας Ο χρόνος αποκλεισμού του εταίρου από την ομόρρυθμη εταιρεία σε ΕλλΔ/νη 2017 σ. 1644 και δη υποσημ. 3).
Κατά μία άποψη (βλ. ΕφΘρακ 40/2022, Εφ Θεσ 170/2021) δεν απαιτείται τελεσιδικία της απόφασης, αλλά αυτή παράγει άμεσα τις έννομες συνέπειες της από τη δημοσίευσή της. Η άποψη αυτή βασίζεται στα εξής: Α) Στο γράμμα του νόμου, δηλαδή στο κείμενο της ως άνω διάταξης (263 του ν. 4072/2012) που ουδόλως αναφέρεται σε τελεσιδικία της απόφασης σε αντίθεση με τη διάταξη του 771 ΑΚ που αφορά τον αποκλεισμό εταίρου από αστική εταιρία και η οποία ρητά αναφέρει την τελεσιδικία της απόφασης ως προϋπόθεση της διαπλαστικής ενέργειας της οικείας απόφασης. Αναλογική δε, εφαρμογή της κατ’ άρθρο 249 παρ.2 του ν. 4072/2012 αποκλείεται αφενός διότι υπάρχει ρητή ειδική διάταξη και αφετέρου διότι ο αποκλεισμός εταίρου από αστική εταιρία εκδικάζεται κατά την τακτική διαδικασία, όπου η άσκηση της έφεσης έχει ανασταλτικό αποτέλεσμα, ενώ ο αποκλεισμός από ομόρρυθμη εταιρία εκδικάζεται κατά την εκούσια δικαιοδοσία, όπου η άσκηση της έφεσης δεν έχει ανασταλτικό αποτέλεσμα (763 ΚΠολΔ) και η απόφαση εκδηλώνει την ισχύ της από την δημοσίευσή της (756 ΚΠολΔ). Β) Όπου ο νομοθέτης του ν. 4072/2012 θέλησε τελεσιδικία, το αναφέρει ρητά, όπως στην περίπτωση αποκλεισμού εταίρου από την ιδιωτική κεφαλαιουχική εταιρία (ΙΚΕ), όπου στο άρθρο 93 εδ. δ’ αυτού ορίζει ότι η σχετική αίτηση εκδικάζεται κατά την εκούσια δικαιοδοσία, αλλά απαιτείται να καταστεί τελεσίδικη η εκδοθησομένη απόφαση για να επέλθουν τα αποτελέσματά της. Γ) Η επιλογή του νομοθέτη περί μη τελεσίδικης απόφασης εναρμονίζεται με τους κανόνες της εκούσιας δικαιοδοσίας περί ταχείας επίλυσης της διαφοράς με άμεση ισχύ της απόφασης, αλλά και με την αποσύνδεση του αποκλεισμού του εταίρου από την καταβολή σε αυτόν της πλήρους αξίας της εταιρικής του συμμετοχής, όπως π.χ. συμβαίνει στην περίπτωσή εταίρου της ΙΚΕ (93 του ν. 4072/2012) ή ΕΠΕ (33 παρ. 3 ν. 3190/1955). Και Δ) Με δεδομένο ότι στις προσωπικές εταιρίες ισχύει ο κανόνας της ομόφωνης λήψης των αποφάσεων (253 παρ. 1 του ν. 4072/2012), η διατήρηση της εταιρικής ιδιότητας από τον αποκλεισμένο εταίρο όλο το διάστημα από τη δημοσίευση της απόφασης που απαγγέλει τούτο μέχρι την τελεσιδικία της, λόγω των διαταραγμένων μεταξύ των εταίρων σχέσεων, οδηγεί σε ισχυρή διακινδύνευση της ομαλής πορείας της εταιρίας και ενδεχομένως στην οικονομική της καταστροφή (βλ. Χρ. Μαστροκώστα ο.π.).
Περαιτέρω, κατά την παρ. 1 του άρθρου 763 ΚΠολΔ, που αφορά σε υποθέσεις εκούσιας δικαιοδοσίας, η προθεσμία της έφεσης και η άσκηση της δεν αναστέλλουν την ισχύ και την εκτέλεση της απόφασης, κατά δε, την παρ.2, το δικαστήριο που δικάζει την υπόθεση μπορεί και αυτεπαγγέλτως, κατά την έκδοση της απόφασής του, να αναστείλει την ισχύ και την εκτέλεσή της, ώσπου να γίνει απρόσβλητη με έφεση και κατά την παρ. 3 του αυτού άρθρου, όπως αυτή αντικαταστάθηκε με το άρθρο 17 παρ. 11 του ν. 4055/2012 με έναρξη ισχύος από 01.03.2013 σύμφωνα με το άρθρο 1α του ν. 4077/2012, αν ασκηθεί έφεση, το δικαστήριο που εξέδωσε την απόφαση, όπως και το δικαστήριο που δικάζει την έφεση ή ο πρόεδρος του μπορούν κατά την κρίση τους, με αίτηση κάποιου από εκείνους που έλαβαν μέρος στην πρωτόδικη δίκη, να αναστείλουν την ισχύ και την εκτέλεση της μέχρι να εκδοθεί απόφαση στην έφεση, η δε, απόφαση που διατάζει την αναστολή σημειώνεται χωρίς υπαίτια καθυστέρηση στο βιβλίο που τηρείται κατά το άρθρο 776 και στο περιθώριο της απόφασης της οποίας αναστέλλεται η ισχύς και η εκτέλεση. Όπως προκύπτει από τις ως άνω διατάξεις του άρθρου 763, στη ρύθμιση αυτού υπάγονται όλες οι αποφάσεις της εκούσιας δικαιοδοσίας στις οποίες απλώς λαμβάνεται ένα ρυθμιστικό μέτρο με διαπλαστικό ή διαπιστωτικό χαρακτήρα, δίχως παράλληλη δεσμευτική διάγνωση ιδιωτικών έννομων σχέσεων. Η οριστική απόφαση της εκούσιας δικαιοδοσίας έχει άμεση ισχύ και εκτελεστότητα και εκδηλώνει τις έννομες συνέπειές της από τη δημοσίευσή της, γι’ αυτό δεν δύναται να κηρυχθεί προσωρινά εκτελεστή, αλλά το Δικαστήριο που εκδίδει την απόφαση έχει τη δυνατότητα κατά την παρ. 2 να αναστείλει την ισχύ και εκτελεστότητα της απόφασης μέχρι να μην μπορεί να προσβληθεί με έφεση (Μον Πρ Θες/κης 13746/2022, ΤΝΠ ΝΟΜΟΣ).
Αγγελική Λιγοψυχάκη, δικηγόρος