Αίτημα για αναγνώριση κυριότητας σε αίτηση για διόρθωση αγνώστου ιδιοκτήτη και η δικαστική απόφαση ως τίτλος κτήσης κυριότητας
Σύμφωνα με πάγια νομολογία (ΕφΑθ 206/2010, ΕφΑθ 1298/2008, ΕφΑθ 4502/2007), από τις συνδυασμένες διατάξεις των άρθρων 6 παρ. 1, 2 και 3 περ. α’ τον ν. 2664/1998 (όπως η παρ. 3 αντικαταστάθηκε από το άρθρο 2 παρ. 2 του ν. 3481/2006), προκύπτει ότι στην περίπτωση ανακριβούς πρώτης εγγραφής στο κτηματολογικό φύλλο του ακινήτου,
όταν με την ανακριβή εγγραφή φέρεται το ακίνητο ως «αγνώστου ιδιοκτήτη», όποιος ισχυρίζεται ότι έχει εγγραπτέο στο Κτηματολόγιο δικαίωμα, ασκεί αίτηση ενώπιον του Κτηματολογικού Δικαστή της τοποθεσίας του ακινήτου, που δικάζει κατά την διαδικασία της εκουσίας δικαιοδοσίας, προκειμένου να ζητήσει τη διόρθωση της ανακριβούς πρώτης εγγραφής. Αντικείμενο της δίκης αυτής είναι η διαπίστωση της ύπαρξης του σχετικού εγγραπτέου δικαιώματος του αιτούντος και η διόρθωση της ανακριβούς πρώτης εγγραφής σύμφωνα με την διαπίστωση αυτή, χωρίς τη διάγνωση κανενός αμφισβητούμενου δικαιώματος, αφού η εγγραφή «αγνώστου ιδιοκτήτη» δεν ενέχει τέτοια αμφισβήτηση, αλλά την έλλειψη διαπίστωσης του υπάρχοντος δικαιώματος. Συνακόλουθο του παραπάνω αντικειμένου της δίκης είναι ότι δεν απαιτείται να ζητηθεί με την εν λόγω αίτηση η αναγνώριση δικαιώματος, που προσβάλλεται με την ανακριβή πρώτη εγγραφή στο κτηματολογικό φύλλο του ακινήτου, ούτε να περιληφθεί αντίστοιχη διάταξη στην απόφαση που θα εκδοθεί, καθώς αντικείμενο της δίκης που ανοίγεται δεν είναι η αυθεντική διάγνωση δικαιώματος που αμφισβητείται, ανεξαρτήτως του ότι ελέγχεται ως προϋπόθεση η ύπαρξη συγκεκριμένου δικαιώματος για τη ζητούμενη διόρθωση της ανακριβούς πρώτης εγγραφής, χωρίς όμως να καλύπτεται από δύναμη δεδικασμένου. Για το λόγο αυτό άλλωστε η διάταξη του άρθρου 6 παρ. 3 του Ν. 2664/1998 αναφέρεται μόνο στη διόρθωση της πρώτης εγγραφής και όχι στην αναγνώριση του δικαιώματος που προσβάλλεται με την εγγραφή αυτή, όπως προβλέπει η διάταξη του άρθρου 6 παρ. 2 του Ν. 2664/1998 στο πλαίσιο της αμφισβητούμενης δικαιοδοσίας. Επισημαίνεται πως η αναγνώριση τέτοιου δικαιώματος στο πλαίσιο της εκουσίας δικαιοδοσίας θα είχε ως συνέπεια με την τελεσιδικία της απόφασης να αναγνωρίζεται το δικαίωμα τούτο έναντι πάντων, ανεξαρτήτως της συμμετοχής τους στην δίκη, γεγονός που βέβαια δεν ισχύει στην αμφισβητούμενη διαδικασία και δεν μπορεί να είναι αυτός ο σκοπός του νόμου (2606/2013 απόφαση του ΜονΠρΑθ, αδημ.).
Περαιτέρω, στην υπ’ αριθμ. 2606/2013 απόφαση του Μονομελούς Πρωτοδικείου Αθηνών (αδημ.), το Δικαστήριο δέχθηκε ότι δικαστική απόφαση με την οποία αναγνωρίζεται το δικαίωμα συγκυριότητας του αιτούντος επί των επιδίκων ακινήτων, δεν αποτελεί τίτλο κτήσης συγκυριότητας για αυτά, παρά μόνο δεσμεύει μετά δυνάμεως δεδικασμένου τους διαδίκους σε αυτή (ΑΠ 318/2002, Δ/νη 44.179).
Μαρία Τζαβέλα
Δικηγόρος, LL.M.
E-mail: info@efotopoulou.gr