Επιτρέπονται νέοι ισχυρισμοί και αποδείξεις στην κατ’ έφεση διοικητική δίκη;
Σύμφωνα με το άρθρο 97 του Κώδικα Διοικητικής Δικονομίας (ΚΔΔ) “1. Δεν επιτρέπεται η μεταβολή του αντικειμένου της διαφοράς στο δεύτερο βαθμό. Επιτρέπεται όμως να προβληθεί, το πρώτο, αίτημα για παρεπόμενες απαιτήσεις, οι οποίες δημιουργήθηκαν μετά την τελευταία συζήτηση ύστερα από την οποία και εκδόθηκε η εκκαλούμενη Απόφαση. 2. Επιτρέπεται η προβολή, στην κατ’ έφεση δίκη, νέων πραγματικών ισχυρισμών, εφόσον αφορούν κεφάλαια τα οποία είχαν αμφισβητηθεί στην πρωτόδικη δίκη και η μη προβολή τους κατ’ αυτήν κρίνεται δικαιολογημένη. 3. Για τα αιτήματα και τους πραγματικούς ισχυρισμούς οι οποίοι προβάλλονται παραδεκτώς σύμφωνα με τις προηγούμενες παραγράφους, μπορούν οι διάδικοι να προσκομίσουν και να επικαλεστούν νέα αποδεικτικά στοιχεία, αλλά και το δικαστήριο να διατάξει συμπληρωματική απόδειξη”.
Η απαγόρευση της μεταβολής του αντικειμένου της διαφοράς νοείται υπό την έννοια της διεύρυνσης του αντικειμένου της δίκης [βλ. αιτιολογική έκθεση επί του άρθρου 96 ΚΔΔ σε Π. Μαρινάκη, Διοικητικό Δικονομικό Δίκαιο, Σχόλια – Νομολογία, 2005,241]. Το αντικείμενο της διαφοράς καθορίζεται από το εισαγωγικό της πρωτοβάθμιας δίκης δικόγραφο και τα αιτήματα που υποβλήθηκαν με αυτό ενώπιον του πρωτοβάθμιου δικαστηρίου. Με το δικόγραφο της έφεσης μπορούν μεν να περιοριστούν [Ν. Χατζητζανή, ό.π., 711], αλλά δεν μπορούν να αυξηθούν τα αιτήματα παρά μόνον εάν πρόκειται για παρεπόμενα των κυρίων αιτημάτων που σε κάθε περίπτωση δημιουργήθηκαν μετά την τελευταία συζήτηση της υπόθεσης στον πρώτο βαθμό (οψηγενή). Αυτό σημαίνει ότι δεν μπορεί να προβληθεί με το δικόγραφο της έφεσης αίτημα που δεν είναι παρεπόμενο του κύριου, δηλαδή που δεν προέκυψε μετά την τελευταία συζήτηση της υπόθεσης, γιατί σε αυτή την περίπτωση η έννομη προστασία μπορεί να παρασχεθεί με την άσκηση αυτοτελούς ένδικου βοηθήματος {Ν. Χατζητζανή, ό.π., 712].
Ως παρεπόμενες απαιτήσεις νοούνται καταρχήν οι τόκοι, οι φυσικοί καρποί, τα έξοδα υγειονομικής περίθαλψης, η αξίωση πρόσθετης αποζημίωσης [Στ. Δεληκωστόπουλου, Ερμηνεία ΚΔΔ, 2008,329], Οι παρεπόμενες απαιτήσεις στο πλαίσιο της πρωτοβάθμιας δίκης, αν ασκήθηκε αγωγή (άρθρο 77) ζητούνται με άσκηση παρεμπίπτουσας αγωγής, ενώ, αν ασκήθηκε προσφυγή, με δικόγραφο πρόσθετων λόγων (άρθρο 131) [Ν. Χατζητζανή, όπ., 712]. Το αντικείμενο της διαφοράς στην κατ’ έφεση δίκη δεν μεταβλήθηκε, δεδομένου ότι δεν μεταβλήθηκε και το αίτημα της αγωγής και η έννομη σχέση, στην οποία αυτό βασίσθηκε [ΣτΕ 1363/2005], Για την υποστήριξη των νέων αυτών αιτημάτων που προβάλλονται για πρώτη φορά στην κατ’ έφεση δίκη οι διάδικοι μπορούν να προσκομίσουν και να επικαλεστούν νέα αποδεικτικά στοιχεία. Αποδεικτικά στοιχεία για τα νέα αυτά αιτήματα μπορούν να συγκεντρωθούν και με αυτεπάγγελτη ενέργεια του δικαστηρίου προς διενέργεια συμπληρωματικής απόδειξης με την έκδοση προδικαστικής απόφασης, σύμφωνα με το άρθρο 151 του ΚΔΔ.
Η παρ. 2 του άρθρου 96 ΚΔΔ ορίζει ότι επιτρέπεται η προβολή, στην κατ’ έφεση δίκη, νέων πραγματικών ισχυρισμών, εφόσον αφορούν κεφάλαια, τα οποία είχαν αμφισβητηθεί στην πρωτόδικη δίκη και η μη προβολή τους κατ’ αυτήν κρίνεται δικαιολογημένη. Για το παραδεκτό της προβολής νέων πραγματικών ισχυρισμών στην κατ’ έφεση δίκη, αφορώντων σε κεφάλαια αμφισβητηθέντα στην πρωτόδικο δίκη, πρέπει να γίνεται επίκληση στην κατ’ έφεση δίκη και των πραγματικών περιστατικών, τα οποία θεμελιώνουν το δικαιολογημένο της μη προβολής τους πρωτοδίκως [ΣτΕ 2803/2013, σκ. 8, 3178/2010,1545/2010, 73/2007,2208- 10/2003, βλ. και ΣτΕ Ολ 2468/2008, Ολ 1848/2008, καθώς και ΣτΕ 201/2010]. Για την υποστήριξη των νέων αυτών ισχυρισμών οι διάδικοι μπορούν να προσκομίσουν και να επικαλεστούν νέα αποδεικτικά στοιχεία. Το δικαστήριο έχει ευχέρεια να διατάξει συμπληρωματική απόδειξη, σύμφωνα με την παράγραφο 3 του ίδιου άρθρου, ύστερα από αίτηση κάποιου διαδίκου ή και αυτεπαγγέλτως (άρθρο 151 ΚΔΔ). Εναπόκειται στην ανέλεγκτη κατ’ αναίρεση κρίση του δευτεροβάθμιου δικαστηρίου να διατάξει είτε αυτεπαγγέλτως είτε κατόπιν υποβολής σχετικού αιτήματος από διάδικο με προδικαστική απόφασή του τη συμπλήρωση των αποδείξεων [ΣτΕ 1881/2009, πρβλ. ΣτΕ 3528/2007, 3240, 3309/2003].
Οι διάδικοι μπορούν να προσκομίσουν και να επικαλεστούν νέα αποδεικτικά στοιχεία για παρεπόμενες απαιτήσεις και νέους πραγματικούς ισχυρισμούς, αλλά και όχι για ισχυρισμούς υποβληθέντες πρωτοδίκως [ΣτΕ 287/2009]. Τέτοιοι νέοι 4 πραγματικοί ισχυρισμοί είναι οι ισχυρισμοί περί εξοφλήσεως, παραγραφής, συμψηφισμού, ανώτερης βίας κ.τ.λ. Πλημμελώς αιτιολογημένη η αναιρεσιβαλλόμενη απόφαση του εφετείου, με την οποία απορρίφθηκε ως απαραδέκτως προβληθείς το πρώτον με το υπόμνημα, ο ισχυρισμός του αναιρεσείοντος και δεν εξετάσθηκε εάν η μη επίκληση και προσαγωγή στην πρωτόδικη δίκη αμετάκλητης αθωωτικής απόφασης ποινικού δικαστηρίου ήταν δικαιολογημένη [ΣτΕ 695/2009], Εφόσον διαταχθεί με προδικαστική απόφαση η συμπλήρωση των αποδείξεων με προσκόμιση των σχετικών εγγράφων, νομίμως το διοικητικό εφετείο λαμβάνει υπόψη του και στηρίζει την κρίση του σε έγγραφα που προσκομίζονται το πρώτον κατ’ έφεση [ΣτΕ 1881/2009] (Χαράλαμπος Χρυσανθάκης, Διοικητική Δικονομία, Ερμηνεία κατ’ άρθρο, 2014, σελ. 242-243).
Ευγενία Α. Φωτοπούλου, δικηγόρος
info@efotopoulou.gr